«Έβρισκε διαθέσιμο χρόνο και χώρο. Στα αποδυτήρια, στις τουαλέτες, στη θάλασσα, σε σκάφη…» είπε για τον βιασμό της αθλήτριας ο εισαγγελέας
O εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου προτείνει την ενοχή για βιασμό και κατάχρηση σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση της αθλήτριας του ενώ ήταν 12 ετών.
Σύμφωνα με τον εισαγγελέα Χαράλαμπο Μαστραντωνάκης, ο κατηγορούμενος εφάρμοσε ένα «εγκληματικό σχέδιο» καταχρώμενος την ιδιότητα του ως προπονητής αλλά και την εμπιστοσύνη των γονιών της ανήλικης.
Ο εισαγγελέας μίλησε για μελετημένες ενέργειες του κατηγορούμενου, τονίζοντας το γεγονός ότι όλα ξεκίνησαν όταν το κορίτσι ήταν μόλις 10 ετών. «Τελείωνε την Δ’ Δημοτικού» είπε και πρόσθεσε:
«Επιδιώκοντας να συνδεθεί μαζί της συναισθηματικά, απευθύνοντας της φτάσεις όπως «τι ωραίο κορμάκι έχεις», «μωρό μου» ο κατηγορούμενος φρόντισε να θεμελιώσει γερές σχέσεις με όλους του γονείς των παιδιών του ομίλου. Ειδικώς έχτισε σχέσεις με τους γονείς της καταγγέλλουσας. «Ξημεροβραδιάζονταν στο κατάστημα των γονιών της», «έτρωγε μαζί τους», «κοιμήθηκε πολλές φορές στο κρεβάτι πίσω από το κατάστημα». Αυτά είναι φράσεις που ακούστηκαν. Η σχέση που ανέπτυξε με τους γονείς ήταν κάτι περισσότερο. Ήταν ο «πατέρας» που αποκάλεσε τον πατέρα της καταγγέλλουσας και η «αδελφή» όπως αποκαλούσε τη μητέρα της».
«Έβρισκε χρόνο και χώρο για να τη βιάζει»
Στην πρόταση του ο εισαγγελέας αναφέρθηκε στον τρόπο που , το οποίο αντιστάθηκε χωρίς αποτέλεσμα καθώς, όπως είπε, διακατεχόταν από φόβο. «Έβρισκε διαθέσιμο χρόνο και χώρο. Στα αποδυτήρια, στις τουαλέτες, στη θάλασσα, σε σκάφη…» περιέγραψε σημειώνοντας παράλληλα ότι ο 39χρονος «αντιλαμβανόταν τον παράνομο χαρακτήρα των πράξεων του, γνώριζε την ηλικία της».
Ο εισαγγελέας αναφερόμενος στην κατάθεση διαπίστωσε πως δεν υπήρξαν αντιφάσεις. «Όσες φορές και να επανέλαβε, μίλησε ακριβώς για τα ίδια πραγματικά περιστατικά χωρίς να πέσει σε καμία αντίφαση. Γεγονός που δείχνει ότι όλα όσα βίωσε δεν είναι προϊόν φαντασίας ή μυθοπλασίας αλλά πραγματικά περιστατικά που η ένταση τους σε αυτή τη τρυφερή ηλικία προκάλεσαν τραύματα στη ψυχή της που κανείς δε ξέρει αν θα ξεπεράσει». Σύμφωνα με τον εισαγγελέα, η κοπέλα δεν αντέδρασε αμέσως και δεν αποκάλυψε όλα όσα βίωνε στους γονείς της με τους οποίους είχε πολύ καλές σχέσεις «λόγω της ψυχολογικής βίας που την έκανε να νιώθει πολύ άβολα. Ένιωθε φόβο, ντροπή και ενοχή. Είχε μπει όπως είπε σε κατάσταση υπακοής».
Αναφερόμενος στους ισχυρισμούς του 39χρονου, έκανε λόγο για «σωρεία αντιφάσεων» τονίζοντας πως «είχε χειραγωγήσει» του η οποία «δεν μπορούσε να ξεφύγει από την πίεση που της ασκούσε».
