Όπως αποκάλυψε, ο γιατρός ανέβηκε και σε άλλο επίπεδο, όπου ένα γαλάζιο φως τον αγκάλιασε…
Πολλές είναι οι περιγραφές ανθρώπων που έχουν βιώσει μεταθανάτιες ή εξωσωματικές εμπειρίες, ενώ βρίσκονται στο χειρουργείο υπό την επήρεια ισχυρών φαρμάκων ή είναι για κάποιο διάστημα κλινικά νεκροί, με τις απόψεις να διίστανται για το κατά πόσον τα οράματα που βλέπουν είναι μια άλλη πραγματικότητα ή απλώς παιχνίδια του μυαλού.
Μια τέτοια περίπτωση είναι κι εκείνη του γιατρού Rajiv Parti, ο οποίος είχε ακούσει πολλούς ασθενείς να περιγράφουν ανάλογες εμπειρίες και τις απέρριπτε αυτομάτως ως ανοησίες, μέχρι τη στιγμή που βρέθηκε και ο ίδιος στο τραπέζι του χειρουργείου. Ο Parti διαγνώσθηκε με καρκίνο του προστάτη και υπεβλήθη σε μια σειρά χειρουργικών επεμβάσεων.
Πριν μιλήσει για τη δική του εμπειρία, περιγράφει περιστατικό με έναν ασθενή του, ο οποίος του είχε πει: «Σας έβλεπα. Είχα βγει έξω από το σώμα μου και αιωρούμουν στο ταβάνι. Είδα εσένα, που ήσουν στο προσκεφάλι μου, τη νοσοκόμα, το γιατρό που μου έκανε τα ράμματα».
«Δεν ήταν η πρώτη φορά που μου περιέγραφαν κάτι ανάλογο διάφοροι ασθενείς μου στα 25 χρόνια της καριέρας μου. Κάποιοι μου περιέγραφαν ένα έντονο φως που τους τραβούσε, άλλοι έλεγαν πως είχαν συναντήσει μέλη της οικογένειάς τους που δεν ήταν πλέον στη ζωή. Όμως, όλα αυτά τα θεωρούσα ανοησίες και πάντα τους έλεγα ότι θα επιστρέψω για να το συζητήσουμε, κάτι το οποίο ποτέ δεν έκανα» εξομολογείται ο ίδιος.
Ο Parti ζούσε μια καλή ζωή, αν και ματεριαλιστική, με τη σύζυγό του Arpana, οδοντίατρο στο επάγγελμα. Οι δουλειές πήγαιναν καλά, μάλιστα άνοιξε και δική του κλινική, αγόρασαν μεγαλύτερο σπίτι, καλύτερο αυτοκίνητο. Όπως λέει, τα είχε σχεδιάσει όλα, τα τρία του παιδιά θα πήγαιναν στα καλύτερα πανεπιστήμια, ο μεγαλύτερος γιος δεχόταν αφόρητες πιέσεις για να γίνει κι εκείνος γιατρός, όπως και ο ίδιος είχε δεχτεί πιέσεις από τον πατέρα του για να ακολουθήσει το συγκεκριμένο επάγγελμα, που τώρα τον είχε ανεβάσει στην κορυφή του κόσμου.
Τραγικό λάθος
Όμως το 2008, σε ηλικία 51 ετών, ο Parti διαγνώσθηκε με καρκίνο του προστάτη. «Ήμουν εξοργισμένος με τον Θεό. Τι είχα κάνει για να μου συμβεί αυτό; Δεν μου άξιζε, έλεγα. Ωστόσο, βρήκα τον καλύτερο χειρουργό της χώρας για να μου κάνει την επέμβαση και με διαβεβαίωσε πως όλα θα πήγαιναν καλά και ότι δεν θα υπήρχαν επιπλοκές. Δυστυχώς, υπήρξαν, συνέβη ένα τραγικό λάθος με αποτέλεσμα να υποβληθώ μέσα σε δύο χρόνια σε άλλα πέντε χειρουργεία για να αποκατασταθεί η βλάβη, αλλά κανένα από αυτά δεν πήγε πολύ καλά» λέει.
«Ώσπου μια ημέρα, μετά την πέμπτη επέμβαση, ένιωσα ότι θα λιποθυμήσω, ανέβασα πυρετό και ήξερα πολύ καλά τι μου συνέβαινε. Μια μόλυνση εξαπλωνόταν ραγδαία στην κοιλιά μου και, εάν δεν αντιμετώπιζα την κατάσταση άμεσα, θα πέθαινα από σηπτικό σοκ» θυμάται.
Η γυναίκα του τον μετέφερε αμέσως στο νοσοκομείο κι έτσι μπήκε κατευθείαν στο χειρουργείο.
