Μια μέρα χαράς για τα Ελληνικά Πανεπιστήμια, που βελτίωσαν κατά πολύ τη θέση τους στη διεθνή κατάταξη (μάλιστα, το ΕΚΠΑ έσπασε το φράγμα των 200 καλύτερων Πανεπιστημίων και κατέλαβε την 180η θέση επί 12.000 Πανεπιστημίων) αμαύρωσε χθες με την παρουσία της στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, η υπουργός Παιδείας.
Γράφει ο Τάκης Κατσαρός*
Επιμένοντας εμμονικά στη μιζέρια, στην κακομοιριά και στη δυσφήμιση των Πανεπιστημίων μας ως “άντρα βίας και ανομίας”.
Αντί για τον κατάλογο των επιτευγμάτων και των διεθνών διακρίσεων των ελληνικών Πανεπιστημίων, διάβασε στη Βουλή αποσπάσματα από το δελτίο συμβάντων της Ελληνικής Αστυνομίας.
Λες και είναι ποτέ δυνατό σε χώρους που εργάζονται ή κινούνται καθημερινά 500.000 άνθρωποι να μη σημειώνονται κρούσματα παραβατικότητας, τα οποία ειδικά, όταν κατευθύνονται εναντίον καθηγητών ή μελών της Ακαδημαϊκής Κοινότητας είναι απολύτως καταδικαστέα.
Ακόμη κι αν προέρχονται από “Κοσμήτορες” της αντιγραφής, των συναλλαγών, του οπαδισμού και του σεξισμού,στα Πανεπιστήμια, στελέχη ή προσκείμενους στο κυβερνών κόμμα.
Ακόμη κι αν σχετίζονται με τη δράση τσεκουροφόρων ή με νυν υφυπουργό και πρώην διακεκριμένο πανεπιστημιακό τραμπούκο, που ο κ. Μητσοτάκης επιβράβευσε στον πρόσφατο ανασχηματισμό.
Σε κάθε περίπτωση πάντως με στοιχεία που δεν επιδέχονται αμφισβήτηση, η παραβατικότητα στα Πανεπιστήμια είναι μόλις το 0,1% της συνολικής εγκληματικότητας σε όλη τη χώρα.
Μόλις 200 κρούσματα το χρόνο σημειώνονται στα Πανεπιστήμια ή (συχνά) πέριξ αυτών, έναντι 200.000 στο σύνολο της χώρας, με τα περισσότερα από αυτά είναι να εισαγόμενα από στοιχεία ξένα προς το Πανεπιστήμιο.
Αν για 200 κρούσματα βίας και ανομίας ανά έτος η κυβέρνηση διορίζει 1000 αστυνομικούς, για τα 200,000 περιστατικά βίας θα έπρεπε, κατ` αναλογία, να διορίσει 1000 φορές περισσότερους, δηλαδή, 1 εκατομμύριο!
Ιδού, λοιπόν, η Ελλας Ελλήνων Αστυνομικών, ως η πρόταση της ΝΔ που θα φέρει την ανάπτυξη και θα μηδενίσει την ανεργία. Όλοι στην Αστυνομία!
Όπως, επίσης, δεν αμφισβητείται πλέον ότι πουθενά στην Ευρώπη από το Όσλο και το Παρίσι μέχρι τη Βιέννη, τη Ρώμη και τη Λευκωσία, δεν υπάρχει Πανεπιστημιακή Αστυνομία. Μόνο στην Τουρκία του Ερντογάν υπάρχει. Αυτό ήταν το άνευ διδάκτρων “μάθημα της Οξφόρδης”, απέναντι στα fake news της κυβέρνησης και τα τερατώδη ψέματα μιας ανυπόληπτης “δημοσιογραφίας”.
Ενδιαφέρουσα εξέλιξη η παραπάνω για υπουργό Παιδείας, να μετατρέπεται, δηλαδή, σε εκφωνήτρια αστυνομικών ειδήσεων. Τώρα που συγχωνεύτηκε η Παιδεία με την Αστυνομία, κατά τα ερντογανικά πρότυπα, θα μπορούσε άνετα η κυρία Κεραμέως, να αναλάβει το γραφείο Τύπου του αρχηγού της ΕΛΑΣ ή στο εγγύς μέλλον να πάρει τη δουλειά στην τηλεόραση από τη συμπαθή Μίνα Καραμήτρου.