«Όταν η κοπέλα βίωνε τα γεγονότα ήταν ένα παιδί, ο κατηγορούμενος τη θαύμαζε και τη αγαπούσε εκδηλώνοντας αυτά τα συναισθήματα του χωρίς τη συναίνεση της παθούσας» είπε και ζήτησε να κριθεί ένοχος για βιασμό και κατάχρηση σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση.
Η συγκεκριμένη υπόθεση είναι η πρώτη ποινική δίκη στο πλαίσιο του κινήματος του #metoo, μετά τις αποκαλύψεις από την ολυμπιονίκη , η οποία ήταν παρούσα στο δικαστήριο.
Η δίκη συνεχίζεται με τις αγορεύσεις συνηγόρων πολιτικής αγωγής και υπεράσπισης ενώ δεν αποκλείεται η απόφαση του δικαστηρίου να εκδοθεί εντός της ημέρας.
«Έβρισκε διαθέσιμο χρόνο και χώρο. Στα αποδυτήρια, στις τουαλέτες, στη θάλασσα, σε σκάφη…» είπε για τον βιασμό της αθλήτριας ο εισαγγελέας
O εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου προτείνει την ενοχή για βιασμό και κατάχρηση σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση της αθλήτριας του ενώ ήταν 12 ετών.
Σύμφωνα με τον εισαγγελέα Χαράλαμπο Μαστραντωνάκης, ο κατηγορούμενος εφάρμοσε ένα «εγκληματικό σχέδιο» καταχρώμενος την ιδιότητα του ως προπονητής αλλά και την εμπιστοσύνη των γονιών της ανήλικης.
Ο εισαγγελέας μίλησε για μελετημένες ενέργειες του κατηγορούμενου, τονίζοντας το γεγονός ότι όλα ξεκίνησαν όταν το κορίτσι ήταν μόλις 10 ετών. «Τελείωνε την Δ’ Δημοτικού» είπε και πρόσθεσε:
«Επιδιώκοντας να συνδεθεί μαζί της συναισθηματικά, απευθύνοντας της φτάσεις όπως «τι ωραίο κορμάκι έχεις», «μωρό μου» ο κατηγορούμενος φρόντισε να θεμελιώσει γερές σχέσεις με όλους του γονείς των παιδιών του ομίλου. Ειδικώς έχτισε σχέσεις με τους γονείς της καταγγέλλουσας. «Ξημεροβραδιάζονταν στο κατάστημα των γονιών της», «έτρωγε μαζί τους», «κοιμήθηκε πολλές φορές στο κρεβάτι πίσω από το κατάστημα». Αυτά είναι φράσεις που ακούστηκαν. Η σχέση που ανέπτυξε με τους γονείς ήταν κάτι περισσότερο. Ήταν ο «πατέρας» που αποκάλεσε τον πατέρα της καταγγέλλουσας και η «αδελφή» όπως αποκαλούσε τη μητέρα της».
«Έβρισκε χρόνο και χώρο για να τη βιάζει»
Στην πρόταση του ο εισαγγελέας αναφέρθηκε στον τρόπο που , το οποίο αντιστάθηκε χωρίς αποτέλεσμα καθώς, όπως είπε, διακατεχόταν από φόβο. «Έβρισκε διαθέσιμο χρόνο και χώρο. Στα αποδυτήρια, στις τουαλέτες, στη θάλασσα, σε σκάφη…» περιέγραψε σημειώνοντας παράλληλα ότι ο 39χρονος «αντιλαμβανόταν τον παράνομο χαρακτήρα των πράξεων του, γνώριζε την ηλικία της».
