Το ελληνικό σχολείο βρίσκει τους εκπαιδευτικούς να επιβιώνουν ίσως πιο εξαθλιωμένοι παρά ποτέ.
Εχουν περάσει 95 χρόνια από τότε που ο Δημήτρης Γληνός αρθρογραφούσε πύρινα στο περιοδικό «Αναγέννηση» κι ονειρευόταν μια νέα θέση για τον δάσκαλο στην κοινωνία κι ένα νέο σχολείο που θα αντικαθιστούσε «το σχολείον φυλακή και το σχολείον υπνωτήριον, το σχολείον των λόγων, των γραμματικών και των κενών φράσεων, το σχολείον οδοστρωτήρα και προκρούστη των ψυχών, το σχολείον το αφρονιμάτιστον, το σχολείον που δίδει χαρτιά και τίποτε άλλο, το σχολείον το περιφρονούμενον από μαθητές, από γονείς, από κοινωνία και πολιτεία».
Εναν σχεδόν αιώνα μετά, το ελληνικό σχολείο βρίσκει τους εκπαιδευτικούς να επιβιώνουν ίσως πιο εξαθλιωμένοι παρά ποτέ.
Αν ο διορισμός στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση αποτελεί το «φωτεινό αντικείμενο του πόθου» για χιλιάδες πτυχιούχους καθηγητικών σχολών (φιλόλογοι, μαθηματικοί, φυσικοί, θεολόγοι, γυμναστές κ.λπ.), η μετάθεση-επιστροφή στην «Ιθάκη», στον τόπο διαμονής, ισοδυναμεί με μια πολύχρονη περιπέτεια, μια σύγχρονη «Οδύσσεια» για χιλιάδες διορισμένους εκπαιδευτικούς.
Σε απόγνωση βρίσκονται χιλιάδες εκπαιδευτικοί οι οποίοι υπηρετούν χρόνια τώρα σε σχολεία εκτός τόπου μόνιμης κατοικίας. Η δραματική καθήλωση των μισθών, η οποία σε εκπαιδευτικούς με λίγα χρόνια υπηρεσίας (π.χ. κάτω από τη δεκαετία) «αποδίδει» 15νθήμερο της τάξης των 400 ευρώ σε αντιπαράθεση με τα απλησίαστα ενοίκια και την απελπιστική ακρίβεια, έχει σπάσει τα σύνορα της αντοχής.
Η αναγκαστική παραμονή για χρόνια σε περιοχές εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από τον μόνιμο τόπο διαμονής έχει δημιουργήσει ανυπέρβλητα προβλήματα επιβίωσης.
Τα πράγματα είναι σοβαρά, δραματικά για χιλιάδες ανθρώπους που πλέον νιώθουν να βαδίζουν σε μονόδρομο, σε αδιέξοδο. Και συντρίβονται ζωές και οικογένειες και η απόγνωση δεν θέλει πολύ να λιπάνει το έδαφος της νευρικής κρίσης.
Οι συνθήκες ζωής των δασκάλων στη χώρα μας: Σα να μην πέρασε μια μέρα
«… Οι ταλαίπωροι ούτοι διδάσκαλοι… οι των ευτελεστάτων υπηρετών και ιπποκόμων γλισχρότερον μισθοδοτούμενοι… τας παντοδαπάς περιυβρίσεις και εξευτελισμούς και προπηλακισμούς δεχόμενοι…»
(Εκθεση Ειδικού Επιθεωρητή προς το ΥΠΕΠΘ – 1883).