Εκτός αν στην πραγματικότητα εποφθαλμιουσε ανέκαθεν τη θέση του κ. Χρυσοχοΐδη και για κακή τύχη της εκπαίδευσης, τοποθέτησε αυτήν υπουργό εναντίον της Παιδείας ο κ. Μητσοτάκης.
Και επειδή “έξις δευτέρα φύσις”, έκανε πάλι τη θεσμική της “κουτσουκέλα” η κυρία Κεραμέως, για να παραπλανήσει για πολλοστή φορά τη Βουλή.
Αντί να καταθέσει την προβλεπόμενη από το νόμο Γνωμοδότηση της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (ΑΠΔΠΧ) για τις προβλέψεις του νομοσχεδίου της, κατέθεσε μια επιστολή του Προέδρου της Αρχής κ. Μενουδάκου προς την ίδια.
Η επιστολή αυτή ΔΕΝ μπορεί να υποκαταστήσει τη γνωμοδότηση της Αρχής κατά την κατάθεση του Νομοσχεδίου.
Ούτε επιτρέπεται στην υπουργό να την ανασχηματίζει σε “Γνώμη” της ΑΠΔΠΧ. Πολύ περισσότερο, όταν η επιστολή του κ. Μενουδάκου σχολιάζει καταφανώς προηγούμενη εκδοχή του σχεδίου νόμου (απόδειξη ότι αναφέρεται στην προηγούμενη αρίθμηση της σχετικής διάταξης ως άρθρο 8) και όχι το νομοσχέδιο που τελικά κατατέθηκε στη Βουλή, αριθμώντας, πλέον, ως άρθρο 12 την επ’ιμαχη διάταξη.
Επιπλέον, παρά τις επισημάνσεις της επιστολής Μενουδάκου, η κυρία Κεραμέως ούτε ποια είναι τα δεδομένα επεξεργασίας που θα συλλέγουν οι κάμερες και τα άλλα τεχνικά μέσα στα Πανεπιστήμια, ορίζει ρητά στο Νόμο και κυρίως, αρνείται τη βασική υπόδειξη της Αρχής να διώξει την Αστυνομία και να αποκλείσει κάθε παρουσία της ή συμμετοχή στην επεξεργασία των ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων φοιτητών, καθηγητών και προσωπικού των Πανεπιστημίων ή πολιτών που τα επισκέπτονται ή διέρχονται από αυτα.
Επιμένει, δηλαδή, να παρανομεί αφού, όπως ρητά της επισημαίνει ο Πρόεδρος της ΑΠΔΠΧ, η ευθύνη αυτή είναι αποκλειστικά και μόνο των Πανεπιστημίων.
Θα αντιδράσει άραγε ο Πρόεδρος και το Προεδρείο της Βουλής στη νέα θεσμική απρέπεια της κυρίας Κεραμέως,, να μετατρέψει σε “Γνώμη” μια απλή επιστολή, ή θα εξακολουθήσει να την ανέχεται;
Όπως, δηλαδή, έχει κάνει π.χ. με την παράνομη κατακράτηση εκ μέρους της και την απόκρυψη από τη Βουλή και τη Δι@ύγεια της σύμβασης με την Cisco και τις άλλες παρανομίες που έχει διαπράξει στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση.
Δεν έχουμε λόγο να υποδείξουμε στην κυρία υπουργό την πρέπουσα συμπεριφορά απέναντι στο Κοινοβούλιο ή τρόπους να βελτιώσει τις επιδόσεις της στη λειτουργία ενός δήθεν επιτελικού κράτους. Αυτό πάσχει ως δομική σύλληψη από τον ιδρυτικό του νόμο.
Όμως, ακόμη και ο κ. Γεραπετρίτης δεν θα περίμενε τόση προχειρότητα και κακοποίηση της περίφημης “καλής νομοθέτησης” εκ μέρους της υπουργού Παιδείας. Αλλά ας μην ζητάμε πολλά.
Τις επόμενες ημέρες άλλωστε, μέσω του άρθρου 36 του νομοσχεδίου η υπουργός Παιδείας θα αποσυνδεθεί πλήρως από τη Βουλή, θα μπει σε καραντίνα από τον “ιό” της Δημοκρατίας, αφού, θα δώσει εξουσιοδότηση στον εαυτό της να διοικεί την εκπαίδευση κατά παρέκκλιση της κείμενης νομοθεσίας, όπως της καπνίσει και να κάνει ό,τι θέλει, μέχρι τη λήξη της σχολικής χρονιάς 2020-21. Μετά βλέπουμε.