Ο εισαγγελέας αναφερόμενος στην κατάθεση διαπίστωσε πως δεν υπήρξαν αντιφάσεις. «Όσες φορές και να επανέλαβε, μίλησε ακριβώς για τα ίδια πραγματικά περιστατικά χωρίς να πέσει σε καμία αντίφαση. Γεγονός που δείχνει ότι όλα όσα βίωσε δεν είναι προϊόν φαντασίας ή μυθοπλασίας αλλά πραγματικά περιστατικά που η ένταση τους σε αυτή τη τρυφερή ηλικία προκάλεσαν τραύματα στη ψυχή της που κανείς δε ξέρει αν θα ξεπεράσει». Σύμφωνα με τον εισαγγελέα, η κοπέλα δεν αντέδρασε αμέσως και δεν αποκάλυψε όλα όσα βίωνε στους γονείς της με τους οποίους είχε πολύ καλές σχέσεις «λόγω της ψυχολογικής βίας που την έκανε να νιώθει πολύ άβολα. Ένιωθε φόβο, ντροπή και ενοχή. Είχε μπει όπως είπε σε κατάσταση υπακοής».
Αναφερόμενος στους ισχυρισμούς του 39χρονου, έκανε λόγο για «σωρεία αντιφάσεων» τονίζοντας πως «είχε χειραγωγήσει» του η οποία «δεν μπορούσε να ξεφύγει από την πίεση που της ασκούσε».
«Όταν η κοπέλα βίωνε τα γεγονότα ήταν ένα παιδί, ο κατηγορούμενος τη θαύμαζε και τη αγαπούσε εκδηλώνοντας αυτά τα συναισθήματα του χωρίς τη συναίνεση της παθούσας» είπε και ζήτησε να κριθεί ένοχος για βιασμό και κατάχρηση σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση.
Η συγκεκριμένη υπόθεση είναι η πρώτη ποινική δίκη στο πλαίσιο του κινήματος του #metoo, μετά τις αποκαλύψεις από την ολυμπιονίκη , η οποία ήταν παρούσα στο δικαστήριο.
Η δίκη συνεχίζεται με τις αγορεύσεις συνηγόρων πολιτικής αγωγής και υπεράσπισης ενώ δεν αποκλείεται η απόφαση του δικαστηρίου να εκδοθεί εντός της ημέρας.
«Έβρισκε διαθέσιμο χρόνο και χώρο. Στα αποδυτήρια, στις τουαλέτες, στη θάλασσα, σε σκάφη…» είπε για τον βιασμό της αθλήτριας ο εισαγγελέας
O εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου προτείνει την ενοχή για βιασμό και κατάχρηση σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση της αθλήτριας του ενώ ήταν 12 ετών.
Σύμφωνα με τον εισαγγελέα Χαράλαμπο Μαστραντωνάκης, ο κατηγορούμενος εφάρμοσε ένα «εγκληματικό σχέδιο» καταχρώμενος την ιδιότητα του ως προπονητής αλλά και την εμπιστοσύνη των γονιών της ανήλικης.
Ο εισαγγελέας μίλησε για μελετημένες ενέργειες του κατηγορούμενου, τονίζοντας το γεγονός ότι όλα ξεκίνησαν όταν το κορίτσι ήταν μόλις 10 ετών. «Τελείωνε την Δ’ Δημοτικού» είπε και πρόσθεσε:
«Επιδιώκοντας να συνδεθεί μαζί της συναισθηματικά, απευθύνοντας της φτάσεις όπως «τι ωραίο κορμάκι έχεις», «μωρό μου» ο κατηγορούμενος φρόντισε να θεμελιώσει γερές σχέσεις με όλους του γονείς των παιδιών του ομίλου. Ειδικώς έχτισε σχέσεις με τους γονείς της καταγγέλλουσας. «Ξημεροβραδιάζονταν στο κατάστημα των γονιών της», «έτρωγε μαζί τους», «κοιμήθηκε πολλές φορές στο κρεβάτι πίσω από το κατάστημα». Αυτά είναι φράσεις που ακούστηκαν. Η σχέση που ανέπτυξε με τους γονείς ήταν κάτι περισσότερο. Ήταν ο «πατέρας» που αποκάλεσε τον πατέρα της καταγγέλλουσας και η «αδελφή» όπως αποκαλούσε τη μητέρα της».
