«Αδιέξοδα στην εφαρμογή του νόμου 4957 για τα ΑΕΙ», λέει η ΠΟΣΔΕΠ
Για αδιέξοδα στην κάνει λόγο η Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού. Όπως αναφέρουν οι πανεπιστημιακοί, και δυσχεραίνει σημαντικά τη λειτουργία των Τμημάτων και των Σχολών των Πανεπιστημίων.
Επισημαίνεται πως για την «απαράδεκτη δυσλειτουργία», που επικρατεί από την αρχή της ακαδημαϊκής χρονιάς επαναφέρει στο προσκήνιο την πάγια θέση μας ότι κάθε προσπάθεια νομοθέτησης, η οποία αγνοεί την πραγματικότητα και δεν προκύπτει από μια διαδικασία αλληλεπίδρασης με την (με άλλα λόγια αγνοεί εκείνους που θα κληθούν να εφαρμόσουν τον όποιο νόμο) είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
Aναλυτικά η ανακοίνωση:
H ΠΟΣΔΕΠ έχει πολλάκις επισημάνει ότι ο ν.4957 δεν ήταν αποτέλεσμα διαλόγου και διαβούλευσης, ενώ έχει κάθετα διαφωνήσει με ουσιώδεις πλευρές του, όπως το υπερσυγκεντρωτικό μοντέλο διοίκησης και η οργάνωση σπουδών πολλών ταχυτήτων. Πέραν τούτων, η ΠΟΣΔΕΠ έχει διατυπώσει έντονο προβληματισμό για την εφαρμοσιμότητα του νόμου. Η έναρξη της ακαδημαϊκής περιόδου δυστυχώς μας επιβεβαιώνει, καθώς η εφαρμογή του χωλαίνει και δυσχεραίνει σημαντικά τη λειτουργία των Τμημάτων και των Σχολών των Πανεπιστημίων.
Τα συναφή προβλήματα αντανακλούν στην καθημερινή λειτουργία των Ιδρυμάτων, ακόμη και στο διοικητικό τους σκέλος, επειδή ο ν.4957 έχει βασικές ελλείψεις, όσον αφορά σε μεταβατικές και σε εξουσιοδοτικές διατάξεις, ενώ υπάρχουν διατάξεις που θα πρέπει άμεσα να τροποποιηθούν ή στην καλύτερη περίπτωση να ερμηνευθούν. Ενδεικτικά αναφέρονται τα προβλήματα στη συμμετοχή μονοπρόσωπων οργάνων στη σύνθεση των Συνελεύσεων, στη συγκρότηση εκλεκτορικών με βάση τη συνάφεια, στη λήψη εκπαιδευτικών και προσωπικών αδειών.
Ειδικά για το μείζον θέμα της ανάδειξης των Συμβουλίων Διοίκησης των Πανεπιστημίων, η μη δυνατότητα ουσιαστικού ελέγχου της διαδικασίας κατανομής των ψήφων και η παντελής έλλειψη συναφών παραδειγμάτων και μοντέλων από πλευράς του Υπουργείου αναμένεται να οδηγήσει σε ενστάσεις και σε πιθανή ακυβερνησία τα Ιδρύματα.
Η απαράδεκτη δυσλειτουργία που επικρατεί από την αρχή της ακαδημαϊκής χρονιάς επαναφέρει στο προσκήνιο την πάγια θέση μας ότι κάθε προσπάθεια νομοθέτησης, η οποία αγνοεί την πραγματικότητα και δεν προκύπτει από μια διαδικασία αλληλεπίδρασης με την πανεπιστημιακή κοινότητα (με άλλα λόγια αγνοεί εκείνους που θα κληθούν να εφαρμόσουν τον όποιο νόμο) είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
«Αδιέξοδα στην εφαρμογή του νόμου 4957 για τα ΑΕΙ», λέει η ΠΟΣΔΕΠ
Για αδιέξοδα στην κάνει λόγο η Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού. Όπως αναφέρουν οι πανεπιστημιακοί, και δυσχεραίνει σημαντικά τη λειτουργία των Τμημάτων και των Σχολών των Πανεπιστημίων.
