Η μοναδική ολική έκλειψη Ηλίου μέσα στο 2020 και η τελευταία του έτους θα πραγματοποιηθεί αύριο Δευτέρα.
Ωστόσο, δεν θα είναι ορατή από την Ελλάδα, παρά μόνο από τη Νότια Αμερική, το Νότιο Ειρηνικό και Ατλαντικό Ωκεανό και τη Νότια Αφρική.
Μια ολική ηλιακή έκλειψη συμβαίνει, όταν η Σελήνη μπλοκάρει τελείως τον δίσκο του Ήλιου, όπως φαίνεται από τη Γη. Η τελευταία ολική ηλιακή έκλειψη είχε συμβεί στις 2 Ιουλίου του 2019.
Το 2021 θα υπάρξουν τέσσερις εκλείψεις: μια ολική σεληνιακή (26 Μαΐου), μία δακτυλιοειδής ηλιακή (10 Ιουνίου), μία μερική σεληνιακή (18-19 Νοεμβρίου) και μία ολική ηλιακή (4 Δεκεμβρίου).
Στις 13 και 14 Δεκεμβρίου επίσης θα κορυφωθεί στο βόρειο ημισφαίριο και στην Ελλάδα η βροχή διαττόντων των Διδυμίδων, μία από τις πιο εντυπωσιακές του έτους.
Επειδή το βράδυ της Δευτέρας θα υπάρξει Νέα Σελήνη, ο ουρανός θα είναι σκοτεινός και κατάλληλος για παρατήρηση, αν ο καιρός το επιτρέπει και δεν είναι νεφελώδης.
Οι Διδυμίδες, που συνήθως διαρκούν από τις 7 έως τις 17 Δεκεμβρίου, παράγουν, μαζί με τις Περσείδες του Αυγούστου, τα εντυπωσιακότερα φαινόμενα διαττόντων μέσα στο έτος.
Οι Διδυμίδες αποκαλούνται από τους ειδικούς ο «βασιλιάς» των διαττόντων, καθώς μπορούν να «παράγουν» 60 έως 120 φωτεινά και συχνά πολύχρωμα πεφταστέρια την ώρα, δηλαδή ένα έως δύο το λεπτό, σε διάφορα σημεία στο νυχτερινό ουρανό και όχι μόνο από μια συγκεκριμένη κατεύθυνση.
Τα μετέωρά τους κινούνται σχετικά αργά στον ουρανό, σε σχέση με άλλες βροχές διαττόντων, με ταχύτητα περίπου 35 χιλιομέτρων το δευτερόλεπτο, πράγμα που τα καθιστά πιο θεαματικά (τα μετέωρα των Περσείδων κινούνται με περίπου διπλάσια ταχύτητα).
Οι Διδυμίδες έκαναν την πρώτη εμφάνισή τους το 1862 και έχουν πάρει το όνομά τους από τον αστερισμό των Διδύμων, από όπου φαίνεται να προέρχονται.
Αντίθετα με άλλες βροχές διαττόντων, η προέλευσή τους δεν είναι η ουρά κάποιου κομήτη, αλλά μάλλον ο μυστηριώδης αστεροειδής «3200 Φαέθων», που ανακαλύφθηκε το 1983 από τη NASA και θεωρείται ένας πρώην κομήτης που έχασε την ουρά του.
Ο «Φαέθων», διαμέτρου περίπου πέντε χιλιομέτρων, ακολουθεί μια άκρως ελλειπτική τροχιά, η οποία κάθε σχεδόν ενάμιση χρόνο τον φέρνει κοντύτερα στον Ήλιο από κάθε άλλο γνωστό αστεροειδή.
Το αποτέλεσμα είναι ότι, ανά τακτικά χρονικά διαστήματα, «καίγεται» από την ηλιακή ακτινοβολία, καθώς η επιφανειακή θερμοκρασία του φθάνει τους 700 βαθμούς Κελσίου.
Έτσι, παράγει νέες εκροές σκόνης, τις Διδυμίδες, όταν τα μετέωρα αυτά εισέρχονται και καίγονται στην ατμόσφαιρα του πλανήτη μας.
Πηγές: ΑΠΕ ΜΠΕ