«Έβρισκε χρόνο και χώρο για να τη βιάζει»
Στην πρόταση του ο εισαγγελέας αναφέρθηκε στον τρόπο που , το οποίο αντιστάθηκε χωρίς αποτέλεσμα καθώς, όπως είπε, διακατεχόταν από φόβο. «Έβρισκε διαθέσιμο χρόνο και χώρο. Στα αποδυτήρια, στις τουαλέτες, στη θάλασσα, σε σκάφη…» περιέγραψε σημειώνοντας παράλληλα ότι ο 39χρονος «αντιλαμβανόταν τον παράνομο χαρακτήρα των πράξεων του, γνώριζε την ηλικία της».
Ο εισαγγελέας αναφερόμενος στην κατάθεση διαπίστωσε πως δεν υπήρξαν αντιφάσεις. «Όσες φορές και να επανέλαβε, μίλησε ακριβώς για τα ίδια πραγματικά περιστατικά χωρίς να πέσει σε καμία αντίφαση. Γεγονός που δείχνει ότι όλα όσα βίωσε δεν είναι προϊόν φαντασίας ή μυθοπλασίας αλλά πραγματικά περιστατικά που η ένταση τους σε αυτή τη τρυφερή ηλικία προκάλεσαν τραύματα στη ψυχή της που κανείς δε ξέρει αν θα ξεπεράσει». Σύμφωνα με τον εισαγγελέα, η κοπέλα δεν αντέδρασε αμέσως και δεν αποκάλυψε όλα όσα βίωνε στους γονείς της με τους οποίους είχε πολύ καλές σχέσεις «λόγω της ψυχολογικής βίας που την έκανε να νιώθει πολύ άβολα. Ένιωθε φόβο, ντροπή και ενοχή. Είχε μπει όπως είπε σε κατάσταση υπακοής».
Αναφερόμενος στους ισχυρισμούς του 39χρονου, έκανε λόγο για «σωρεία αντιφάσεων» τονίζοντας πως «είχε χειραγωγήσει» του η οποία «δεν μπορούσε να ξεφύγει από την πίεση που της ασκούσε».
«Όταν η κοπέλα βίωνε τα γεγονότα ήταν ένα παιδί, ο κατηγορούμενος τη θαύμαζε και τη αγαπούσε εκδηλώνοντας αυτά τα συναισθήματα του χωρίς τη συναίνεση της παθούσας» είπε και ζήτησε να κριθεί ένοχος για βιασμό και κατάχρηση σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση.
Η συγκεκριμένη υπόθεση είναι η πρώτη ποινική δίκη στο πλαίσιο του κινήματος του #metoo, μετά τις αποκαλύψεις από την ολυμπιονίκη , η οποία ήταν παρούσα στο δικαστήριο.
Η δίκη συνεχίζεται με τις αγορεύσεις συνηγόρων πολιτικής αγωγής και υπεράσπισης ενώ δεν αποκλείεται η απόφαση του δικαστηρίου να εκδοθεί εντός της ημέρας.
«Έβρισκε διαθέσιμο χρόνο και χώρο. Στα αποδυτήρια, στις τουαλέτες, στη θάλασσα, σε σκάφη…» είπε για τον βιασμό της αθλήτριας ο εισαγγελέας
O εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου προτείνει την ενοχή για βιασμό και κατάχρηση σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση της αθλήτριας του ενώ ήταν 12 ετών.
Σύμφωνα με τον εισαγγελέα Χαράλαμπο Μαστραντωνάκης, ο κατηγορούμενος εφάρμοσε ένα «εγκληματικό σχέδιο» καταχρώμενος την ιδιότητα του ως προπονητής αλλά και την εμπιστοσύνη των γονιών της ανήλικης.