Επισημαίνεται πως για την «απαράδεκτη δυσλειτουργία», που επικρατεί από την αρχή της ακαδημαϊκής χρονιάς επαναφέρει στο προσκήνιο την πάγια θέση μας ότι κάθε προσπάθεια νομοθέτησης, η οποία αγνοεί την πραγματικότητα και δεν προκύπτει από μια διαδικασία αλληλεπίδρασης με την (με άλλα λόγια αγνοεί εκείνους που θα κληθούν να εφαρμόσουν τον όποιο νόμο) είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
Aναλυτικά η ανακοίνωση:
H ΠΟΣΔΕΠ έχει πολλάκις επισημάνει ότι ο ν.4957 δεν ήταν αποτέλεσμα διαλόγου και διαβούλευσης, ενώ έχει κάθετα διαφωνήσει με ουσιώδεις πλευρές του, όπως το υπερσυγκεντρωτικό μοντέλο διοίκησης και η οργάνωση σπουδών πολλών ταχυτήτων. Πέραν τούτων, η ΠΟΣΔΕΠ έχει διατυπώσει έντονο προβληματισμό για την εφαρμοσιμότητα του νόμου. Η έναρξη της ακαδημαϊκής περιόδου δυστυχώς μας επιβεβαιώνει, καθώς η εφαρμογή του χωλαίνει και δυσχεραίνει σημαντικά τη λειτουργία των Τμημάτων και των Σχολών των Πανεπιστημίων.
Τα συναφή προβλήματα αντανακλούν στην καθημερινή λειτουργία των Ιδρυμάτων, ακόμη και στο διοικητικό τους σκέλος, επειδή ο ν.4957 έχει βασικές ελλείψεις, όσον αφορά σε μεταβατικές και σε εξουσιοδοτικές διατάξεις, ενώ υπάρχουν διατάξεις που θα πρέπει άμεσα να τροποποιηθούν ή στην καλύτερη περίπτωση να ερμηνευθούν. Ενδεικτικά αναφέρονται τα προβλήματα στη συμμετοχή μονοπρόσωπων οργάνων στη σύνθεση των Συνελεύσεων, στη συγκρότηση εκλεκτορικών με βάση τη συνάφεια, στη λήψη εκπαιδευτικών και προσωπικών αδειών.
Ειδικά για το μείζον θέμα της ανάδειξης των Συμβουλίων Διοίκησης των Πανεπιστημίων, η μη δυνατότητα ουσιαστικού ελέγχου της διαδικασίας κατανομής των ψήφων και η παντελής έλλειψη συναφών παραδειγμάτων και μοντέλων από πλευράς του Υπουργείου αναμένεται να οδηγήσει σε ενστάσεις και σε πιθανή ακυβερνησία τα Ιδρύματα.
Η απαράδεκτη δυσλειτουργία που επικρατεί από την αρχή της ακαδημαϊκής χρονιάς επαναφέρει στο προσκήνιο την πάγια θέση μας ότι κάθε προσπάθεια νομοθέτησης, η οποία αγνοεί την πραγματικότητα και δεν προκύπτει από μια διαδικασία αλληλεπίδρασης με την πανεπιστημιακή κοινότητα (με άλλα λόγια αγνοεί εκείνους που θα κληθούν να εφαρμόσουν τον όποιο νόμο) είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
«Αδιέξοδα στην εφαρμογή του νόμου 4957 για τα ΑΕΙ», λέει η ΠΟΣΔΕΠ
Για αδιέξοδα στην κάνει λόγο η Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού. Όπως αναφέρουν οι πανεπιστημιακοί, και δυσχεραίνει σημαντικά τη λειτουργία των Τμημάτων και των Σχολών των Πανεπιστημίων.
