Οι εξετάσεις αυτές διενεργήθηκαν στις 18/5 και αφορούσαν μαθητές Στ Δημοτικού και Γ’ Γυμνασίου σχολείων που είχαν επιλεγεί από διάφορες Δνσεις Αθμιας και Βθμιας Εκπ/σης της χώρας.
Πατήστε εδώ για να δείτε το ερωτηματολόγιο.
Δείτε σε δημοσίευμα της ΕφτΣυντ τι υποστηρίζει το υπουργείο για αυτές τις διαγνωστικές εξετάσεις, αποκαλούνται και Ελληνική PISA και ποιος είναι ο αντίλογος.
Τι υποστηρίζει το ΥΠΑΙΘ
Τα επιχειρήματα του υπουργείου είναι πως με τις εν λόγω εξετάσεις θεσμοθετείται ένα κατοχυρωμένο πλαίσιο που θα συλλέγει συστηματικά, δειγματοληπτικά σε ανώνυμη βάση, μετρήσιμα στοιχεία για την ποιότητα της εκπαίδευσης, μέσω διάγνωσης γνώσεων και δεξιοτήτων των μαθητών. Επισημαίνεται πως «δεν μπορεί να υπάρξει βελτίωση χωρίς πρότερη αποτύπωση της υφιστάμενης κατάστασης με συγκεκριμένα, αντιπροσωπευτικά, μετρήσιμα στοιχεία», ενώ το υπουργείο αναφέρει πως η Ελλάδα αποτελεί μία από τις τελευταίες ανεπτυγμένες χώρες που δεν έχουν έως σήμερα έναν τέτοιο θεσμό.
Τα αντεπιχειρήματα και οι κίνδυνοι
Oμως, όπως επανειλημμένα διαβεβαιώνουν οι αρμόδιοι παράγοντες του υπ. Παιδείας, το εξεταστικό πρόγραμμα έχει σχεδιαστεί με πρότυπο το διεθνές πρόγραμμα PISA (Programme for International Student Assessment) του ΟΟΣΑ. Πρόκειται για ένα πρόγραμμα που έχει δεχτεί επιστημονικές επικρίσεις καθώς οδηγεί σε ακραίο ανταγωνισμό ανάμεσα στην εκπαιδευτική κοινότητα, σε κατηγοριοποίηση και κατάταξη των σχολείων, των μαθητών αλλά και των εκπαιδευτικών.
Για παράδειγμα, στην Αγγλία στο τέλος του Δημοτικού ο μαθητής δίνει εξετάσεις στα Μαθηματικά και τη Γλώσσα (SAT’s) και με βάση τα αποτελέσματα προκύπτει το λεγόμενο flight path (προσδοκία μάθησης) που τον ακολουθεί τα επόμενα μαθητικά του χρόνια και τον προσανατολίζει σε τι επίπεδο σχολείου δευτεροβάθμιας θα φοιτήσει, με βάση βέβαια την έντονη ταξική διαφοροποίηση που υπάρχει. Αντίστοιχα στη Γερμανία, στην ηλικία των 11 ετών, το συμβούλιο του σχολείου αποφασίζει με βάση την επίδοση του μαθητή σε ποιον από τους τρεις τύπους σχολείου δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης θα οδηγηθεί: Hauptschule (τετραετές τεχνικό σχολείο), Realschule (πενταετές γενικού χαρακτήρα σχολείο) και Gymnasium (επταετές ή οκταετές που οδηγεί στο Πανεπιστήμιο).
Παράλληλα τα τελευταία χρόνια αυξάνεται η κριτική διεθνώς για την αξιοπιστία, διαφάνεια και εγκυρότητα των αποτελεσμάτων του προγράμματος PISA. Μελετητές σε Γερμανία, Καναδά, Δανία και Αυστραλία διέγνωσαν σημαντικά κενά στη μεθοδολογία του που καθιστούν την ασφαλή εξαγωγή συμπερασμάτων εξαιρετικά προβληματική. «Η πραγματική στόχευση του ΟΟΣΑ δεν είναι η βελτίωση της εκπαίδευσης, αλλά η τροποποίησή της με όρους αγοράς. Διόλου τυχαία, μια από τις πιο επιδραστικές φωνές στον χώρο της εκπαίδευσης παγκοσμίως, ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Κάνσας Yong Zhao, παρατηρεί ότι τα τεστ PISA είναι “μια διεθνής μηχανή δημιουργίας ψευδών ειδώλων εκπαιδευτικής αριστείας”», επισημαίνει και ο πρόεδρος της ΟΙΕΛΕ, Γιώργος Χριστόπουλος.
Σημειώνεται, τέλος, πως ο συγκεκριμένος διαγωνισμός δεν λαμβάνει υπόψη τις προδιαγραφές των σχολικών προγραμμάτων των χωρών που συμμετέχουν, ούτε κοινωνικές, οικονομικές και γεωγραφικές ανισότητες, με συνέπεια να παράγονται αδιαμόρφωτα και ανεπαρκή μαθησιακά αποτελέσματα.