Η εκπαιδευτική πολιτική αποτελεί ένα πεδίο που χαρακτηρίζεται από δυναμικές μεταβολής παρά τάσεις σταθερότητας.
Η συνθήκη αυτή εμφανίζεται πιο έντονα τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες λόγω της εγγενούς ροπής του νεοφιλελευθερισμού για συνεχείς μεταβολές των «εκπαιδευτικών συστημάτων της αμάθειας» και των κοινωνικών συγκρούσεων που προκαλούνται. Oι συνεχείς αλλαγές συνυπάρχουν βέβαια με αδράνειες στις καθημερινές πρακτικές εντός των εκπαιδευτικών θεσμών.
Ένα από τα κριτήρια επιτυχίας μιας εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης είναι η εισαγωγή νέων πρακτικών και μιας νέας ρουτίνας εντός των εκπαιδευτικών θεσμών. Η καθιέρωση της δημοτικής ως μοναδικής γλώσσας του εκπαιδευτικού συστήματος το 1974 από τον Γ. Ράλλη σήμαινε τον τερματισμό ενός κύκλου έντεκα ανατροπών γλωσσικής πολιτικής που ξεκίνησαν το 1917.
Σίγουρα συνιστά μια επιτυχημένη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση.
Το αυτό ισχύει και στην περίπτωση του ακαδημαϊκού τοπίου που δημιούργησε η πρώτη κυβέρνηση του Α. Παπανδρέου μέσω του νόμου 1268/1982 τερματίζοντας μια πεντηκονταετία αναζητήσεων μετά το νόμο 5343/1932.
Παρά τις πολλαπλές τροποποιήσεις, η ακαδημαϊκή «αρχιτεκτονική» που εγκαθίδρυσε ο νόμος 1268/1982 συνεχίζει να ισχύει. Στην πραγματικότητα, η πλειοψηφία των μέτρων εκπαιδευτικής πολιτικής αφήνει κάποια αποτυπώματα στο συνεχώς μεταβαλλόμενο πεδίο των εκπαιδευτικών θεσμών και πρακτικών.
Υπάρχουν βέβαια και μεταρρυθμιστικές προσπάθειες που κατέρρευσαν πλήρως εντός λίγων ετών χωρίς να κληρονομήσουν κάτι ουσιαστικό.
Για παράδειγμα, καμία από τις ουσιαστικές προβλέψεις (εκλογή πρυτάνεων, διαδικασίες εξέλιξης μελών ΔΕΠ, προγράμματα σπουδών εκτός Τμημάτων, Συμβούλια Ιδρύματος, κλπ.), του νόμου 4009/2011, γνωστού ως «νόμου Διαμαντοπούλου», δεν μακροημέρευσε. Το «ξήλωμα» είχε αρχίσει ήδη από τις αρχές του 2012.
Η επαναφορά των Συμβουλίων Ιδρύματος σε λίγους μήνες θα είναι μια ακόμα επιβεβαίωση του ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται κάπου μεταξύ τραγωδίας και φάρσας.
Αν και είναι νωρίς για βέβαιες κρίσεις, ορισμένες πτυχές της εκπαιδευτικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να παρέχουν εχέγγυα αντοχής στον χρόνο. Επιλέγω τρία μόνο παραδείγματα, υπάρχουν και πολλά άλλα.
Η δίχρονη υποχρεωτική προσχολική εκπαίδευση, παρόλες τις «χάρες» που κάνει η ΝΔ στους δικούς της δημάρχους καθυστερώντας την πλήρη εφαρμογή της, δύσκολα θα ανατραπεί ως πολιτική.
Η εκπαίδευση των παιδιών προσφύγων, παρόλες τις προσπάθειες υπονόμευσης της, είναι δύσκολο να καταργηθεί.
Η αναγνώριση του «ενσωματωμένου μεταπτυχιακού» (integrated master) στα πτυχία των πενταετών κύκλων πανεπιστημιακών σπουδών, συμπεριλαμβανομένων των πτυχίων Σχολών Μηχανικών που προέκυψαν από τα πρώην ΤΕΙ, δεν πρόκειται να θιγεί από καμία κυβέρνηση.
Ανάμεσα στους πολλούς παράγοντες που κρίνουν τη βιωσιμότητα μιας εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, ο πιο σημαντικός είναι η συμβολή της στην επίλυση πραγματικών προβλημάτων της εκπαιδευτικής κοινότητας όλων των βαθμίδων.
Κύριο χαρακτηριστικό της εκπαιδευτικής πολιτικής της ΝΔ είναι η προώθηση ακραίων μέτρων που οδηγούν σε αγανάκτηση τη συντριπτική πλειοψηφία των εκπαιδευτικών, μαθητών, φοιτητών και γονέων.
Για παράδειγμα, η εμμονή της κ. Υπουργού Παιδείας να προχωρήσει με τον δικό της τρόπο σε εκλογές αιρετών για τα υπηρεσιακά συμβούλια κατέληξε στο να πείσει το 7% – 9% των εκλογέων (το 91% – 93% απείχαν).
Το αδιέξοδο οδήγησε σε ακόμα μεγαλύτερο αδιέξοδο: η πρόβλεψη συμπλήρωσης των υπηρεσιακών συμβουλίων με διορισμένα μέλη στις περιπτώσεις ανυπαρξίας αιρετών εκπροσώπων θυμίζει άλλου είδους πολιτεύματα. Ούτε οι πιο συνεπείς συνδικαλιστές της ΝΔ δεν διανοούνται να υποστηρίξουν μια τέτοια πολιτική…
Η εγκατάσταση ενός ειδικού αστυνομικού σώματος εντός των πανεπιστημίων συνιστά πρωτοβουλία που τυγχάνει της αποδοκιμασίας όλων των θεσμών της ακαδημαϊκής κοινότητας – συμπεριλαμβανομένης της Συνόδου Πρυτάνεων και της ΠΟΣΔΕΠ – και χαρακτηριστικό παράδειγμα μέτρου που θα καταργηθεί πάραυτα στην επόμενη κυβερνητική.