Επισημαίνεται πως για την «απαράδεκτη δυσλειτουργία», που επικρατεί από την αρχή της ακαδημαϊκής χρονιάς επαναφέρει στο προσκήνιο την πάγια θέση μας ότι κάθε προσπάθεια νομοθέτησης, η οποία αγνοεί την πραγματικότητα και δεν προκύπτει από μια διαδικασία αλληλεπίδρασης με την (με άλλα λόγια αγνοεί εκείνους που θα κληθούν να εφαρμόσουν τον όποιο νόμο) είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
Aναλυτικά η ανακοίνωση:
H ΠΟΣΔΕΠ έχει πολλάκις επισημάνει ότι ο ν.4957 δεν ήταν αποτέλεσμα διαλόγου και διαβούλευσης, ενώ έχει κάθετα διαφωνήσει με ουσιώδεις πλευρές του, όπως το υπερσυγκεντρωτικό μοντέλο διοίκησης και η οργάνωση σπουδών πολλών ταχυτήτων. Πέραν τούτων, η ΠΟΣΔΕΠ έχει διατυπώσει έντονο προβληματισμό για την εφαρμοσιμότητα του νόμου. Η έναρξη της ακαδημαϊκής περιόδου δυστυχώς μας επιβεβαιώνει, καθώς η εφαρμογή του χωλαίνει και δυσχεραίνει σημαντικά τη λειτουργία των Τμημάτων και των Σχολών των Πανεπιστημίων.
Τα συναφή προβλήματα αντανακλούν στην καθημερινή λειτουργία των Ιδρυμάτων, ακόμη και στο διοικητικό τους σκέλος, επειδή ο ν.4957 έχει βασικές ελλείψεις, όσον αφορά σε μεταβατικές και σε εξουσιοδοτικές διατάξεις, ενώ υπάρχουν διατάξεις που θα πρέπει άμεσα να τροποποιηθούν ή στην καλύτερη περίπτωση να ερμηνευθούν. Ενδεικτικά αναφέρονται τα προβλήματα στη συμμετοχή μονοπρόσωπων οργάνων στη σύνθεση των Συνελεύσεων, στη συγκρότηση εκλεκτορικών με βάση τη συνάφεια, στη λήψη εκπαιδευτικών και προσωπικών αδειών.
Ειδικά για το μείζον θέμα της ανάδειξης των Συμβουλίων Διοίκησης των Πανεπιστημίων, η μη δυνατότητα ουσιαστικού ελέγχου της διαδικασίας κατανομής των ψήφων και η παντελής έλλειψη συναφών παραδειγμάτων και μοντέλων από πλευράς του Υπουργείου αναμένεται να οδηγήσει σε ενστάσεις και σε πιθανή ακυβερνησία τα Ιδρύματα.
Η απαράδεκτη δυσλειτουργία που επικρατεί από την αρχή της ακαδημαϊκής χρονιάς επαναφέρει στο προσκήνιο την πάγια θέση μας ότι κάθε προσπάθεια νομοθέτησης, η οποία αγνοεί την πραγματικότητα και δεν προκύπτει από μια διαδικασία αλληλεπίδρασης με την πανεπιστημιακή κοινότητα (με άλλα λόγια αγνοεί εκείνους που θα κληθούν να εφαρμόσουν τον όποιο νόμο) είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
«Αδιέξοδα στην εφαρμογή του νόμου 4957 για τα ΑΕΙ», λέει η ΠΟΣΔΕΠ
Για αδιέξοδα στην κάνει λόγο η Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού. Όπως αναφέρουν οι πανεπιστημιακοί, και δυσχεραίνει σημαντικά τη λειτουργία των Τμημάτων και των Σχολών των Πανεπιστημίων.
Επισημαίνεται πως για την «απαράδεκτη δυσλειτουργία», που επικρατεί από την αρχή της ακαδημαϊκής χρονιάς επαναφέρει στο προσκήνιο την πάγια θέση μας ότι κάθε προσπάθεια νομοθέτησης, η οποία αγνοεί την πραγματικότητα και δεν προκύπτει από μια διαδικασία αλληλεπίδρασης με την (με άλλα λόγια αγνοεί εκείνους που θα κληθούν να εφαρμόσουν τον όποιο νόμο) είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
Aναλυτικά η ανακοίνωση:
H ΠΟΣΔΕΠ έχει πολλάκις επισημάνει ότι ο ν.4957 δεν ήταν αποτέλεσμα διαλόγου και διαβούλευσης, ενώ έχει κάθετα διαφωνήσει με ουσιώδεις πλευρές του, όπως το υπερσυγκεντρωτικό μοντέλο διοίκησης και η οργάνωση σπουδών πολλών ταχυτήτων. Πέραν τούτων, η ΠΟΣΔΕΠ έχει διατυπώσει έντονο προβληματισμό για την εφαρμοσιμότητα του νόμου. Η έναρξη της ακαδημαϊκής περιόδου δυστυχώς μας επιβεβαιώνει, καθώς η εφαρμογή του χωλαίνει και δυσχεραίνει σημαντικά τη λειτουργία των Τμημάτων και των Σχολών των Πανεπιστημίων.