«Για να κάνει κανείς τον δάσκαλο σήμερα, μ’ αυτές τις συνθήκες, θα πρέπει να είναι εξαιρετικά ανθεκτικός στη φτώχεια, στην κοινωνική υποβάθμιση, στην κατασυκοφάντησή του…»
(Αποτελέσματα έρευνας, Εκπαιδευτικό Συνέδριο ΟΛΜΕ – 1993)
«Φρίκη με κατέλαβε ότε εν έτει 1885 διωρίσθην γενικός δ/ντής δημοτικής εκπαιδεύσεως, εν τω υπουργείω Παιδείας. Ουδείς δημοδιδάσκαλος ήτο εν ασφαλεία. Ο βουλευτής, ο κομματάρχης, ο παντοπώλης, ηδύνατο να τον μεταθέσουν, να τον παύσουν… Ενας βουλευτής είχεν είπει: Και τι βουλευτής είμαι εγώ, όταν δεν δύναμαι να παύσω ούτε ένα δημοδιδάσκαλον;»
(Αναμνήσεις του παιδαγωγού Παναγιώτη Οικονόμου)
«Αν όμως όλοι διασκεδάζωσιν, υπάρχουσιν ατυχή τινα όντα, άτινα κάθηνται επί ανημμένων ανθράκων, κατά τον μήνα τούτον. Τα όντα ταύτα είναι οι διδάσκαλοι, οι είλωτες της πολιτείας, οι παρίαι της δημοσίας υπηρεσίας. Κατά τον μήνα τούτον διορίζονται, μετατίθενται ή απολύονται οι ανά τας πόλεις και τας κώμας και τα χωρία διδάσκαλοι και διδασκάλισσαι από των γυμνασιαρχών μέχρι των επιστατών»
(Ο λογοτέχνης και εκπαιδευτικός Α. Κουρτίδης το 1887 περιγράφει εικόνες από την αθηναϊκή ζωή τον Αύγουστο)
«Εχω είκοσι χρόνια υπηρεσία εγώ και η γυναίκα μου που είναι δασκάλα άλλα τόσα και δεν είμαστε σε θέση να συντηρήσουμε την κόρη μας που είχε την ατυχία να πετύχει την είσοδό της σε AEI εκτός τόπου κατοικίας… τι άλλο να πω. Αρνούμαι στα 50 μου να χτυπάω την πόρτα των ιδιαιτέρων… Το θεωρώ εξευτελιστικό να μην μπορούμε να ζήσουμε από τον μισθό μας…»
(Γ. Κότσιρας, εκπαιδευτικός – στοιχεία έρευνας 2003)
«Είμαι ήδη 3 χρόνια στην περιοχή, εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι και δεν βλέπω φως επιστροφής. Η οικογένεια έχει μείνει πίσω, ζω σαν μετανάστης, τα χρήματα δεν φτάνουν πλέον ούτε για τα στοιχειώδη, συμπληρώνω τη διατροφή σε διάφορα συσσίτια και αναγκάζομαι πολλά βράδια, κρυφά, να βοηθάω στην κουζίνα μιας ταβέρνας. Εχω απελπιστεί και όλο και πιο πολύ μου έρχεται να τα παρατήσω»
(Ν.Κ., δάσκαλος στην Ορεστιάδα– Αδημοσίευτη ποιοτική έρευνα για τις συνθήκες ζωής των εκπαιδευτικών, 2014)
«Με 800 ευρώ τον μήνα και μια οικογένεια με δύο παιδιά πίσω σου, ίσα ίσα που επιβιώνεις», διηγείται. «Κάθε ταξίδι στο σπίτι κόστιζε 150 ευρώ κι έτσι πολύ σπάνια μπορούσα να επιστρέψω στην οικογένειά μου, η γυναίκα μου και τα παιδιά ζορίζονταν πολύ. Δεν είναι εύκολο να διαλύεται μια οικογένεια. Κρατηθήκαμε με νύχια και με δόντια…Εδώ, οι καθηγητές αναγκάζονται να αλλάζουν 3 και 4 σχολεία την εβδομάδα μέσα στο χιόνι, τον πάγο και την ομίχλη, σε δρόμους δύσβατους και μετρώντας τα ελάχιστα χρήματά τους για τις βενζίνες».
(Βασίλης Λιόντος, καθηγητής Κοινωνιολογίας το 2016. Στα 43 του διορίστηκε στη Φλώρινα, κυριολεκτικά στην άλλη άκρη της Ελλάδας, αφού το σπίτι του είναι στα Χανιά).