«“Είσαι έτοιμος;” με ρώτησε ο γιατρός και, πριν προλάβω να απαντήσω, είχα ναρκωθεί. Όμως, ξαφνικά είχα και πάλι συναίσθηση. “Τι συνέβη, διερωτήθηκα, τελείωσε ήδη η επέμβαση;” Ένιωσα να ανυψώνομαι και τότε ήταν που είδα την ιατρική ομάδα να με χειρουργεί. Είχα βγει από το σώμα μου και τους παρατηρούσα. Είδα ότι με είχαν ανοίξει, άκουσα το γιατρό να κάνει ένα άσεμνο αστείο, με το οποίο όλοι γέλασαν, όπως κι εγώ επίσης. Όμως, τι συνέβαινε; Ήμουν, πράγματι, εγώ αυτός που τα ζούσε όλα αυτά και τι ακριβώς ζούσα;
Τότε ήταν που συνέβη κάτι άλλο, αν και εξακολουθούσα να είμαι στο χειρουργείο, παράλληλα έβλεπα τη μητέρα μου και την αδελφή μου να κάθονται στον καναπέ του πατρικού μας, που βρισκόταν χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, στο Νέο Δελχί. Η αδελφή μου φορούσε ένα τζιν με κόκκινο πουλόβερ και η μητέρα μου ένα πράσινο πέπλο και πράσινο πουλόβερ. “Τι θα μαγειρέψουμε για βραδινό;” ρώτησε τη μητέρα η αδελφή μου. “Κάνει κρύο έξω, ας φτιάξουμε σούπα, φακές” απάντησε εκείνη».
«Ένας ήχος από τα χειρουργικά εργαλεία που ακούμπησαν στο μεταλλικό τραπέζι τράβηξε και πάλι την προσοχή μου στο σώμα μου και στους γιατρούς. “Ο τύπος είναι χάλια, είναι τυχερός που ζει” είπε ο γιατρός. Τότε, όμως, πανικοβλήθηκα. “Θα επανέλθω στο σώμα μου ή είμαι καταδικασμένος να περιφέρομαι στην αιωνιότητα ως πνεύμα; Μήπως πέθανα;” αναρωτήθηκα. Ξαφνικά όλα ξεθύμαναν και με κάλυψε σκοτάδι. Πίστεψα ότι επανέρχομαι στο σώμα μου και ανακουφίστηκα».
Ουρλιαχτά πόνου
«Τότε με κατέλαβε ο απόλυτος τρόμος. Στα δεξιά μου άρχισα να ακούω ουρλιαχτά πόνου και αγωνίας, με παρέσυρε μια ανεξήγητη κίνηση και βρέθηκα σε ένα φλεγόμενο φαράγγι. Ήμουν στην άκρη, και καπνός μαζί με μια αηδιαστική μυρωδιά καμένης σάρκας γέμισαν τα ρουθούνια μου. Ήξερα ότι βρισκόμουν στο χείλος της κολάσεως. Προσπάθησα να απομακρυνθώ, όμως κάθε φορά που επιχειρούσα να κάνω ένα βήμα πίσω, μια αόρατη δύναμη με έσπρωχνε μπροστά.
Μια φωνή μού αποκρίθηκε, τηλεπαθητικά, και άκουσα να μου λέει: “Έχεις διάγει μια ζωή υλιστική. Ήσουν ατομιστής”. Ήξερα ότι ήταν αλήθεια και ένιωσα ντροπή. Με την πάροδο των χρόνων έπαψα να νοιάζομαι για τους ασθενείς μου, με ενδιέφεραν μόνο τα λεφτά τους. Εκεί, στο χείλος της κολάσεως, θυμήθηκα μια ασθενή μου με αρθρίτιδα, η οποία υπέφερε από πόνους, κι ενώ της έγραφα φάρμακα για τον πόνο, έκλαιγε. Έκλαιγε όχι για τον πόνο που την ταλαιπωρούσε, αλλά για τον άντρα της που πέθαινε από καρκίνο.
Με ρώτησε τι να κάνει και της απάντησα πως δεν έχω χρόνο να συζητήσω μαζί της, καθώς είχα και άλλους ασθενείς που με περίμεναν. Ήμουν σαν ρομπότ, είχα εκπαιδεύσει τον εαυτό μου να είναι αποκομμένος από κάθε συναίσθημα, ή καλύτερα με είχα εκπαιδεύσει να νοιάζομαι μόνο για εμένα… Προσευχήθηκα για μία ακόμη ευκαιρία. “Θεέ μου, δώσε μου άλλη μία ευκαιρία” είπα».
«Σχεδόν την ίδια στιγμή, μου δόθηκε η δεύτερη ευκαιρία που ζητούσα μέσα από τη μορφή του τελευταίου ανθρώπου που περίμενα ποτέ να δω, του πατέρα μου. Τον αναγνώρισα αμέσως, ήταν 30 χρόνια νεότερος από την ηλικία που πέθανε. Με έπιασε από το χέρι και με οδήγησε έξω από την κόλαση που είχα βρεθεί, σαν να ήμουν μικρό παιδί.
