Για την κατάσταση που επικρατεί στη Βόρεια Ελλάδα, τη χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη, τα κρούσματα κορωνοϊού σε σχολεία, αλλά και τα προστατευτικά μέτρα που πρέπει να λαμβάνουν και οι εμβολιασμένοι, μίλησε στη Δημοτική Τηλεόραση Θεσσαλονίκης TV100 και την εκπομπή “Check in στα γεγονότα” η Καθηγήτρια Επιδημιολογίας του ΕΚΠΑ, Αθηνά Λινού.
Η κα Λινού σημείωσε ότι αναμενόταν έξαρση του ιού στις αρχές του φθινοπώρου σε περιοχές της Βόρειας Ελλάδας, καθώς “ήδη από τις αρχές καλοκαιριού υπήρχε ύφεση στη χρήση μέτρων ατομικής προστασίας, χωρίς να υπάρχει αύξηση των εμβολιασμών”.
Η ίδια υποστήριξε ότι απαιτούνται επιπλέον μέτρα στις “κόκκινες περιοχές”, όχι όμως “lockdown και μέτρα αστυνομικού χαρακτήρα”. “Αξιοποιήστε τον υπαίθριο χώρο, φορέστε μάσκα σε όλους τους χώρους, αποφύγετε τους εσωτερικούς χώρους εστίασης” προέτρεψε τους πολίτες η Καθηγήτρια Επιδημιολογίας.
Ερωτηθείσα από τη δημοσιογράφο Βάσω Λυκουρίνου για τη λειτουργία των σχολείων, η κα Λινού υποστήριξε ότι πρέπει να αλλάξει ο τρόπος εξέτασης των παιδιών πριν την προσέλευσή τους στις τάξεις. “Τα self tests δεν πρέπει να γίνονται στο σπίτι 24 ή 48 ώρες πριν να πάει το παιδί στο σχολείο. Το ιδανικό θα ήταν να γίνονται μέσα στις αίθουσες, με επίβλεψη των εκπαιδευτικών ή με part time απασχόληση λειτουργών υγείας. Σε περίπτωση που βρεθεί το πρώτο κρούσμα, θα πρέπει να ειδοποιηθεί ο ΕΟΔΥ και να γίνουν rapid tests σε όλα τα παιδιά αμέσως” είπε.
Σχετικά με την αναλογία εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων που νοσούν από covid19, η κα Λινού ανέφερε ότι “είναι σπανιότερο να κολλήσουν οι εμβολιασμένοι κι ακόμη κι αν κολλήσουν ο ιός αναπαράγεται πιο αργά στο σώμα τους”. “Δεν μεταφέρουν τόσο συχνά τον ιό και δεν υποφέρουν. Δεν περνάνε δύσκολα τη νόσο. Ένας εμβολιασμένος έχει 20 φορές μικρότερη πιθανότητα να μπει στην εντατική” σημείωσε η Καθηγήτρια Επιδημιολογίας.
Τέλος, ερωτηθείσα για το εάν θα πρέπει να ανοίξει η συζήτηση για τρίτη δόση του εμβολίου στον γενικό πληθυσμό, η ίδια τόνισε ότι “εάν είχαμε να επιλέξουμε μεταξύ του να εμβολιαστεί κάποιος ανεμβολίαστος με 1η και 2η δόση και να δώσουμε μια τρίτη δόση σε έναν υγιή άνθρωπο, θα πρέπει να προτιμήσουμε τον ανεμβολίαστο”.