«Έντεκα χρόνια αναπληρωτής Τζια, Κάσο, Τήνο, Κρήτη, πάλι Τζια, Μύκονο, Λέρο, Μύκονο. Η γυναίκα μου σχεδόν εννιά χρόνια αναπληρώτρια. Οταν γεννούσε το τρίτο μας παιδί πήρα δύο μέρες ειδική άδεια και δύο αναρρωτική. Από αυτές που τις χρεώνουν και δεν πληρώνεσαι κανονικά. Τον είδα τελικά τον μικρό μου να γεννιέται. Μα δεν τον είδα καλά-καλά να μεγαλώνει. Έντεκα χρόνια το ίδιο τροπάρι, απόλυση, ταμείο, δηλώσεις, αγωνία, πρόσληψη, βαλίτσα, αμάξι, ταξίδι, στομάχι, κόμπος, ζωή ρουλέτα. Επτά χρόνια μετά καταφέραμε να βρεθούμε στον ίδιο τόπο στη Μύκονο. Δεν θυμάμαι αν είχαμε πολλά να πούμε πλέον.»
(Τάσος Π. Φυσικός, 2021)
Το πρώτο κείμενο απέχει από το τελευταίο περίπου 139 χρόνια. Παρ’ όλα αυτά…
«Το κράτος, εξάλλου, ας θελήσει επιτέλους να σκεφτεί ότι δεν είναι επιχειρηματίας που το σχολείο είναι απλώς ένα μαγαζί του κι ο εκπαιδευτικός ο υπάλληλος του μαγαζιού αυτού… Αν το κράτος εξακολουθήσει να κάνει εμπορικούς υπολογισμούς και να αναγκάζει τον εκπαιδευτικό έστω και μια στιγμή της μέρας του να ξοδεύει έξω από το σχολείο για τη διατροφή του, ε, τότε αλίμονο στα νιάτα που μπαίνουνε μέσα σε τέτοια εμπορικά καταστήματα»
(M. Κουντουράς)
Το ελληνικό σχολείο βρίσκει τους εκπαιδευτικούς να επιβιώνουν ίσως πιο εξαθλιωμένοι παρά ποτέ.
Εχουν περάσει 95 χρόνια από τότε που ο Δημήτρης Γληνός αρθρογραφούσε πύρινα στο περιοδικό «Αναγέννηση» κι ονειρευόταν μια νέα θέση για τον δάσκαλο στην κοινωνία κι ένα νέο σχολείο που θα αντικαθιστούσε «το σχολείον φυλακή και το σχολείον υπνωτήριον, το σχολείον των λόγων, των γραμματικών και των κενών φράσεων, το σχολείον οδοστρωτήρα και προκρούστη των ψυχών, το σχολείον το αφρονιμάτιστον, το σχολείον που δίδει χαρτιά και τίποτε άλλο, το σχολείον το περιφρονούμενον από μαθητές, από γονείς, από κοινωνία και πολιτεία».
Εναν σχεδόν αιώνα μετά, το ελληνικό σχολείο βρίσκει τους εκπαιδευτικούς να επιβιώνουν ίσως πιο εξαθλιωμένοι παρά ποτέ.
Αν ο διορισμός στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση αποτελεί το «φωτεινό αντικείμενο του πόθου» για χιλιάδες πτυχιούχους καθηγητικών σχολών (φιλόλογοι, μαθηματικοί, φυσικοί, θεολόγοι, γυμναστές κ.λπ.), η μετάθεση-επιστροφή στην «Ιθάκη», στον τόπο διαμονής, ισοδυναμεί με μια πολύχρονη περιπέτεια, μια σύγχρονη «Οδύσσεια» για χιλιάδες διορισμένους εκπαιδευτικούς.