Τα συναφή προβλήματα αντανακλούν στην καθημερινή λειτουργία των Ιδρυμάτων, ακόμη και στο διοικητικό τους σκέλος, επειδή ο ν.4957 έχει βασικές ελλείψεις, όσον αφορά σε μεταβατικές και σε εξουσιοδοτικές διατάξεις, ενώ υπάρχουν διατάξεις που θα πρέπει άμεσα να τροποποιηθούν ή στην καλύτερη περίπτωση να ερμηνευθούν. Ενδεικτικά αναφέρονται τα προβλήματα στη συμμετοχή μονοπρόσωπων οργάνων στη σύνθεση των Συνελεύσεων, στη συγκρότηση εκλεκτορικών με βάση τη συνάφεια, στη λήψη εκπαιδευτικών και προσωπικών αδειών.
Ειδικά για το μείζον θέμα της ανάδειξης των Συμβουλίων Διοίκησης των Πανεπιστημίων, η μη δυνατότητα ουσιαστικού ελέγχου της διαδικασίας κατανομής των ψήφων και η παντελής έλλειψη συναφών παραδειγμάτων και μοντέλων από πλευράς του Υπουργείου αναμένεται να οδηγήσει σε ενστάσεις και σε πιθανή ακυβερνησία τα Ιδρύματα.
Η απαράδεκτη δυσλειτουργία που επικρατεί από την αρχή της ακαδημαϊκής χρονιάς επαναφέρει στο προσκήνιο την πάγια θέση μας ότι κάθε προσπάθεια νομοθέτησης, η οποία αγνοεί την πραγματικότητα και δεν προκύπτει από μια διαδικασία αλληλεπίδρασης με την πανεπιστημιακή κοινότητα (με άλλα λόγια αγνοεί εκείνους που θα κληθούν να εφαρμόσουν τον όποιο νόμο) είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
«Αδιέξοδα στην εφαρμογή του νόμου 4957 για τα ΑΕΙ», λέει η ΠΟΣΔΕΠ
Για αδιέξοδα στην κάνει λόγο η Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού. Όπως αναφέρουν οι πανεπιστημιακοί, και δυσχεραίνει σημαντικά τη λειτουργία των Τμημάτων και των Σχολών των Πανεπιστημίων.
Επισημαίνεται πως για την «απαράδεκτη δυσλειτουργία», που επικρατεί από την αρχή της ακαδημαϊκής χρονιάς επαναφέρει στο προσκήνιο την πάγια θέση μας ότι κάθε προσπάθεια νομοθέτησης, η οποία αγνοεί την πραγματικότητα και δεν προκύπτει από μια διαδικασία αλληλεπίδρασης με την (με άλλα λόγια αγνοεί εκείνους που θα κληθούν να εφαρμόσουν τον όποιο νόμο) είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
Aναλυτικά η ανακοίνωση:
H ΠΟΣΔΕΠ έχει πολλάκις επισημάνει ότι ο ν.4957 δεν ήταν αποτέλεσμα διαλόγου και διαβούλευσης, ενώ έχει κάθετα διαφωνήσει με ουσιώδεις πλευρές του, όπως το υπερσυγκεντρωτικό μοντέλο διοίκησης και η οργάνωση σπουδών πολλών ταχυτήτων. Πέραν τούτων, η ΠΟΣΔΕΠ έχει διατυπώσει έντονο προβληματισμό για την εφαρμοσιμότητα του νόμου. Η έναρξη της ακαδημαϊκής περιόδου δυστυχώς μας επιβεβαιώνει, καθώς η εφαρμογή του χωλαίνει και δυσχεραίνει σημαντικά τη λειτουργία των Τμημάτων και των Σχολών των Πανεπιστημίων.
