Ο κόσμος δεν γίνεται καλύτερος από αυτούς που κοιτάνε τη δουλίτσα τους, που δεν ανακατεύονται, που δεν αντιλέγουν, που δεν μιλούν, που δεν αναπνέουν.
«Να αγαπιέστε βρε να μη μαλώνετε»
Να είμαστε όλοι αγαπημένοι, να είμαστε όλοι μια οικογένεια, να φιλιόμαστε, να αγκαλιαζόμαστε, να δανείζουμε μια κούπα ρύζι στη γειτόνισσα, να φωνάζουμε Βασιλάκη έλα να παίξεις με τον Κωστάκη, να είμαστε μονιασμένοι βρε, να βαδίζουμε χέρι χέρι ο θύτης με το θύμα, ο φασίστας με τον δημοκράτη, ο εργοδότης με τον απεργό, o ρατσιστής με τον πρόσφυγα, ο κρατούμενος με τον βασανιστή του, ο κακοποιημένος με τον κακοποιητή του.
Έτσι βρε παιδιά, έτσι να σάς χαρώ, κι αν είπαμε καμία κουβέντα παραπάνω νερό κι αλάτι μωρέ, όλοι ανθρωπάκια του Θεού είμαστε, όλους μανούλες μας γέννησαν.
«Να είμαστε όλοι οι Έλληνες μια γροθιά».
Μια γροθιά με τον σκατόψυχο, με τον προδότη, το δοσίλογο, μια γροθιά με τον ομοφοβικό, τον μισογύνη, τον σεξιστή, το κάθαρμα, το τομάρι. Και βέβαια μια γροθιά με τον ισαποστάκια, τον ‘ναι μεν αλλά’ από την Κόλαση.
Μια γροθιά. Μη διχάσουμε τους διχασμένους κατάλαβες;
«Να αγαπιέστε βρε να μη μαλώνετε»
Αυτό θέλουν. Αυτό επιδιώκουν. Ο πιο διχαστικός πρωθυπουργός πασών των Ρωσιών κατηγορεί εμάς για διχασμό. ‘Διχάζουν’ βλέπεις την κοινή γνώμη της αυτοί οι δαίμονες που δεν μπορούν να πολτοποιήσουν τα παράταιρα στο μουλινέξ. Τη βία το αίμα, το σπέρμα, την οργή, την εκδικητικότητα – όλα σάλα τραπεζαρία στο βωμό των ίσων αποστάσεων.
Όταν ο Μητσοτάκης μιλάει για διχαστικό λόγο, δεν εννοεί βέβαια τους χειροκροτητές και τους παρατρεχάμενους του.
Αυτοί είναι τα καλά παιδιά.
Διχαστικό λόγο έχουν τα κακά παιδιά. Τα παλιόμουτρα που δεν ‘υπακούν προς τα υποδείξεις’.
Τα κακά παιδιά που μιλάνε δυνατά και καθαρά με σούπερ άρθρωση για να καταλάβει και ο τελευταίος μαλάκας.
Τα κακά παιδιά που αγωνίζονται για δίκιο τους και για το δίκιο του διπλανού.
Που νοιάζονται για την κατσίκα του γείτονα. Που είναι όμορφη και ασπρούλα και τη λένε Ντολόρες και την έχουν σαν τα μάτια τους.
Τα κακά παιδιά που παλεύουν για τους άταφους νεκρούς μας. Για τον Βαγγέλη Γιακουμάκη, τον Παύλο Φύσσα, την Ελένη Τοπαλουδη, τον Ζακ, τον Γρηγορόπουλο, τον Άλεξ, τον Βασίλη Δημάκη. Για τον Ιάσονα. Τα κακά παιδιά διεκδικούν την ισότητα και την ισονομία. Τη δικαιοσύνη και τα τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Τα κακά παιδιά γίνονται η φωνή όλων εκείνων που δεν έχουν φωνή. Προχωρούν και διεκδικούν, και χάνουν μαχες και κερδίζουν μαχες κι οπισθοχωρούν και μετά πάλι μπροστά με τραγούδια και χορούς του δρόμου.
«Να αγαπιέστε βρε να μη μαλώνετε»
Δεν γίνεται αυτό, no way Jose.
Γιατί δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Και δεν μετριούνται όλα το ίδιο.
Δεν ήταν ίδιος ο Κοροβέσης με τους ανθρωποφύλακες του.
Δεν ήταν ίδιος ο Παναγουλης με τους βασανιστές του.
Δεν ήταν ίδια η Ηρω Κωνσταντοπούλου με τους εκτελεστές της.
Δεν ήταν ίδιος ο Μπελογιάννης με τους στρατοδίκες του.
Δεν είναι ίδιος ο κρατούμενος με τον δεσμοφύλακα.
Δεν είναι ίδιο το ανήλικο με τον παιδοβιαστή του.
Δεν είναι ίδιο το όποιο θύμα με τον όποιο θύτη.
Δεν μπορούμε να είμαστε όλοι αγαπημένοι. Δεν μπορούμε να είμαστε όλοι μια γροθιά. Δεν μπορούμε να κρατάμε ίσες αποστάσεις. Τα κακά παιδιά που χορεύουν στους δρόμους είναι από άλλο ύφασμα. Τελείως.
Ο κόσμος δεν γίνεται καλύτερος από αυτούς που κοιτάνε τη δουλίτσα τους, που δεν ανακατεύονται, που δεν αντιλέγουν, που δεν μιλούν, που δεν αναπνέουν.
Να τη χέσω τέτοια ζωή συγγνώμη κιόλας.
Ζωή σημαίνει αγαπώ, ερωτεύομαι, νοιάζομαι, αγγίζω, θυμώνω, γελάω, δακρύζω, διαμαρτύρομαι, αγωνίζομαι, διεκδικώ, φιλάω του σκασμού και πάλι δεν χορταίνω τα φιλιά.
Ζωή σημαίνει γλεντάω, τραγουδάω φάλτσα Μητροπάνο στη βροχή, τρώω σοκολάτες, μπήγω στα μαλλιά μου έναν ιβίσκο κατακόκκινο σαν της Αλικάρας.
Ζωή σημαίνει τράμπα τραμπαλίζομαι πέφτω και τσακίζομαι. Και με γδαρμένα γόνατα σηκώνομαι. Ξανά. Και ξανά και ξανά.
Ζωή σημαίνει έχω παγκάκια για να φιλιέμαι, έχω πλατείες να κάνω ποδήλατο, έχω δρόμους να χορεύω, έχω νεύρα, έχω βάσανα, έχω χαρές, έχω φακές το βράδυ, τα έχω όλα. Κι αν δεν τα έχω όλα, τα διεκδικώ όλα κι όπου κάτσει η μπίλια.
Αυτό σημαίνει ζωή, γι’ αυτό παλεύουμε, γι’ αυτό περνάμε πολύχρωμες γιρλάντες στο λαιμό, γι αυτό χορεύουμε ξυπόλητοι στα σοκάκια με μια μπίρα και στο χέρι.
Με τον έρωτα μας το αγιάτρευτο.
Με το δίκιο μας ατόφιο.
Ε αγάπη μου;
Πηγή: news247.gr