Τα πανεπιστήμια χρειάζονται φύλακες και προσωπικό καθαριότητας αποτελούμενο από μόνιμους δημοσίους υπαλλήλους επιλεγμένους με τα κριτήρια του ΑΣΕΠ, ορισμένες ζώνες ελεγχόμενης πρόσβασης (π.χ. εργαστήρια με επικίνδυνα υλικά), βελτίωση των υποδομών τους και προπαντός ενίσχυση του διδακτικού προσωπικού και της φοιτητικής πρόνοιας. Άλλωστε, δεδομένου ότι το άσυλο έχει καταργηθεί μετά φανών και λαμπάδων, είναι απορίας άξιο γιατί απαιτείται ένα ειδικό αστυνομικό σώμα.
Δεν χρειάζεται πολύ σκέψη για να καταλήξει κανείς ότι αυτές και πολλές άλλες επιλογές δεν θα μακροημερεύσουν. Στο βαθμό που δεν συνομιλούν με τις πραγματικές ανάγκες της συντριπτικής πλειοψηφίας των μαθητών, φοιτητών και εκπαιδευτικών θα καταργηθούν με την ίδια αμεσότητα που θεσπίστηκαν.
Ο ΣΥΡΙΖΑ το δηλώνει εντός και εκτός κοινοβουλίου και ακόμα και το ΚΙΝΑΛ αποστασιοποιείται διακριτικά. Είναι αφελές να υποστηρίζουμε ότι η κυβέρνηση υιοθετεί αυτά τα μέτρα θεωρώντας ότι θα μακροημερεύσουν.
Ας μην υποτιμούμε τη νοημοσύνη των ηγετικών κύκλων της ΝΔ και ας μην ανάγουμε όλες τις επιλογές τους σε ιδεολογικές εμμονές.
Τα στελέχη της ΝΔ, που γνωρίζουν το κράτος και την κοινωνία, κατανοούν πολύ καλά το βραχύβιο αυτών των πολιτικών επιλογών. Γνωρίζουν επίσης ότι κανένα κίνημα δεν θα δημιουργηθεί για να υπερασπιστεί αυτά τα μέτρα όταν θα καταργηθούν.
Όπως άλλωστε συνέβη όταν καταργήθηκαν τα Συμβούλια Ιδρύματος στα ΑΕΙ, όταν καταργήθηκε η διαθεσιμότητα των εκπαιδευτικών των ΕΠΑΛ κλπ.
Υποστηρίζω ότι η θέσπιση ακραίων μέτρων εκπαιδευτικής πολιτικής από τη ΝΔ γίνεται εν πλήρει συνειδήσει του ότι αυτά δεν θα μακροημερεύσουν, δεν θα εμπεδώσουν νέες ρουτίνες εντός των εκπαιδευτικών θεσμών και θα καταργηθούν άμεσα στην επόμενη κυβερνητική αλλαγή.
Η ανταλλακτική πολιτική αξία της εκπαιδευτικής πολιτικής ημερομηνίας λήξης δεν έγκειται στο να πείσουν ή έστω να θέλξουν τους πολλούς συμπεριλαμβανομένων όσων αυτοπροσδιορίζονται ως κεντροδεξιοί.
Οι εκπαιδευτικές πολιτικές ημερομηνίας λήξης στοχεύουν στο να δώσουν διαπιστευτήρια στο υπερσυντηρητικό κοινό που η ΝΔ χρειάζεται να επαναπατρίσει στους κόλπους της και στην εξυπηρέτηση ομάδων συμφερόντων (σχολάρχες, ιδιοκτήτες Κολλεγίων, κλπ.) που ενισχύουν ποικιλοτρόπως το μηχανισμό της ΝΔ αλλά και την επανεκλογή συγκεκριμένων βουλευτών – πιθανά συμπεριλαμβανομένης και της κ. Υπουργού Παιδείας.
Στον χώρο της εκπαιδευτικής πολιτικής η ΝΔ, εκτιθέμενη με χονδροειδή ψέματα και συνεχείς γκάφες ολκής, γνωρίζει ότι έχει απωλέσει την ιδεολογική ηγεμονία και κατανοεί ότι νομοθετεί πολιτικές ημερομηνίας λήξης.
Τούτων δοθέντων, ζητούμενο δεν υπάρχει για τη ΝΔ αλλά μόνο για τον ΣΥΡΙΖΑ. Η αξιωματική αντιπολίτευση δηλώνει ευθαρσώς ότι θα καταργήσει όλες αυτές τις εκπαιδευτικές πολιτικές ημερομηνίας λήξης. Αυτό δεν αρκεί.
Χρειάζεται να δηλώσει αφενός τι μακρόβιο θα εγκαταστήσει στη θέση τους και αφετέρου να αφουγκραστεί την κοινωνία σχετικά για τις αναγκαίες κινήσεις επανόρθωσης των βλαβών που προκαλούνται στα χρόνια της διακυβέρνησης της ΝΔ.
Ο Γ. Αγγελόπουλος διδάσκει στο Α.Π.Θ.
Άρθρο του Γ. Αγγελόπουλου Πηγή: tvxs.gr