Κάτι τέτοιο, υπερβαίνει σε αυταρχισμό και αντιδημοκρατικότητα ακόμη και τις ΠΝΠ που με πρόσχημα την πανδημία, εκδίδει η κυβέρνηση με στόχο πολλές φορές να μετατρέψει την “κρίση σε ευκαιρία” επιβολής αυταρχικών μέτρων, απευθείας αναθέσεων ή ρουσφετολογικών εξυπηρετήσεων. Αυτές τουλάχιστον τις εγκρίνει η κυβερνητική πλειοψηφία εκ των υστέρων.
Η κυρία Κεραμέως, λαμβάνει εκ των προτέρων εξουσιοδότηση να παρακάμψει τη Βουλή και στο τέλος δεν θα δώσει σε κανέναν λογαριασμό. Αν κάτι τέτοιο διαπράξει το σύνολο των υπουργών, θα έχουμε πολύ απλά και χωρίς να ανοίξει μύτη, κήρυξη κοινοβουλευτικής χούντας.
Τα παραπάνω θεσμικά και πολιτικά ατοπήματα, έχουν και μια ανακουφιστική διάσταση. Αφού, ο “νομικός ταλιμπανισμός” της κυβέρνησης είναι, όπως κάθε ιδεοληπτική και υπέρμετρα βουλησιαρχική πρόσληψη της πολιτικής, εντελώς σαθρός και αθεμελίωτος, νομικά.
Ο πολιτικός αγώνας μετά τη ψήφιση του νόμου αυτά τα κενά οφείλει να επισημάνει και να στοχεύσει, ώστε, το σάπιο σανίδι να υποχωρήσει και ο νόμος αυτός πράγματι “να μείνει στα χαρτιά”.
Τα δικαστήρια, τελικά, μετά τη βέβαιη προσφυγή των Πανεπιστημίων θα είναι εκείνα που θα τον ενταφιάσουν στα σκουπίδια της κοινοβουλευτικής ιστορίας του τόπου. “Υπάρχουν δικαστές” και στην Αθήνα, όχι μόνο “στο Βερολίνο”.
Και ήδη η Αρχή και ο πρώην διαπρεπής δικαστικός λειτουργός κ. Μενουδάκος, έχει εμφυτεύσει τη νομική “βόμβα” του, μέσω της επιστολής που αναγκάστηκε να προσκομίσει στη Βουλή η κυρία Κεραμέως. Το άρθρο 12 για την παρακολούθηση με τεχνικά μέσα της πανεπιστημιακής ζωής από την Αστυνομία είναι ήδη άταφο νομικό πτώμα, ψηφιστεί δεν ψηφιστεί από τη Βουλή.
Η επαναλαμβανόμενη αστοχία του Υπουργείου Παιδείας, σε ό, τι αφορά στη σχέση του με την προστασία των προσωπικών δεδομένων, μετά τη γενική εκπαίδευση και την ιλαροτραγωδία τής εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, μεταφέρεται τώρα στα Πανεπιστήμια.
Ως δίδυμη τερατογένεση: η Οργουελιανή “πανοπτική” επιτήρηση αντάμα με την Πανεπιστημιακή Αστυνομία.
Ο ιδανικός συνδυασμός για την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών! Μια ακόμη έννοια που παραποιείται βάναυσα όταν προφέρεται από τα “εθισμένα στην κακοποίηση” νοημάτων, χείλη της συγκεκριμένης υπουργού.
Τα παραπάνω συγκροτούν μια αληθινή όσο και επικίνδυνη πολιτική εκτροπή. Είναι μια βαθιά αντιδημοκρατική αντιμεταρρύθμιση, διαποτισμένη από μια επιδίωξη ιστορικού deja vu απέναντι στη Μεταπολιτευτική Δημοκρατία και εμπνεόμενη από τον εμφυλιοπολεμικό διχασμό.
Πρόκειται για ένα μεγάλο πισωγύρισμα που αποκαλύπτει το πολιτικό βάθος του χώρου που εκπροσωπεί η ΝΔ.
