Η αίσθηση του κενού που με καταβάλλει τον τελευταίο καιρό τείνει να μονιμοποιηθεί. Δεν βλέπω ένα φωτεινό παράθυρο, δεν βλέπω ένα όραμα. Κάθε μέρα αντιθέτως η απογοήτευση μεγαλώνει. Γιατί η προχειρότητα μαζί με την τεχνοκρατική προσέγγιση της παιδείας σκοτώνει. Σκοτώνει την παιδεία. Σκοτώνει εμάς.
Μια πικρή γεύση σφηνώνεται κάθε πρωί στο λαιμό μου και δεν λέει να ξεκολλήσει μέχρι αργά το απόγευμα. Καθώς ετοιμάζομαι για το σχολείο το συναίσθημα δεν είναι όπως παλιά. Ένα βάρος φορτώνεται στις πλάτες, πλακώνει το στήθος, φράζει τις χορδές της ομιλίας. Δεν μπορώ να αναπνεύσω. Ποια είμαι; Μέχρι χθες θεωρούσα λειτούργημα να είσαι δάσκαλος, σήμερα στέκομαι αμήχανη μπροστά στον καθρέφτη.
Σήμερα είμαι ένα εκτελεστικό όργανο. Πρέπει να ολοκληρώσω την ύλη, να καταθέσω αξιολογήσεις, να μετρήσω σε κουτάκια την απόδοσή μου, να υπολογίσω απουσίες, να επιμορφωθώ (με δικά μου έξοδα και σε ελεύθερο χρόνο δικό μου), να είμαι παραγωγική.
Παράλληλα, πρέπει να σιγουρευτώ ότι και οι μαθητές θα ακολουθήσουν την παραγωγική διαδικασία. Θα αποστηθίσουν ύλη, θα αξιολογηθούν με Τράπεζα θεμάτων (η λέξη Τράπεζα σύμπτωση ή κατεύθυνση; ), θα δοκιμαστούν σε διαγωνισμούς Pisa κτλ.
Όλα αυτά χωρίς αίθουσες χορού ή θεάτρου, χωρίς αθλητικά κέντρα, χωρίς ένα μάθημα καλλιτεχνικό, χωρίς ανάπτυξη δεξιοτήτων, χωρίς δράσεις καλλιέργειας ενσυναίσθησης, χωρίς ώθηση στην ενεργό συμμετοχή του μαθητή, χωρίς καλλιέργεια της αυτονομίας και της υπευθυνότητας, χωρίς μαθήματα οικοκυρικών, ψηφιακών δεξιοτήτων, πολιτισμού, αγάπης, σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης, επαγγελματικού προσανατολισμού, ισότητας, χωρίς ψυχολόγους.
Χωρίς τίποτα.
Μόνο με μαθήματα φυσικής, μαθηματικών, ιστορίας κτλ που διδάσκονται με ένα κακογραμμένο βιβλίο (και ειδικά οι θετικές επιστήμες αλλά και τα αρχαία προσανατολισμού της τρίτης λυκείου) σε επίπεδο πανεπιστημιακό.
Βιβλία παλιομοδίτικα, αίθουσες χωρίς τεχνολογικό εξοπλισμό, με τον παλιό μαυροπίνακα και την παραδοσιακή κιμωλία και παράλληλα προγράμματα για ψηφιακές δεξιότητες, (δεξιότητες γενικώς), e me, ελληνική αγωγή, σχολική υγεία.
Αντιφάσεις. Ένα χάος. Ένα κουβάρι που δεν λύνεται με τίποτα.
Παραπαίουμε ανάμεσα σε πομφόλυγες και μεγαλοστομίες, σε προγράμματα σχεδιασμένα σε χαρτί και σε ένα σχολείο που δεν έχει στοιχειώδεις υποδομές.
Ποιόν κοροϊδεύουμε; Ποιος μας κοροϊδεύει; Είμαστε κομπάρσοι, μαθητές και καθηγητές, σε μία κακογραμμένη παρωδία.
Και από την άλλη η κοινωνία. Άνθρωποι άνεργοι, κλεισμένοι καιρό λόγω πανδημίας, στερημένοι κάθε μικροχαράς, ζευγμένοι στα χρέη, θαμπωμένοι από την ανάπτυξη που ακούν, αλλά οι ίδιοι δεν βλέπουν στις ζωές τους, ενοχικοί που δεν χαίρονται κάθε λεπτό της ζωής, όπως τους υποδεικνύουν οι κάθε είδους και μέσου ψυχολόγοι, άνθρωποι χωρίς όνειρα πια, παρά ζώντας το άγχος της καθημερινής επιβίωσης έρχονται να σε κατασπαράξουν μέσα στο σχολείο, γιατί εσύ έχεις.
Θέση, ασφάλεια, εξουσία. Ή έτσι νομίζουν. Ή έτσι τους είπαν.
Γιατί καλύτερη πολιτική από αυτή του “διαίρει και βασίλευε” δεν επινοήθηκε ως σήμερα. Έρχονται λοιπόν να σε προσβάλλουν, να σε μειώσουν, να σε απαξιώσουν. Γιατί εσύ είσαι κοντά. Σε βλέπουν καθημερινά. Σε ακούν. Άρα εσύ φταις. Κι ας ξυπνάς το πρωί με μία πίκρα στο λαιμό . Εκείνοι δεν το ξέρουν . Εκείνοι ξέρουν τον φόβο τους, την πίκρα τους, τις διαψεύσεις τους, τη μοναξιά τους. Και θέλουν τον εχθρό τους. Τον πιο κοντινό που μπορούν να εντοπίσουν.
Ζούμε λοιπόν σε μια φαρσοκωμωδία από τη μία, ως ήρωες τραγωδίας από την άλλη. Ιλαρά περιστατικά που συμβαίνουν με την αξιοποίηση των νέων μεθόδων διδασκαλίας χωρίς υπολογιστές, χωρίς προτζέκτορες , χωρίς γενικά…και από την άλλη υπαίτιοι όλων των συμφορών που πλήττουν την ελληνική οικογένεια.
Η αίσθηση του κενού που με καταβάλλει τον τελευταίο καιρό τείνει να μονιμοποιηθεί. Δεν βλέπω ένα φωτεινό παράθυρο, δεν βλέπω ένα όραμα. Κάθε μέρα αντιθέτως η απογοήτευση μεγαλώνει. Γιατί η προχειρότητα μαζί με την τεχνοκρατική προσέγγιση της παιδείας σκοτώνει. Σκοτώνει την παιδεία. Σκοτώνει εμάς.
«Παιδί παιδάκι με τα καστανά μαλλιά
Σου ’μελλε να χαθείς εδώ για να σωθείς μακριά»
«Σου ’μελλε να χαθείς εδώ για να σωθείς μακριά» (1) γράφει ο ποιητής.
Αυτό το μακριά όμως με φοβίζει.
1. Οδυσσέας Ελύτης