Τα συναφή προβλήματα αντανακλούν στην καθημερινή λειτουργία των Ιδρυμάτων, ακόμη και στο διοικητικό τους σκέλος, επειδή ο ν.4957 έχει βασικές ελλείψεις, όσον αφορά σε μεταβατικές και σε εξουσιοδοτικές διατάξεις, ενώ υπάρχουν διατάξεις που θα πρέπει άμεσα να τροποποιηθούν ή στην καλύτερη περίπτωση να ερμηνευθούν. Ενδεικτικά αναφέρονται τα προβλήματα στη συμμετοχή μονοπρόσωπων οργάνων στη σύνθεση των Συνελεύσεων, στη συγκρότηση εκλεκτορικών με βάση τη συνάφεια, στη λήψη εκπαιδευτικών και προσωπικών αδειών.
Ειδικά για το μείζον θέμα της ανάδειξης των Συμβουλίων Διοίκησης των Πανεπιστημίων, η μη δυνατότητα ουσιαστικού ελέγχου της διαδικασίας κατανομής των ψήφων και η παντελής έλλειψη συναφών παραδειγμάτων και μοντέλων από πλευράς του Υπουργείου αναμένεται να οδηγήσει σε ενστάσεις και σε πιθανή ακυβερνησία τα Ιδρύματα.
Η απαράδεκτη δυσλειτουργία που επικρατεί από την αρχή της ακαδημαϊκής χρονιάς επαναφέρει στο προσκήνιο την πάγια θέση μας ότι κάθε προσπάθεια νομοθέτησης, η οποία αγνοεί την πραγματικότητα και δεν προκύπτει από μια διαδικασία αλληλεπίδρασης με την πανεπιστημιακή κοινότητα (με άλλα λόγια αγνοεί εκείνους που θα κληθούν να εφαρμόσουν τον όποιο νόμο) είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
«Αδιέξοδα στην εφαρμογή του νόμου 4957 για τα ΑΕΙ», λέει η ΠΟΣΔΕΠ
Για αδιέξοδα στην κάνει λόγο η Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού. Όπως αναφέρουν οι πανεπιστημιακοί, και δυσχεραίνει σημαντικά τη λειτουργία των Τμημάτων και των Σχολών των Πανεπιστημίων.
Επισημαίνεται πως για την «απαράδεκτη δυσλειτουργία», που επικρατεί από την αρχή της ακαδημαϊκής χρονιάς επαναφέρει στο προσκήνιο την πάγια θέση μας ότι κάθε προσπάθεια νομοθέτησης, η οποία αγνοεί την πραγματικότητα και δεν προκύπτει από μια διαδικασία αλληλεπίδρασης με την (με άλλα λόγια αγνοεί εκείνους που θα κληθούν να εφαρμόσουν τον όποιο νόμο) είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
Aναλυτικά η ανακοίνωση:
H ΠΟΣΔΕΠ έχει πολλάκις επισημάνει ότι ο ν.4957 δεν ήταν αποτέλεσμα διαλόγου και διαβούλευσης, ενώ έχει κάθετα διαφωνήσει με ουσιώδεις πλευρές του, όπως το υπερσυγκεντρωτικό μοντέλο διοίκησης και η οργάνωση σπουδών πολλών ταχυτήτων. Πέραν τούτων, η ΠΟΣΔΕΠ έχει διατυπώσει έντονο προβληματισμό για την εφαρμοσιμότητα του νόμου. Η έναρξη της ακαδημαϊκής περιόδου δυστυχώς μας επιβεβαιώνει, καθώς η εφαρμογή του χωλαίνει και δυσχεραίνει σημαντικά τη λειτουργία των Τμημάτων και των Σχολών των Πανεπιστημίων.
Τα συναφή προβλήματα αντανακλούν στην καθημερινή λειτουργία των Ιδρυμάτων, ακόμη και στο διοικητικό τους σκέλος, επειδή ο ν.4957 έχει βασικές ελλείψεις, όσον αφορά σε μεταβατικές και σε εξουσιοδοτικές διατάξεις, ενώ υπάρχουν διατάξεις που θα πρέπει άμεσα να τροποποιηθούν ή στην καλύτερη περίπτωση να ερμηνευθούν. Ενδεικτικά αναφέρονται τα προβλήματα στη συμμετοχή μονοπρόσωπων οργάνων στη σύνθεση των Συνελεύσεων, στη συγκρότηση εκλεκτορικών με βάση τη συνάφεια, στη λήψη εκπαιδευτικών και προσωπικών αδειών.