Την ένωση εις σάρκαν μίαν, των ακραίων νεοφιλελεύθερων με το υπερδεξιό ακροατήριο του συντηρητικού χώρου και τα “ορφανά” της Χ.Α. υπό την “ανάκρουση Μπογδάνου”, κατά την εύστοχη αναφορά της Αλέκας Παπαρήγα. Είναι η ελληνική Αlt Right, με διακηρυγμένο στόχο να μην επιτρέψει την επιστροφή της Αριστεράς στη διακυβέρνηση.
Το σύνθημα του κ. Χρυσοχοΐδη “Λευτεριά από τη Μεταπολίτευση”, που αντλεί έμπνευση από τα πρωτοσέλιδα του “ΣΤΌΧΟΥ” και του “Μακελειου”, πρέπει να διαβαστεί “Ποτέ ξανά Αριστερά.
Ποτέ ξανά να μην ορμήσει στο προσκήνιο της ιστορίας ο λαϊκός παράγοντας”. Η “Λευτεριά” του υπουργού Προ Πο, είναι το κατάντημα όχι ενός ιστορικού στελέχους του ΠΑΣΟΚ, αλλά ενός ολόκληρου χώρου, του λεγόμενου “ακραίου κέντρου”.
Είναι η συνθηκολόγηση με την Ουτοπική και δυστοπική ιδέα ότι “ένας άλλος κόσμος δεν είναι εφικτός” και η ενθουσιώδης υποδούλωσή του πλέον, σε ένα σύστημα εξουσίας που εκτείνεται από τους φανερούς και κρυφούς νοσταλγούς της χούντας μέχρι την παρασιτική ολιγαρχία.
Μια ολιγαρχία που με βασικό πολιτικό εκπρόσωπο τον κ. Μητσοτάκη, λειτουργεί ως ιδιοκτήτρια του κράτους. Ενώ, ταυτόχρονα διακινεί, μέσω των αδρά χρηματοδοτούμενων φιλικών της ΜΜΕ, ιδεολογικό αντικρατισμό με τη σέσουλα και κακομαθημένο νεοφιλελευθερισμό με το ποδήλατο.
Τη διαμόρφωση και την εμπέδωση αυτής ακριβώς της στρατηγικής πολιτικής συμμαχίας εικονογράφησε με τα πιο γκρίζα χρώματα η νομοθέτηση των δύο υπουργείων και η εμφάνιση στη Βουλή του δίδυμου Κεραμέως-Χρυσοχοΐδη σε εναλλασσόμενους ρόλους.
Παιδεία και Αστυνομία μαζί, έχουμε να δούμε πράγματι από τη “Λευτεριά από την απαίσια δικτατορία”, από τον ερχομό της δημοκρατικής Μεταπολίτευσης, αυτήν που καθυβρίζει σήμερα ένας ανάξιος δοτός υπουργός μιας δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης.
Από αυτό το ντελίριο αντιδημοκρατικού αυταρχισμού και από το επαπειλούμενο κρεσέντο αστυνομικής βίας και καταστολής, που επωάζει τον κίνδυνο για τραγωδίες και νέους Κορκονέες, “δραπετεύουν” συντηρητικοί φιλελεύθεροι πολιτικοί και ιδεολογικοί αντίπαλοι της Αριστεράς, όπως ο Γιώργος Σουφλιάς, ο Θόδωρος Φορτσάκης, ο Άρης Σπηλιωτόπουλος. Δεν είναι τυχαίο.
Όπως ο Τραμπ κατάφερε να αλώσει το παραδοσιακό Ρεπουμπλικανικό κόμμα με παρ` ολίγον τραγικές συνέπειες για τον πλανήτη, έτσι και εδώ η ΝΔ “τραμποποιείται” με εξαιρετικά γρήγορους ρυθμούς.
Δεν είναι τραμπική όλη η ΝΔ, σχεδόν όλοι όμως οι τραμπικοί είναι στη ΝΔ.
Από αυτή την παραμορφωτική για το σύνολο του πολιτικού μας συστήματος μετάλλαξη της ΝΔ, διαχωρίζουν τη θέση της στελέχη με μεγάλη ιστορία και “βαρύ όνομα” στη πορεία της ΝΔ, τουλάχιστον από την πτώση της δικτατορίας και μετά.
Για να επανέλθουμε στη συζήτηση του νομοσχεδίου στη Βουλή δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη η ομιλία του υφυπουργού Άγγελου Συρίγου.
