Το σουβλάκι κάποτε αποτελούσε το “έδεσμα” του “απλού λαού”. Τώρα αρχίζει να γίνεται μία πολυτέλεια, παρασυρμένο στην δίνη του πληθωρισμού.
Το σουβλάκι αποτελεί αγαπημένο φαγητό, τόσο των ντόπιων, όσο και των τουριστών, που ανυπομονούν να δοκιμάσουν το πολυπόθητο γεύμα.
Με την άνοδο των τιμών, το σουβλάκι έχει καταλήξει να κοστίζει πάνω από 3,50 ευρώ αυτό το διάστημα, δηλαδή περίπου …ένα ευρώ παραπάνω σε σχέση με πέρσι. Αυτό το καθιστά ασύμφορο και αναμένεται οι πωλήσεις του να μειωθούν.
Η απαρχή
Από πού όμως ξεκίνησε το σουβλάκι στην Ελλάδα;
Όπως διαβάζουμε στο βιβλίο της Μαρίνας Πετρίδου και του Τάσου Μπρεκουλάκη “Σουβλάκι“, το εθνικό μας φαγητό είναι ίσως από τα μοναδικά ελληνικά φαγητά που δεν ξεκίνησαν από την επαρχία, αλλά από την Αθήνα!
Ο Ισάκ Μερακλίδης ήταν αυτός που έφερε το σουβλάκι από την Αίγυπτο και έφτιαξε το πρώτο Αιγυπτιακόν στη Νίκαια, το 1924. Στην περιοχή, παρότι αυτό πλέον δεν υπάρχει, μπορεί κανείς να εντοπίσει άλλα ιστορικά μαγαζιά. Το δεύτερο λειτουργούσε στην πλατεία Μοναστηρακίου, στο χώρο που σήμερα εδράζεται ο “Μπαϊρακτάρης”.
Ο κος Ισάκ, Αρμένης από τα Άδανα, κυνηγημένος από τους Τούρκους, πέρασε στην Αίγυπτο ως πολιτικός πρόσφυγας και κατέληξε στην Αθήνα, άλλαξε το αληθινό του όνομα, το Μισάκ Ανισπικιάν, και ξεκίνησε νέα καριέρα ως Μερακλίδης φτιάχνοντας κεμπάπ από πρόβειο κρέας, πίτα και ντομάτα, όλα ψημένα στα κάρβουνα.
Η Λιβαδειά θα καθιερώσει το καλαμάκι με ψωμί αργότερα, στη δεκαετία του ’50, ενώ το πρώτο ντονέρ από κιμά θα κάνει την εμφάνισή του στην Αθήνα το 1962, μέχρι η Δικτατορία των Συνταγματαρχών να επιβάλει το χοιρινό (σε σουβλάκι, γύρο κ.λπ.) αλλάζοντας διά νόμου τη γεύση της ελληνικής λιχουδιάς του δρόμου.
Αύξηση των τιμών
Το σουβλάκι στο παρελθόν είχε αρκετά χαμηλή τιμή και αποτελούσε ένα εύκολο και “πλήρες” γεύμα. Πλέον είναι πολλές φορές αποτρεπτικό για μία πολυμελή οικογένεια. Ο πόλεμος στην Ουκρανία, καθώς και η πανδημία, δημιούργησαν σοβαρά και συνεχή οικονομικά προβλήματα στους διατροφικούς τομείς και τους χώρους εστίασης. Βασικά είδη, όπως τα λαχανικά, το κρέας και το ηλιέλαιο, βρίσκονται στην πρώτη γραμμή των τροφίμων που είδαν ανοδική πορεία τιμών.
Η ακρίβεια του σουβλακιού αποτέλεσε θέμα και στο Reuters.
Σε ειδικό ρεπορτάζ το πρακτορείο αναφέρει: “Καθώς οι Έλληνες εστιάτορες προετοιμάζονται για την καλοκαιρινή περίοδο, παρακολουθούν προσεκτικά τις δυνητικά επιζήμιες επιπτώσεις του πληθωρισμού – όπως φαίνεται επαρκώς από την ραγδαία αύξηση της τιμής του γνωστότερου και δημοφιλέστερου σνακ τόσο στους ντόπιους όσο και στους επισκέπτες. Το κλασικό ελληνικό φαγητό με ψητό κρέας τυλιγμένο σε πίτα με σαλάτα και τζατζίκι κοστίζει πλέον 3,30 ευρώ κατά μέσο όρο στην Αθήνα και είναι αυξημένο κατά 30% από το περασμένο καλοκαίρι“, όπως χαρακτηριστικά λέει. Προσθέτει επίσης ότι “οι μέσες τιμές για το σουβλάκι έχουν αυξηθεί πολύ πιο γρήγορα από τις βασικές μετρήσεις του πληθωρισμού -που κυμαίνονται σε υψηλό 28 ετών γύρω στο 10% στην Ελλάδα“.