Ειδικά για το μείζον θέμα της ανάδειξης των Συμβουλίων Διοίκησης των Πανεπιστημίων, η μη δυνατότητα ουσιαστικού ελέγχου της διαδικασίας κατανομής των ψήφων και η παντελής έλλειψη συναφών παραδειγμάτων και μοντέλων από πλευράς του Υπουργείου αναμένεται να οδηγήσει σε ενστάσεις και σε πιθανή ακυβερνησία τα Ιδρύματα.
Η απαράδεκτη δυσλειτουργία που επικρατεί από την αρχή της ακαδημαϊκής χρονιάς επαναφέρει στο προσκήνιο την πάγια θέση μας ότι κάθε προσπάθεια νομοθέτησης, η οποία αγνοεί την πραγματικότητα και δεν προκύπτει από μια διαδικασία αλληλεπίδρασης με την πανεπιστημιακή κοινότητα (με άλλα λόγια αγνοεί εκείνους που θα κληθούν να εφαρμόσουν τον όποιο νόμο) είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
«Αδιέξοδα στην εφαρμογή του νόμου 4957 για τα ΑΕΙ», λέει η ΠΟΣΔΕΠ
Για αδιέξοδα στην κάνει λόγο η Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού. Όπως αναφέρουν οι πανεπιστημιακοί, και δυσχεραίνει σημαντικά τη λειτουργία των Τμημάτων και των Σχολών των Πανεπιστημίων.
Επισημαίνεται πως για την «απαράδεκτη δυσλειτουργία», που επικρατεί από την αρχή της ακαδημαϊκής χρονιάς επαναφέρει στο προσκήνιο την πάγια θέση μας ότι κάθε προσπάθεια νομοθέτησης, η οποία αγνοεί την πραγματικότητα και δεν προκύπτει από μια διαδικασία αλληλεπίδρασης με την (με άλλα λόγια αγνοεί εκείνους που θα κληθούν να εφαρμόσουν τον όποιο νόμο) είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
Aναλυτικά η ανακοίνωση:
H ΠΟΣΔΕΠ έχει πολλάκις επισημάνει ότι ο ν.4957 δεν ήταν αποτέλεσμα διαλόγου και διαβούλευσης, ενώ έχει κάθετα διαφωνήσει με ουσιώδεις πλευρές του, όπως το υπερσυγκεντρωτικό μοντέλο διοίκησης και η οργάνωση σπουδών πολλών ταχυτήτων. Πέραν τούτων, η ΠΟΣΔΕΠ έχει διατυπώσει έντονο προβληματισμό για την εφαρμοσιμότητα του νόμου. Η έναρξη της ακαδημαϊκής περιόδου δυστυχώς μας επιβεβαιώνει, καθώς η εφαρμογή του χωλαίνει και δυσχεραίνει σημαντικά τη λειτουργία των Τμημάτων και των Σχολών των Πανεπιστημίων.
Τα συναφή προβλήματα αντανακλούν στην καθημερινή λειτουργία των Ιδρυμάτων, ακόμη και στο διοικητικό τους σκέλος, επειδή ο ν.4957 έχει βασικές ελλείψεις, όσον αφορά σε μεταβατικές και σε εξουσιοδοτικές διατάξεις, ενώ υπάρχουν διατάξεις που θα πρέπει άμεσα να τροποποιηθούν ή στην καλύτερη περίπτωση να ερμηνευθούν. Ενδεικτικά αναφέρονται τα προβλήματα στη συμμετοχή μονοπρόσωπων οργάνων στη σύνθεση των Συνελεύσεων, στη συγκρότηση εκλεκτορικών με βάση τη συνάφεια, στη λήψη εκπαιδευτικών και προσωπικών αδειών.
Ειδικά για το μείζον θέμα της ανάδειξης των Συμβουλίων Διοίκησης των Πανεπιστημίων, η μη δυνατότητα ουσιαστικού ελέγχου της διαδικασίας κατανομής των ψήφων και η παντελής έλλειψη συναφών παραδειγμάτων και μοντέλων από πλευράς του Υπουργείου αναμένεται να οδηγήσει σε ενστάσεις και σε πιθανή ακυβερνησία τα Ιδρύματα.