Σε πλήρη τρομολαγνικό συντονισμό με την προϊσταμένη του υπουργό, ο κ. Συρίγος, αυτός σε ρόλο πολεμικού ανταποκριτή πριν το αστυνομικό δελτίο, ανταγωνίστηκε επάξια την κυρία Κεραμέως και δυσφήμισε εξίσου “καλά” τα Πανεπιστήμιά μας.
Γενικεύοντας ή υπαινισσόμενος την προσωπική του περιπέτεια και τον ξυλοδαρμό που υπέστη το 2017 (που επίσης καταδικάστηκε μετά βδελυγμίας από κάθε δημοκρατικό πολίτη), τον οποίο εργαλειοποιεί υπέρμετρα, για να διανύσει πιο εύκολα το δρόμο από την ακαδημαϊκή στην πολιτική καριέρα και από το ακραία εθνικιστικό και τουρκοφαγικό “Δίκτυο 21” στη ΝΔ .
Με το πάθημα να του γίνεται μάθημα, χθες ο κ Συρίγος απέφυγε να εκθέσει από το βήμα της Βουλής το ακάματο ιστορικό ενδιαφέρον του για τη χωροθέτηση των Αστυνομικών Τμημάτων επί χούντας.
Με στέρεη λοιπόν συγκρότηση και γνώση, ειδικά για τη δράση και τον στρατωνισμό της Αστυνομίας το “1969” , δεν είναι τυχαίο που ο κ. Συρίγος ανέλαβε μετά τον ανασχηματισμό μεγάλο μέρος της “βρώμικης δουλειάς” εναντίον των Πανεπιστημίων. Και τα κατάφερε. Εκεί που προφανώς ο κ. Διγαλάκης απέτυχε (ή δεν συνεμορφώθη απολύτως προς τας υποδείξεις).
Από το βήμα της Βουλής,ο κ.Συρίγος, επιβεβαίωσε με αδίστακτο κυνισμό και ψυχρό “επαγγελματισμό”, ότι θα κλείσουν Πανεπιστημιακά Τμήματα, εξαιτίας της δραστικής μείωσης του αριθμού των εισακτέων.
Θα κλείσουν, όχι γιατί υπάρχει ή πρόκειται να υπάρξει μια αντικειμενική διαδικασία αξιολόγησης (αυτή άλλωστε μόνο σε διορθωτικές προτάσεις θα οδηγούσε), αλλά, μέσω της ασφυξίας που θα τους προκαλέσει το κλείσιμο της στρόφιγγας των φοιτητικών ροών.
Για να εξανδραποδιστούν εκατοντάδες χιλιάδες νέοι τα επόμενα χρόνια από το δημόσιο Πανεπιστήμιο και να προσφερθούν “πελατεία” στα ιδιωτικά Κολλέγια.
Για να φτιαχτεί μέσω της απόσυρσης του κράτους μια ωραιότατη “μπίζνα” 200 εκ. ευρώ ιδιωτικής δαπάνης για την Παιδεία, επιπλέον αυτών που ήδη καταβάλλουν οι ελληνικές οικογένειες.
Και μόνο η επίσημη αναγγελία μέσα στον ιερό χώρο του Κοινοβουλίου της απόφασης της κυβέρνησης να κλείσει Πανεπιστήμια, θα έπρεπε ακόμη και σε συνθήκες περιορισμένου κοινοβουλευτικού διαλόγου λόγω πανδημίας, να ξεσηκώσει θύελλα.
Κλείσιμο Πανεπιστημίων με απόφαση της ελληνικής Βουλής χωρίς να το επιβάλλει κάποια φυσική καταστροφή ή ένας απροσμάχητος εξωτερικός παράγοντας είναι μια τερατώδης εξέλιξη. Ισοδυναμεί με πραγματική μορφωτική και πολιτιστική πανδημία.
Είναι ανατριχιαστικό στο έτος που γιορτάζουμε τα 200 χρόνια της Επανάστασης και του ελεύθερου βίου της χώρας να επιχειρείται να καταπνιγεί η αξεχώριστη από την ένοπλη, εξέγερση μορφωτική Επανάσταση που συντελέστηκε σε αυτόν τον τόπο.. Που ξεκίνησε πολύ πριν το 1821 σε συγκεκριμένα κέντρα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και πόλεις της Ευρώπης και οδήγησε το 1837 στην ίδρυση του πρώτου Πανεπιστημίου στην Αθήνα.