Σε απόγνωση βρίσκονται χιλιάδες εκπαιδευτικοί οι οποίοι υπηρετούν χρόνια τώρα σε σχολεία εκτός τόπου μόνιμης κατοικίας. Η δραματική καθήλωση των μισθών, η οποία σε εκπαιδευτικούς με λίγα χρόνια υπηρεσίας (π.χ. κάτω από τη δεκαετία) «αποδίδει» 15νθήμερο της τάξης των 400 ευρώ σε αντιπαράθεση με τα απλησίαστα ενοίκια και την απελπιστική ακρίβεια, έχει σπάσει τα σύνορα της αντοχής.
Η αναγκαστική παραμονή για χρόνια σε περιοχές εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από τον μόνιμο τόπο διαμονής έχει δημιουργήσει ανυπέρβλητα προβλήματα επιβίωσης.
Τα πράγματα είναι σοβαρά, δραματικά για χιλιάδες ανθρώπους που πλέον νιώθουν να βαδίζουν σε μονόδρομο, σε αδιέξοδο. Και συντρίβονται ζωές και οικογένειες και η απόγνωση δεν θέλει πολύ να λιπάνει το έδαφος της νευρικής κρίσης.
Οι συνθήκες ζωής των δασκάλων στη χώρα μας: Σα να μην πέρασε μια μέρα
«… Οι ταλαίπωροι ούτοι διδάσκαλοι… οι των ευτελεστάτων υπηρετών και ιπποκόμων γλισχρότερον μισθοδοτούμενοι… τας παντοδαπάς περιυβρίσεις και εξευτελισμούς και προπηλακισμούς δεχόμενοι…»
(Εκθεση Ειδικού Επιθεωρητή προς το ΥΠΕΠΘ – 1883).
«Για να κάνει κανείς τον δάσκαλο σήμερα, μ’ αυτές τις συνθήκες, θα πρέπει να είναι εξαιρετικά ανθεκτικός στη φτώχεια, στην κοινωνική υποβάθμιση, στην κατασυκοφάντησή του…»
(Αποτελέσματα έρευνας, Εκπαιδευτικό Συνέδριο ΟΛΜΕ – 1993)
«Φρίκη με κατέλαβε ότε εν έτει 1885 διωρίσθην γενικός δ/ντής δημοτικής εκπαιδεύσεως, εν τω υπουργείω Παιδείας. Ουδείς δημοδιδάσκαλος ήτο εν ασφαλεία. Ο βουλευτής, ο κομματάρχης, ο παντοπώλης, ηδύνατο να τον μεταθέσουν, να τον παύσουν… Ενας βουλευτής είχεν είπει: Και τι βουλευτής είμαι εγώ, όταν δεν δύναμαι να παύσω ούτε ένα δημοδιδάσκαλον;»
(Αναμνήσεις του παιδαγωγού Παναγιώτη Οικονόμου)
«Αν όμως όλοι διασκεδάζωσιν, υπάρχουσιν ατυχή τινα όντα, άτινα κάθηνται επί ανημμένων ανθράκων, κατά τον μήνα τούτον. Τα όντα ταύτα είναι οι διδάσκαλοι, οι είλωτες της πολιτείας, οι παρίαι της δημοσίας υπηρεσίας. Κατά τον μήνα τούτον διορίζονται, μετατίθενται ή απολύονται οι ανά τας πόλεις και τας κώμας και τα χωρία διδάσκαλοι και διδασκάλισσαι από των γυμνασιαρχών μέχρι των επιστατών»
(Ο λογοτέχνης και εκπαιδευτικός Α. Κουρτίδης το 1887 περιγράφει εικόνες από την αθηναϊκή ζωή τον Αύγουστο)
«Εχω είκοσι χρόνια υπηρεσία εγώ και η γυναίκα μου που είναι δασκάλα άλλα τόσα και δεν είμαστε σε θέση να συντηρήσουμε την κόρη μας που είχε την ατυχία να πετύχει την είσοδό της σε AEI εκτός τόπου κατοικίας… τι άλλο να πω. Αρνούμαι στα 50 μου να χτυπάω την πόρτα των ιδιαιτέρων… Το θεωρώ εξευτελιστικό να μην μπορούμε να ζήσουμε από τον μισθό μας…»