Η απαράδεκτη δυσλειτουργία που επικρατεί από την αρχή της ακαδημαϊκής χρονιάς επαναφέρει στο προσκήνιο την πάγια θέση μας ότι κάθε προσπάθεια νομοθέτησης, η οποία αγνοεί την πραγματικότητα και δεν προκύπτει από μια διαδικασία αλληλεπίδρασης με την πανεπιστημιακή κοινότητα (με άλλα λόγια αγνοεί εκείνους που θα κληθούν να εφαρμόσουν τον όποιο νόμο) είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
«Αδιέξοδα στην εφαρμογή του νόμου 4957 για τα ΑΕΙ», λέει η ΠΟΣΔΕΠ
Για αδιέξοδα στην κάνει λόγο η Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού. Όπως αναφέρουν οι πανεπιστημιακοί, και δυσχεραίνει σημαντικά τη λειτουργία των Τμημάτων και των Σχολών των Πανεπιστημίων.
Επισημαίνεται πως για την «απαράδεκτη δυσλειτουργία», που επικρατεί από την αρχή της ακαδημαϊκής χρονιάς επαναφέρει στο προσκήνιο την πάγια θέση μας ότι κάθε προσπάθεια νομοθέτησης, η οποία αγνοεί την πραγματικότητα και δεν προκύπτει από μια διαδικασία αλληλεπίδρασης με την (με άλλα λόγια αγνοεί εκείνους που θα κληθούν να εφαρμόσουν τον όποιο νόμο) είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
Aναλυτικά η ανακοίνωση:
H ΠΟΣΔΕΠ έχει πολλάκις επισημάνει ότι ο ν.4957 δεν ήταν αποτέλεσμα διαλόγου και διαβούλευσης, ενώ έχει κάθετα διαφωνήσει με ουσιώδεις πλευρές του, όπως το υπερσυγκεντρωτικό μοντέλο διοίκησης και η οργάνωση σπουδών πολλών ταχυτήτων. Πέραν τούτων, η ΠΟΣΔΕΠ έχει διατυπώσει έντονο προβληματισμό για την εφαρμοσιμότητα του νόμου. Η έναρξη της ακαδημαϊκής περιόδου δυστυχώς μας επιβεβαιώνει, καθώς η εφαρμογή του χωλαίνει και δυσχεραίνει σημαντικά τη λειτουργία των Τμημάτων και των Σχολών των Πανεπιστημίων.
Τα συναφή προβλήματα αντανακλούν στην καθημερινή λειτουργία των Ιδρυμάτων, ακόμη και στο διοικητικό τους σκέλος, επειδή ο ν.4957 έχει βασικές ελλείψεις, όσον αφορά σε μεταβατικές και σε εξουσιοδοτικές διατάξεις, ενώ υπάρχουν διατάξεις που θα πρέπει άμεσα να τροποποιηθούν ή στην καλύτερη περίπτωση να ερμηνευθούν. Ενδεικτικά αναφέρονται τα προβλήματα στη συμμετοχή μονοπρόσωπων οργάνων στη σύνθεση των Συνελεύσεων, στη συγκρότηση εκλεκτορικών με βάση τη συνάφεια, στη λήψη εκπαιδευτικών και προσωπικών αδειών.
Ειδικά για το μείζον θέμα της ανάδειξης των Συμβουλίων Διοίκησης των Πανεπιστημίων, η μη δυνατότητα ουσιαστικού ελέγχου της διαδικασίας κατανομής των ψήφων και η παντελής έλλειψη συναφών παραδειγμάτων και μοντέλων από πλευράς του Υπουργείου αναμένεται να οδηγήσει σε ενστάσεις και σε πιθανή ακυβερνησία τα Ιδρύματα.
Η απαράδεκτη δυσλειτουργία που επικρατεί από την αρχή της ακαδημαϊκής χρονιάς επαναφέρει στο προσκήνιο την πάγια θέση μας ότι κάθε προσπάθεια νομοθέτησης, η οποία αγνοεί την πραγματικότητα και δεν προκύπτει από μια διαδικασία αλληλεπίδρασης με την πανεπιστημιακή κοινότητα (με άλλα λόγια αγνοεί εκείνους που θα κληθούν να εφαρμόσουν τον όποιο νόμο) είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.