Η κόπωση των πολιτών είναι το κύριο σύμπτωμα ενός χρόνου πανδημίας που ανησυχεί τους ειδικούς, καθώς αυξάνει την ανυπακοή στα μέτρα προστασίας όπως η μείωση της κινητικότητας.
Πόσο άλλαξε η συμμόρωσή μας στους κανονισμούς από το πρώτο στο δεύτερο lockdown; Έρευνα απαντά και δίνει ενδιαφέροντα στοιχεία για την περίπτωση των Ελλήνων.
Πάνω από έναν χρόνο πανδημίας, η ψυχική κόπωση των ανθρώπων έχει γίνει γνώρισμα με παγκόσμιο χαρακτήρα. Η συνέπεια της πρωτοφανούς κατάστασης που έχει συνδεθεί με χαλάρωση απέναντι στα περιοριστικά μέτρα, έγινε αφορμή στη χώρα μας να δοθούν κάποιες «μικρές ανάσες ελευθερίας» με άνοιγμα ελάχιστων δραστηριοτήτων που θα βοηθήσουν τον κόσμο να επιστρέψει στα επίπεδα τήρησης μέτρων που σημειώθηκαν στο πρώτο κύμα της πανδημίας.
Πόσο μειώθηκε ο βαθμός συμμόρφωσής μας στα μέτρα; Πώς συμπεριφέρεται η υπόλοιπη Ευρώπη έναν χρόνο μετά το ξέσπασμα της COVID-19;
Ο Σωτήρης Γεωργανάς, Επίκουρος Καθηγητής Συμπεριφορικών Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο City του Λονδίνου, αναζήτησε μια απάντηση χρησιμοποιώντας δεδομένα από τις μετακινήσεις πολιτών που κατέγραφε η Google μέσα από λογισμικά και εφαρμογές της (βλ. Android, Google maps).
Η Google έχει συλλέξει στοιχεία για περισσότερες από 200 χώρες και περιοχές, έχοντας διακρίνει έξι κατηγορίες με τα μέρη που επισκέπτονται συνήθως οι άνθρωπο: σπίτια, χώρους εργασίας, πάρκα, στάσεις μέσων μαζικής μεταφοράς, καταστήματα τροφίμων και φαρμακεία, καταστήματα λιανικής και χώρους ψυχαγωγίας.
Τα δεδομένα δεν συνεπάγονται παραβίαση των μέτρων, αλλά είναι ενδεικτικά της διαφοράς της κινητικότητας ανά περιόδους στο διάστημα της πανδημίας και, στο πλαίσιο της έρευνας του Δρ Γεωργανά, τα μέσα Φεβρουαρίου 2020 έως τα τέλη Φεβρουαρίου 2021.
Πώς συμμορφώθηκαν οι Ευρωπαίοι
Στο πρώτο γράφημα αποτυπώνεται ο χρόνος παραμονής στο σπίτι, ο οποίος φαίνεται να ελαττώνεται κατά το δεύτερο κύμα της πανδημίας (τέλη 2020 και μετά) παρά την αύξηση κρουσμάτων και τον κακό καιρό σε σύγκριση με την άνοιξη του πρώτου lockdown.
Στο επόμενο γράφημα εμφανίζονται χώρες με αυστηρά περιοριστικά μέτρα και στα δύο πρώτα κύματα της πανδημίας, όπως η Ελλάδα, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Δανία, η Ιρλανδία και η Σουηδία συγκριτικά ως χώρα με πολύ λίγους περιορισμούς.
Στη χώρα μας, όπως και στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία, η επιδημιολογική αύξηση που σημειώθηκε τέλη Οκτωβρίου με αρχές Νοεμβρίου αύξησε τον χρόνο παραμονής στο σπίτι, παρά το ότι τα lockdown ήταν χαλαρότερα σε σχέση με την άνοιξη και επέτρεπαν π.χ. τη λειτουργία σχολείων, στοιχείο που εν μέρει εξηγεί τη μεγαλύτερη κινητικότητα σε σύγκριση με την πρώτη φάση της πανδημίας.
Ο χρόνος παραμονής στο σπίτι ωστόσο παρέμεινε σημαντικά χαμηλότερος και παρά τα αυστηρότερα περιοριστικά μέτρα που ακολούθησαν τις γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς στα πρότυπα του Μαρτίου.
Στη χώρα μας μάλιστα, παρά την απαγόρευση κυκλοφορίας που εξακολουθεί έως και σήμερα, οι Έλληνες έδειξαν να μένουν στο σπίτι μόλις 10% περισσότερο αυτόν το Φεβρουάριο σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα το 2020.
Ωστόσο, πέρα από τον χρόνο στο σπίτι που πιθανώς να μαρτυρά την κόπωση ή και την έλλειψη φόβου από την προσαρμογή στα νέα δεδομένα, αλλαγές παρατηρήθηκαν και σε άλλες δραστηριότητες όπως τα ψώνια για το σπίτι, εξηγεί ο καθηγητής
Στην Ελλάδα, σε αντίθεση με χώρες τις υπόλοιπες υπό εξέταση χώρες, ο κόσμος άρχισε να επισκέπτεται συχνότερα τα καταστήματα τροφίμων το 2021, περισσότερο και από την προ πανδημίας εποχή ανά διαστήματα.
Βρετανοί, Ιρλανδοί και Δανοί, αν και συμμορφώθηκαν περισσότερο περιορίζοντας τις αγορές μετά του περιορισμούς, αν και οι επισκέψεις στα καταστήματα τείνουν να αυξάνονται με τον καιρό. Πιθανώς, για τις τρεις χώρες, αιτίες χαλάρωσης να αποτελούν οι λιγότερες νέες διαγνώσεις και η μεγαλύτερη εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού έναντι της COVID-19.
Τι συμβαίνει, τέλος, με τους χώρους εργασίας; Το μεγαλύτερο ποσοστό τηλεργασίας μετά τις γιορτές μείωσε την κινητικότητα προς τόπους εργασίας, όπως φαίνεται και στο παρακάτω γράφημα.
Επιπλέον, η συγκεκριμένη μετακίνηση δεν κατέγραψε αυξητικές τάσεις όπως για τα ψώνια σε καταστήματα τροφίμων, ιδιαίτερα σε Βρετανία και Ιρλανδία. Σύμφωνα με τον Δρ Γεωργανά, μια εξήγηση είναι ότι η υπακοή στα περιοριστικά μέτρα είναι πιο εύκολη όταν μεσολαβεί κάποιος τρίτος (π.χ. εργοδότης) παρά όταν αποτελεί καθαρά ατομική ευθύνη.
Ο καθηγητής επεσήμανε πως τέτοια στοιχεία πρέπει να προετοιμάζουν τις κυβερνήσεις καλύτερα στην χάραξη στρατηγικών, καθώς βιαστικά ανοίγματα δραστηριοτήτων πιθανώς να έχουν ανεπιθύμητες συνέπειες στη διασπορά του ιού και τους θανάτους από τη νόσο.
Πηγές: ygeiamou.gr