Ένα στα δύο παιδιά συνομιλεί με αγνώστους στο Διαδίκτυο. Ένα στα πέντε θα προχωρήσει και σε συνάντηση. Και αυτό, όταν μόλις τρεις στους δέκα γονείς ανησυχούν για τις επαφές του παιδιού τους με κάποιον άγνωστο στο Internet.
Μαζί με το κύμα καταγγελιών σεξουαλικής παρενόχλησης και βίας που έχει ξεσηκώσει ολόκληρη την ελληνική κοινωνία τον τελευταίο μήνα, καταγράφεται αύξηση στον αριθμό όσων επικοινωνούν με τη Γραμμή Βοήθειας Help-line.gr (210-60.07.686) του Ελληνικού Κέντρου Ασφαλούς Διαδικτύου του ΙΤΕ.
Με ποιον τρόπο γίνεται η διαδικτυακή αποπλάνηση ανηλίκων; Πώς μπορούν οι γονείς να προστατέψουν τα παιδιά τους;
«Οι έρευνες του Ελληνικού Κέντρου Ασφαλούς Διαδικτύου του ΙΤΕ εγείρουν ανησυχία καθώς ένα μεγάλο ποσοστό παιδιών που χρησιμοποιούν το Διαδίκτυο προσεγγίζονται από πιθανούς κακοποιητές.
Η ανεπαρκής γονεϊκή επίβλεψη εντείνει το πρόβλημα», εξηγεί η κ. Μαρία Δάρα, ψυχολόγος της Γραμμής Βοήθειας Help-line.gr.
Σε τι ακριβώς συνίσταται το «grooming» ή αλλιώς διαδικτυακή αποπλάνηση;
«Το online grooming είναι μία διαδικασία αργή, σταδιακή, κατά την οποία τα παιδιά, συνήθως προεφηβικής ή εφηβικής ηλικίας, προσεγγίζονται μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα, τα παιχνίδια, τα chat rooms.
Οι “groomers” προσποιούνται πως είναι συνομήλικοι με τα παιδιά, έχοντας αναρτήσει ψεύτικη φωτογραφία προφίλ ή δηλώνοντας ψευδή ηλικία.
Ακρογωνιαίος λίθος, η εδραίωση μιας σχέσης εμπιστοσύνης με τον ανήλικο. Η επικοινωνία μπορεί τότε να μεταφερθεί σε ιδιωτικό χώρο συνομιλίας.
Οι κακοποιητές γνωρίζουν πολύ καλά πώς να χειριστούν ψυχολογικά και συναισθηματικά τους εφήβους, ενώ τους χαρακτηρίζει μεγάλη “υπομονή”, καθώς το “ψάρεμα” μπορεί να διαρκέσει από μερικές ώρες έως και χρόνια.
Απώτερος στόχος η σεξουαλική εκμετάλλευση, κακοποίηση του παιδιού», επισημαίνει η ίδια, προσθέτοντας: «Δεν είναι απαραίτητο να υπάρχει σωματική επαφή, δηλαδή σεξουαλική βία, οπότε το παιδί δεν συνειδητοποιεί πως πρόκειται για κακοποιητική συμπεριφορά.
Αφού ο κακόβουλος χρήστης αποσπάσει από το παιδί υλικό ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων (φωτογραφίες ή βίντεο), για προσωπική δήθεν χρήση ή για επαγγελματική προώθηση μέσω “ειδικών” (μόντελινγκ κ.λπ.), θα του αποκαλύψει τους πραγματικούς του σκοπούς, που είναι κυρίως σεξουαλικού ή οικονομικού ενδιαφέροντος, θα επιδιώξει να εξασφαλίσει και επιπλέον ακατάλληλο υλικό ή θα επιχειρήσει να συναντηθεί με το θύμα.
Οι ενέργειες αυτές συχνά συνοδεύονται από τον εκβιασμό πως αν το παιδί δεν ενδώσει, ο δράστης θα κοινοποιήσει το υλικό στο Διαδίκτυο ή θα κάνει κακό σε αγαπημένα του πρόσωπα».
Πώς είναι δυνατόν, όμως, οι σημερινοί έφηβοι, οι οποίοι έχουν γεννηθεί μέσα στην τεχνολογία, να πέφτουν τόσο εύκολα στην παγίδα;
«Οι έφηβοι αισθάνονται παντοδύναμοι. Επιπλέον, θεωρούν πως είναι προστατευμένοι, όντας στο σπίτι τους ενώ νομίζουν ότι συνομιλούν με κάποιον συνομήλικό τους. Υπάρχει εμπιστοσύνη, έχει προηγηθεί “πλύση εγκεφάλου”».
Συνηθέστερα θύματα;
«Κορίτσια 14-17 ετών και άτομα που ανήκουν σε ομάδες LGBT, Ρομά, που προέρχονται από χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα», ενημερώνει η κ. Δάρα.