Το σουβλάκι κάποτε αποτελούσε το “έδεσμα” του “απλού λαού”. Τώρα αρχίζει να γίνεται μία πολυτέλεια, παρασυρμένο στην δίνη του πληθωρισμού.
Το σουβλάκι αποτελεί αγαπημένο φαγητό, τόσο των ντόπιων, όσο και των τουριστών, που ανυπομονούν να δοκιμάσουν το πολυπόθητο γεύμα.
Με την άνοδο των τιμών, το σουβλάκι έχει καταλήξει να κοστίζει πάνω από 3,50 ευρώ αυτό το διάστημα, δηλαδή περίπου …ένα ευρώ παραπάνω σε σχέση με πέρσι. Αυτό το καθιστά ασύμφορο και αναμένεται οι πωλήσεις του να μειωθούν.
Η απαρχή
Από πού όμως ξεκίνησε το σουβλάκι στην Ελλάδα;
Όπως διαβάζουμε στο βιβλίο της Μαρίνας Πετρίδου και του Τάσου Μπρεκουλάκη “Σουβλάκι“, το εθνικό μας φαγητό είναι ίσως από τα μοναδικά ελληνικά φαγητά που δεν ξεκίνησαν από την επαρχία, αλλά από την Αθήνα!
Ο Ισάκ Μερακλίδης ήταν αυτός που έφερε το σουβλάκι από την Αίγυπτο και έφτιαξε το πρώτο Αιγυπτιακόν στη Νίκαια, το 1924. Στην περιοχή, παρότι αυτό πλέον δεν υπάρχει, μπορεί κανείς να εντοπίσει άλλα ιστορικά μαγαζιά. Το δεύτερο λειτουργούσε στην πλατεία Μοναστηρακίου, στο χώρο που σήμερα εδράζεται ο “Μπαϊρακτάρης”.
Ο κος Ισάκ, Αρμένης από τα Άδανα, κυνηγημένος από τους Τούρκους, πέρασε στην Αίγυπτο ως πολιτικός πρόσφυγας και κατέληξε στην Αθήνα, άλλαξε το αληθινό του όνομα, το Μισάκ Ανισπικιάν, και ξεκίνησε νέα καριέρα ως Μερακλίδης φτιάχνοντας κεμπάπ από πρόβειο κρέας, πίτα και ντομάτα, όλα ψημένα στα κάρβουνα.
Η Λιβαδειά θα καθιερώσει το καλαμάκι με ψωμί αργότερα, στη δεκαετία του ’50, ενώ το πρώτο ντονέρ από κιμά θα κάνει την εμφάνισή του στην Αθήνα το 1962, μέχρι η Δικτατορία των Συνταγματαρχών να επιβάλει το χοιρινό (σε σουβλάκι, γύρο κ.λπ.) αλλάζοντας διά νόμου τη γεύση της ελληνικής λιχουδιάς του δρόμου.
Αύξηση των τιμών
Το σουβλάκι στο παρελθόν είχε αρκετά χαμηλή τιμή και αποτελούσε ένα εύκολο και “πλήρες” γεύμα. Πλέον είναι πολλές φορές αποτρεπτικό για μία πολυμελή οικογένεια. Ο πόλεμος στην Ουκρανία, καθώς και η πανδημία, δημιούργησαν σοβαρά και συνεχή οικονομικά προβλήματα στους διατροφικούς τομείς και τους χώρους εστίασης. Βασικά είδη, όπως τα λαχανικά, το κρέας και το ηλιέλαιο, βρίσκονται στην πρώτη γραμμή των τροφίμων που είδαν ανοδική πορεία τιμών.
Η ακρίβεια του σουβλακιού αποτέλεσε θέμα και στο Reuters.
Σε ειδικό ρεπορτάζ το πρακτορείο αναφέρει: “Καθώς οι Έλληνες εστιάτορες προετοιμάζονται για την καλοκαιρινή περίοδο, παρακολουθούν προσεκτικά τις δυνητικά επιζήμιες επιπτώσεις του πληθωρισμού – όπως φαίνεται επαρκώς από την ραγδαία αύξηση της τιμής του γνωστότερου και δημοφιλέστερου σνακ τόσο στους ντόπιους όσο και στους επισκέπτες. Το κλασικό ελληνικό φαγητό με ψητό κρέας τυλιγμένο σε πίτα με σαλάτα και τζατζίκι κοστίζει πλέον 3,30 ευρώ κατά μέσο όρο στην Αθήνα και είναι αυξημένο κατά 30% από το περασμένο καλοκαίρι“, όπως χαρακτηριστικά λέει. Προσθέτει επίσης ότι “οι μέσες τιμές για το σουβλάκι έχουν αυξηθεί πολύ πιο γρήγορα από τις βασικές μετρήσεις του πληθωρισμού -που κυμαίνονται σε υψηλό 28 ετών γύρω στο 10% στην Ελλάδα“.