Η διαρκής επαναστατική και ανατρεπτική δημοκρατική αρχή ότι Πανεπιστήμιο είναι “η εκπαίδευση “ελεύθερων ανθρώπων από άλλους ελεύθερους ανθρώπους”, δόθηκε μάχη δύο αιώνων να κατισχύσει στο ελληνικό πανεπιστήμιο.
Οι μάχες αυτές, με ήττες και πισωγυρίσματα συνετέλεσαν σε μια πραγματική εποποιΐα ανάπτυξης και διαρκούς επέκτασης του πανεπιστημιακού θεσμού μέχρι τις μέρες μας. Το μεγάλο ιστορικό βήμα για να συμβαδίσει η κοινωνική εξέλιξη με τις ταχύτατα μεταβαλλόμενες συνθήκες στην παραγωγή και στην επιστημονική εξέλιξη ήταν η μαζική εκπαίδευση και το μαζικό Πανεπιστήμιο. Αυτό το βήμα, αυτό το δρόμο επιδιώκει να ναρκοθετήσει η ΝΔ.
Να βάλει τέλος στο Πανεπιστήμιο της νεωτερικότητας ως θεσμό διαποτισμένο από την αμφισβήτηση και την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών. Ως θεσμό κοινωνικής κινητικότητας και καταπολέμησης των ανισοτήτων. Και μάλιστα πότε;
Το 2021, ακριβώς τη χρονιά που με αίσθημα μιας νέας εθνικής αυτογνωσίας και αυτοπεποίθησης, τα πανεπιστήμιά μας θα έπρεπε να εξορμούν για την κατάκτηση ακόμη πιο φιλόδοξων στόχων αριστείας, κοινωνικής και επιστημονικής καταξίωσης.
Ταυτόχρονα με τη μείωση των εισακτέων η κυβέρνηση για να νομιμοποιήσει τον διοικητικά καθορισμένο “κόφτη” που δεν είναι άλλος από την υποχρεωτική χρήση ποσοστού άνω του 80% επί της μέσης βαθμολογικής βάσης του κάθε επιστημονικού πεδίου, έχει επιδοθεί σε πολύχρονη κατασυκοφάντηση στα όρια του bullying, όλων των παιδιών που πέρασαν όλα αυτά τα χρόνια στο Πανεπιστήμιο, με βαθμό μικρότερο του 10, καταφέρνοντας χιλιάδες από αυτά να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους και ήδη να ασκούν το επάγγελμά τους.
Η ΝΔ με δόλιο τρόπο συνδέει την φοιτητική διαρροή, αυτό που ευρέως ονομάζεται “αιώνιοι φοιτητές” με την κατάργηση της “βάσης του 10”, η οποία επέτρεψε να εισέρχονται στην Τριτοβάθμια υποψήφιοι με “λευκή κόλλα”. Καμία μελέτη δεν υπάρχει που να συνδέει ευθέως τον χαμηλό βαθμό εισαγωγής με το πλήθος των φοιτητών που καθυστερούν να αποφοιτησουν με τρόπο που να υπάρχει ταύτιση των δύο μεγεθών, όπως υπαινίσσεται η ΝΔ.
Στη λογική παρατήρηση ότι είναι ευνόητο να έχουν μαθησιακά κενά αυτά τα παιδιά η απάντηση δεν είναι να τα πετάξουμε εκτός Πανεπιστημίων (πελατεία στα ιδιωτικά Κολέγια ‘η στα Πανεπιστήμια του εξωτερικού, όπου εκεί είναι “ψιλά γράμματα¨ και ανύπαρκτος ο προβληματισμός για τις βάσεις, αφού η μόνη “βάση” που απαιτείται είναι οικονομικής φύσεως).
Απαιτείται, αντίθετα, να ενισχύσουμε την αντισταθμιστική εκπαίδευση και την ενισχυτική διδασκαλία των φοιτητών που υστερούν όπως συμβαίνει σε όλον τον κόσμο.
Τα παραπάνω τραγικά και ανεκδιήγητα μέτρα είναι η συμβολή της ΝΔ και προσωπικά του κ. Μητσοτάκη στον εορτασμό της Εθνικής μας Απελευθέρωσης. Το κλεισιμο Πανεπιστημίων και το άνοιγμα στη θέση τους ιδιωτικών Κολλεγίων. Κατά πλήρη αντιστροφή της ρήσης “Όπου ανοίγει ένα σχολείο κλείνει μια φυλακή¨που έθρεψε επί πολλές δεκαετίες τους οραματισμούς και την αγάπη αυτού του λαού για τα γράμματα.