(Γ. Κότσιρας, εκπαιδευτικός – στοιχεία έρευνας 2003)
«Είμαι ήδη 3 χρόνια στην περιοχή, εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι και δεν βλέπω φως επιστροφής. Η οικογένεια έχει μείνει πίσω, ζω σαν μετανάστης, τα χρήματα δεν φτάνουν πλέον ούτε για τα στοιχειώδη, συμπληρώνω τη διατροφή σε διάφορα συσσίτια και αναγκάζομαι πολλά βράδια, κρυφά, να βοηθάω στην κουζίνα μιας ταβέρνας. Εχω απελπιστεί και όλο και πιο πολύ μου έρχεται να τα παρατήσω»
(Ν.Κ., δάσκαλος στην Ορεστιάδα– Αδημοσίευτη ποιοτική έρευνα για τις συνθήκες ζωής των εκπαιδευτικών, 2014)
«Με 800 ευρώ τον μήνα και μια οικογένεια με δύο παιδιά πίσω σου, ίσα ίσα που επιβιώνεις», διηγείται. «Κάθε ταξίδι στο σπίτι κόστιζε 150 ευρώ κι έτσι πολύ σπάνια μπορούσα να επιστρέψω στην οικογένειά μου, η γυναίκα μου και τα παιδιά ζορίζονταν πολύ. Δεν είναι εύκολο να διαλύεται μια οικογένεια. Κρατηθήκαμε με νύχια και με δόντια…Εδώ, οι καθηγητές αναγκάζονται να αλλάζουν 3 και 4 σχολεία την εβδομάδα μέσα στο χιόνι, τον πάγο και την ομίχλη, σε δρόμους δύσβατους και μετρώντας τα ελάχιστα χρήματά τους για τις βενζίνες».
(Βασίλης Λιόντος, καθηγητής Κοινωνιολογίας το 2016. Στα 43 του διορίστηκε στη Φλώρινα, κυριολεκτικά στην άλλη άκρη της Ελλάδας, αφού το σπίτι του είναι στα Χανιά).
«Έντεκα χρόνια αναπληρωτής Τζια, Κάσο, Τήνο, Κρήτη, πάλι Τζια, Μύκονο, Λέρο, Μύκονο. Η γυναίκα μου σχεδόν εννιά χρόνια αναπληρώτρια. Οταν γεννούσε το τρίτο μας παιδί πήρα δύο μέρες ειδική άδεια και δύο αναρρωτική. Από αυτές που τις χρεώνουν και δεν πληρώνεσαι κανονικά. Τον είδα τελικά τον μικρό μου να γεννιέται. Μα δεν τον είδα καλά-καλά να μεγαλώνει. Έντεκα χρόνια το ίδιο τροπάρι, απόλυση, ταμείο, δηλώσεις, αγωνία, πρόσληψη, βαλίτσα, αμάξι, ταξίδι, στομάχι, κόμπος, ζωή ρουλέτα. Επτά χρόνια μετά καταφέραμε να βρεθούμε στον ίδιο τόπο στη Μύκονο. Δεν θυμάμαι αν είχαμε πολλά να πούμε πλέον.»
(Τάσος Π. Φυσικός, 2021)
Το πρώτο κείμενο απέχει από το τελευταίο περίπου 139 χρόνια. Παρ’ όλα αυτά…
«Το κράτος, εξάλλου, ας θελήσει επιτέλους να σκεφτεί ότι δεν είναι επιχειρηματίας που το σχολείο είναι απλώς ένα μαγαζί του κι ο εκπαιδευτικός ο υπάλληλος του μαγαζιού αυτού… Αν το κράτος εξακολουθήσει να κάνει εμπορικούς υπολογισμούς και να αναγκάζει τον εκπαιδευτικό έστω και μια στιγμή της μέρας του να ξοδεύει έξω από το σχολείο για τη διατροφή του, ε, τότε αλίμονο στα νιάτα που μπαίνουνε μέσα σε τέτοια εμπορικά καταστήματα»
(M. Κουντουράς)