Από την πλευρά του, ο κ. Γιώργος Κορμάς, υπεύθυνος επικοινωνίας της γραμμής βοήθειας του Ελληνικού Κέντρου Ασφαλούς Διαδικτύου του ΙΤΕ, τονίζει:
«Ειδικά για τα ομοφυλόφιλα παιδιά, το Διαδίκτυο είναι ο μοναδικός ίσως χώρος που μπορούν να εκφραστούν. Λόγω ευαλωτότητας, εύκολα πέφτουν θύματα ενηλίκων και στη συνέχεια, δυσκολεύονται να καταγγείλουν την παρενόχληση ή τον εκβιασμό που υφίστανται».
Ποιες είναι οι ενδείξεις ότι «κάτι δεν πάει καλά»;
Σύμφωνα με την ψυχολόγο, «για τους εφήβους, όταν διαπιστώσουν πως εισπράττουν “ξαφνικό” ενδιαφέρον από κάποιον, όταν τους υπόσχονται δώρα, όπως κινητά τηλέφωνα ή εισιτήρια για εκδηλώσεις.
Κυρίως, όμως, όταν αρχίσουν τα “μην πεις σε κανέναν για τη συνομιλία μας“, “αυτό θα είναι το μυστικό μας”. Για τους γονείς, οποιαδήποτε αλλαγή στη συμπεριφορά του».
Όσο για την πρόληψη αλλά και την προστασία των παιδιών από τη διαδικτυακή παρενόχληση, η κ. Δάρα αναφέρει:
«Από την αρχή εξηγούμε στα παιδιά πως δεν πρέπει να μιλούν με αγνώστους στο Διαδίκτυο, ούτε να τους συναντούν. Να κρατούν το προφίλ τους ιδιωτικό. Να μπλοκάρουν ή να αναφέρουν τον δράστη αν γίνει δυσάρεστος. Κρατάμε ανοιχτό τον δίαυλο επικοινωνίας, ώστε το παιδί να αισθάνεται άνευ όρων αποδοχή, ασφάλεια, εμπιστοσύνη – ακόμη κι αν έχει γίνει κάτι λάθος.
Δεν ενοχοποιούμε ποτέ το παιδί-θύμα. Καταγγέλλουμε στους αρμόδιους, ενώ δεν παραλείπουμε να κρατήσουμε αποδεικτικά στοιχεία (print screen και αποθήκευση εικόνας)».
Η αντιμετώπιση, ωστόσο, οφείλει να είναι συνολική. Όπως ενημερώνουν οι ειδικοί: «Η εισαγωγή του μαθήματος της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης, της παιδείας γενικότερα, είναι βασικό ζητούμενο.
Να μάθουν τα παιδιά να αντιλαμβάνονται το σώμα τους, να ξεχωρίζουν τις κακοποιητικές συμπεριφορές.
Να μπλοκάρεται η πρόσβαση στα κοινωνικά δίκτυα σε παιδιά μικρότερα των 15 ετών».
Χρειάζεται όμως προσοχή ώστε να μην υπερισχύσει ο φόβος. «Η παιδικότητα είναι αναφαίρετο δικαίωμά τους».
Υποστήριξη
Το Ελληνικό Κέντρο Ασφαλούς Διαδικτύου είναι ο επίσημος εκπρόσωπος στην Ελλάδα των πανευρωπαϊκών οργανισμών INSAFE / INHOPE, που χαράσσουν την ευρωπαϊκή στρατηγική για ένα ασφαλές και ποιοτικό Διαδίκτυο.
Παρέχει ενημέρωση, βοήθεια και υποστήριξη με την ανάπτυξη τριών διακριτών δράσεων:
- Μέσω της ιστοσελίδας SaferInternet4Kids.gr παρέχονται ενημέρωση και υλικό γύρω από την ασφαλή χρήση του Ιντερνετ και των κοινωνικών δικτύων.
- Μέσω της συμβουλευτικής γραμμής Βοήθειας Ηelp-line (210-60.07.686, www.help-line.gr), εξειδικευμένοι ψυχολόγοι παρέχουν δωρεάν υποστήριξη και συμβουλές σχετικά με τη χρήση του Διαδικτύου.
- Μέσω της Ανοιχτής Γραμμής Καταγγελιών για το παράνομο περιεχόμενο του Διαδικτύου SafeLine (http://www.safeline.gr), δέχεται καταγγελίες για παιδική κακοποίηση και παράνομη χρήση του Διαδικτύου, καθώς και αναφορές για τυχόν εικόνες ή βίντεο κακοποίησης παιδιών, που εντοπίζονται στο Ιντερνετ.
Συνεργάζεται τόσο με την Ελληνική Αστυνομία όσο και με την INTERPOL μέσω του ευρωπαϊκού οργανισμού INHOPE.
Περιστατικά διαδικτυακής αποπλάνησης μπορούν να καταγγέλλονται και στη Δ/νση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος (τηλ. 11188).