Στην πανδημία η κυβέρνηση των “ανέμελων” ποδηλατών, διακηρύσσει ότι ακούει τους ειδικούς; Μάλιστα, η νεοφιλελεύθερη ρητορική έχει ανάγει τον τεχνοκρατισμό σε αλάνθαστο GPS των κοινωνιών μετά το “τέλος της ιστορίας” και της διάκρισης Αριστεράς- Δεξιάς. Μάλιστα!
Στο θέμα της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας, γιατί δεν ακούει τους συντηρητικούς (στην πλειοψηφία τους) Πρυτάνεις που μαζί με όλη την υπόλοιπη πανεπιστημιακή κοινότητα , υπερασπίζονται την Ακαδημαϊκή Αυτοτέλεια και το Σύνταγμα και ζητούν την απόσυρση του νομοσχεδίου, ώστε, στο πλαίσιο του Αυτοδιοίκητου να αναλάβουν την ευθύνη και για το ζήτημα της προστασίας των εγκαταστάσεων και του προσωπικού των Πανεπιστημίων.
Αυτούς τους “ειδικούς” αγνόησε ο κ. Μητσοτάκης και ένα ανθρωποφαγικό δίκτυο εντεταλμένων δημοσιολόγων επιτέθηκε εναντίον των Πρυτάνεων με πρωτοφανή λεκτική βία.
Μάλιστα, ο υπουργός Προ Πο με χυδαίο και προσβλητικό τρόπο και με θυμοσοφία “μπασκίνα” του “1969”, τους είπε, λίγες μέρες μετά τις αποκαλύψεις Μπεκατώρου και του ελληνικού me too, ότι στους πρυτάνεις ” αρέσει” η κακοποίηση και η βία γι` αυτό δεν την αντιμετωπίζουν.
Ποιος είπε τι σε ποιους; Πώς τόλμησε να απευθυνθεί με αυτό τον ιταμό τρόπο ο κ. Χρυσοχοΐδης στην πανεπιστημιακή ηγεσία; Τι απύθμενο θράσος!
Αν δεν είναι αυτό πρόκληση για ένταση και “μπάχαλο” και μάλιστα από υπουργό , τοτε οι λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους. Πρέπει να ζητηθεί επειγόντως να ανακαλέσει αυτή την προσβολή ο κ. Χρυσοχοΐδης.
Απομονωμένη από τον ακαδημαϊκό κόσμο και τη νεολαία η κυβέρνηση επιμένει να βαδίζει με “τα φρένα σπασμένα” στην κατηφόρα του αυταρχισμού και της αντιδημοκρατικής εκτροπής. Δεν την ενδιαφέρει ούτε η ασφάλεια ούτε η πρόοδος των Πανεπιστημίων.
Αν αυτός ήταν ο σκοπός της δεν θα σπαταλούσε 30 εκατομμύρια από τα χρήματα των φορολογουμένων για να συντηρήσει έναν κομματικό στρατό χιλίων “κηφήνων” Πανεπιστημιοφυλάκων, για να τρομοκρατεί τα Πανεπιστήμια.
Αυτό που την ενδιαφέρει μπροστα στην πρωτοφανή κρίση που προκαλεί ήδη την κοινωνική απόγνωση και οργή είναι να αστυνομεύσει ασφυκτικά και να βάλει λουκέτο στον κατ` εξοχήν χώρο που ιστορικά άνθισε η αντίσταση αυτού του λαού, στα Πανεπιστήμια.
Τη βία που προτίθενται να ασκήσουν στο εγγύς μέλλον απέναντι στις αντιδράσεις του λαού και της νεολαίας προαναγγέλλουν με αυτό το νομοσχέδιο.
Μας λένε καθαρά ότι αυτή τη φορά οι “νόμιμοι ιδιοκτήτες” θα υπερασπίσουν αδίστακτα την εξουσία τους ως περιουσία που τους ανήκει κληρονομικώ δικαίω από κάθε επίδοξο “καταπατητή”.
Αυτή είναι η λογική τους και αυτή κραδαίνουν ως σύμβολο κυριαρχίας και δύναμης με νομοσχέδια όπως αυτό για τα Πανεπιστήμια.
Η νέα ριζοσπαστική Δεξιά, επιθετική, ρεβανσιστική, απενεχοποιημένη είναι εδώ. Το διακύβευμα είναι μεγάλο, όσο και το μέγεθος της ιστορικής οπισθοχώρησης που επιχειρείται.