Με αγκάλιασε με τρυφερότητα, δεν θυμάμαι να το είχε ξανακάνει αυτό. Στα 53 μου, ακόμη φοβόμουν πως, εάν έκανα λάθος, θα με τιμωρούσε, θα με έδερνε, όπως είχε κάνει τόσες φορές όταν ήμουν παιδί. Όμως, τότε κατάλαβα πώς αντιλαμβανόταν τα πράγματα. Το έκανε γιατί δεν ήθελε να χαραμίσω τη ζωή μου. Κατάλαβα το μυαλό του. Δεν ήταν θυμός, όταν με έδερνε, αλλά φόβος. Η τυραννία του προερχόταν από την αγάπη του για εμένα. Και τώρα με έσωζε από την κόλαση. Η καρδιά μου γέμισε αγάπη κοιτάζοντάς τον.
“Ο θυμός περνάει από τον ένα στον άλλο. Μπορείς να το σταματήσεις. Σταμάτα να είσαι θυμωμένος. Επίλεξε την αγάπη, είναι το πιο σημαντικό πράγμα στο σύμπαν” μου είπε και τον ρώτησα εάν θα μπορέσω να επιστρέψω στη γη. Τότε βρεθήκαμε σε ένα τούνελ μαζί με άλλους, ήταν οι πρόγονοί μου, που με καλωσόριζαν. Έπειτα έμεινα μόνος και έβλεπα σκηνές από το παρελθόν μου, ένιωθα την αγάπη της μητέρας μου. Και πάλι μια φωνή μού μίλησε, τηλεπαθητικά: “Οι απλές στιγμές είναι οι πιο σημαντικές. Όλες οι στιγμές είναι μνήμες και μαθήματα. Όλες οικοδομούν το χαρακτήρα σου”».
Οι δύο άγγελοι
«Τότε δύο αγγελικές μορφές εμφανίστηκαν με τη μορφή ανθρώπου. Ήταν οι αρχάγγελοι Γαβριήλ και Μιχαήλ, με πήραν και με ανύψωσαν. Βρέθηκα σε έναν ωραίο τόπο, εύφορο και ευωδιαστό, που μου προκαλούσε μεγάλη ευχαρίστηση. Όμως, οι αρχάγγελοι με πήραν και με πήγαν σε ένα ακόμη πιο ψηλό επίπεδο, το υψηλότερο, το οποίο περιβαλλόταν από ένα υπέρλαμπρο φως».
Όπως αποκάλυψε, ο Parti ανέβηκε και σε άλλο επίπεδο, όπου ένα γαλάζιο φως τον αγκάλιασε… Επρόκειτο για μια οντότητα, δεν υπήρχε φύλο, ήταν η απόλυτη αγάπη. Τηλεπαθητικά, τον συμβούλευσε να επανεξετάσει τη ζωή του και να κάνει τις απαραίτητες αλλαγές. Του είπε πως από εδώ και στο εξής στόχος της ζωής του είναι να γιατρεύει ψυχές και να ανακουφίζει τους ανθρώπους από τον πόνο και τη θλίψη.
Το επόμενο που θυμάται είναι η στιγμή που άνοιξε τα μάτια στο κρεβάτι μετά το χειρουργείο. Ο γιατρός τού είπε πως η επέμβαση ήταν πολύ δύσκολη και αυτός του απάντησε πως τα είδε όλα. Φυσικά, ο γιατρός ήταν δύσπιστος. Ο Parti τού είπε το αστείο που άκουσε κατά τη διάρκεια του χειρουργείου, για να λάβει την απάντηση ότι ίσως η νάρκωση να μην τον είχε πιάσει εντελώς. Έπειτα ο γιατρός έφυγε από την αίθουσα, όπως ακριβώς έκανε και ο ίδιος στο παρελθόν.
Όταν ανάρρωσε, ο Parti εγκατέλειψε τη δουλειά του ως επικεφαλής αναισθησιολόγος στο νοσοκομείο Bakersfield Heart Hospital στην Καλιφόρνια, ξεφορτώθηκε τα ακριβά αμάξια, πούλησε το τεράστιο σπίτι του και μετακόμισε σε ένα μικρότερο. Στη συνέχεια άρχισε να θεραπεύει ασθενείς με προβλήματα εθισμού και κατάθλιψη με διαλογισμό και εναλλακτικές μεθόδους. Ενθάρρυνε το γιο του να κάνει ό,τι επιθυμούσε με τις σπουδές του και οι σχέσεις με όλη την οικογένειά του άλλαξαν προς το καλύτερο. Η μαρτυρία του είναι απόσπασμα από το βιβλίο του «Dying To Wake Up», όπως το δημοσίευσε η «Daily Mail».