Το “γάντι” πρέπει να σηκωθεί. Πρώτα απ` όλα στους δρόμους και ως προς αυτό το συλλαλητήριο της προηγούμενης Πέμπτης αποτέλεσε μια αναπάντεχη επιτυχία που θα επαναληφθεί με περισσότερη ένταση τις επόμενες μέρες. Όμως, χωρίς να φοβόμαστε τη σύγκρουση, πρέπει να δούμε πέρα από αυτή.
Η ΝΔ δηλώνει ότι προγραμματικός της στόχος είναι το σπάσιμο του “κοινωνικού συμβολαίου” και η αναβίωση με γυμνούς όρους ενός σχήματος στιβαρής διακυβέρνησης με βάση το σχήμα “κυρίαρχος- κυριαρχούμενοι”.
Μια ολιγαρχικού τύπου αντιδημοκρατική στροφή και μια εν εξελίξει “δικτατορία της πλειοψηφίας” , που ψήγματά της προσφέρει για ανάλυση το συγκεκριμένο νομοσχέδιο.
Γι` αυτό η επίθεση στη Μεταπολίτευση είναι τόσο έντονη. Γι `αυτό τα Πανεπιστήμια ως οιονεί Άσυλα ιδεών και ελεύθερων ανθρώπων στοχοποιούνται. Κι ας είναι η ΔΑΠ πρώτη δύναμη. Κι ας είναι οι περισσότερες Σύγκλητοι συντηρητικού προσανατολισμού.
Η Δημοκρατία μας θεμελιώθηκε στο αίμα των νέων της εξέγερσης του Νοέμβρη και στο σύνθημα “Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία” και τώρα προστίθεται και η κραυγή “Υγεία”.
Η κρίση που έρχεται όπως και η προηγούμενη δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί από τις κυρίαρχες δυνάμεις του αστισμού στο πλαίσιο του κοινωνικού και πολιτικού συμβολαίου της Μεταπολίτευσης.
Γι ` αυτό η επιλογή της σύγκρουσης, γι ` αυτό προσπαθούν να καθυποτάξουν τα Πανεπιστήμια, που ακόμη και κλειστά από την πανδημία φαίνεται πως είναι ο εφιάλτης τους.
Αυτός είναι ο στόχος τους: να διαγράψουν τη Μεταπολίτευση που φέρει ανεξίτηλο το δημοκρατικό και αριστερό αποτύπωμα . Και για να αντιμετωπιστεί χρειάζεται η ευρύτερη δυνατή πολιτική και κοινωνική συμμαχία, αυτό που λέμε “Μέτωπο για την Παιδεία και τη Δημοκρατία”.
Μια μαχητική αντιπολίτευση με στρατηγική ενόραση που δεν θα φοβηθεί τη σύγκρουση αλλά και δεν θα εγκλωβιστεί στη στρατηγική της έντασης. Που, κι αυτό είναι το κύριο, θα ανασυστήσει και θα προτείνει στις νέες συνθήκες το “κοινωνικό συμβόλαιο” για την Ελλάδα της εποχής μετά την πανδημία, την Ελλάδα της Δημοκρατίας, του Αντιφασισμού και της Προόδου.
Την Ελλάδα της δημοκρατικής Μεταπολίτευσης. Που σε πείσμα των αρνητών της εξελίσσεται και κυοφορεί το μέλλον που διαρκεί πολύ.
Προς το παρόν έχουμε μπροστά μας μια κεντρική πολιτική μάχη.
Από την έκβασή της θα φανούν τα όρια των αντιτιθέμενων δυνάμεων που θα συγκρουστούν.
Έχουμε κάθε λόγο να την κερδίσουμε, αυτή τη μάχη ακόμη κι αν “χάσουμε” κοινοβουλευτικά. Ο πολιτικός χρόνος πυκνώνει.
Πάμε με δύναμη και με εμπιστοσύνη στις αστείρευτες δυνάμεις του λαού και της νεολαίας.
Πάμε ριζοσπαστικά και Αριστερά να σταματήσουμε την εκτροπή, να υπερασπιστούμε τις κατακτήσεις της Μεταπολίτευσης. Την ίδια τη Δημοκρατία.
Αλλο δρόμο, δεν έχει.
*Ο Τάκης Κατσαρός είναι συνεργάτης της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