Ο εισαγγελέας μίλησε για μελετημένες ενέργειες του κατηγορούμενου, τονίζοντας το γεγονός ότι όλα ξεκίνησαν όταν το κορίτσι ήταν μόλις 10 ετών. «Τελείωνε την Δ’ Δημοτικού» είπε και πρόσθεσε:
«Επιδιώκοντας να συνδεθεί μαζί της συναισθηματικά, απευθύνοντας της φτάσεις όπως «τι ωραίο κορμάκι έχεις», «μωρό μου» ο κατηγορούμενος φρόντισε να θεμελιώσει γερές σχέσεις με όλους του γονείς των παιδιών του ομίλου. Ειδικώς έχτισε σχέσεις με τους γονείς της καταγγέλλουσας. «Ξημεροβραδιάζονταν στο κατάστημα των γονιών της», «έτρωγε μαζί τους», «κοιμήθηκε πολλές φορές στο κρεβάτι πίσω από το κατάστημα». Αυτά είναι φράσεις που ακούστηκαν. Η σχέση που ανέπτυξε με τους γονείς ήταν κάτι περισσότερο. Ήταν ο «πατέρας» που αποκάλεσε τον πατέρα της καταγγέλλουσας και η «αδελφή» όπως αποκαλούσε τη μητέρα της».
«Έβρισκε χρόνο και χώρο για να τη βιάζει»
Στην πρόταση του ο εισαγγελέας αναφέρθηκε στον τρόπο που , το οποίο αντιστάθηκε χωρίς αποτέλεσμα καθώς, όπως είπε, διακατεχόταν από φόβο. «Έβρισκε διαθέσιμο χρόνο και χώρο. Στα αποδυτήρια, στις τουαλέτες, στη θάλασσα, σε σκάφη…» περιέγραψε σημειώνοντας παράλληλα ότι ο 39χρονος «αντιλαμβανόταν τον παράνομο χαρακτήρα των πράξεων του, γνώριζε την ηλικία της».
Ο εισαγγελέας αναφερόμενος στην κατάθεση διαπίστωσε πως δεν υπήρξαν αντιφάσεις. «Όσες φορές και να επανέλαβε, μίλησε ακριβώς για τα ίδια πραγματικά περιστατικά χωρίς να πέσει σε καμία αντίφαση. Γεγονός που δείχνει ότι όλα όσα βίωσε δεν είναι προϊόν φαντασίας ή μυθοπλασίας αλλά πραγματικά περιστατικά που η ένταση τους σε αυτή τη τρυφερή ηλικία προκάλεσαν τραύματα στη ψυχή της που κανείς δε ξέρει αν θα ξεπεράσει». Σύμφωνα με τον εισαγγελέα, η κοπέλα δεν αντέδρασε αμέσως και δεν αποκάλυψε όλα όσα βίωνε στους γονείς της με τους οποίους είχε πολύ καλές σχέσεις «λόγω της ψυχολογικής βίας που την έκανε να νιώθει πολύ άβολα. Ένιωθε φόβο, ντροπή και ενοχή. Είχε μπει όπως είπε σε κατάσταση υπακοής».
Αναφερόμενος στους ισχυρισμούς του 39χρονου, έκανε λόγο για «σωρεία αντιφάσεων» τονίζοντας πως «είχε χειραγωγήσει» του η οποία «δεν μπορούσε να ξεφύγει από την πίεση που της ασκούσε».
«Όταν η κοπέλα βίωνε τα γεγονότα ήταν ένα παιδί, ο κατηγορούμενος τη θαύμαζε και τη αγαπούσε εκδηλώνοντας αυτά τα συναισθήματα του χωρίς τη συναίνεση της παθούσας» είπε και ζήτησε να κριθεί ένοχος για βιασμό και κατάχρηση σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση.
Η συγκεκριμένη υπόθεση είναι η πρώτη ποινική δίκη στο πλαίσιο του κινήματος του #metoo, μετά τις αποκαλύψεις από την ολυμπιονίκη , η οποία ήταν παρούσα στο δικαστήριο.
Η δίκη συνεχίζεται με τις αγορεύσεις συνηγόρων πολιτικής αγωγής και υπεράσπισης ενώ δεν αποκλείεται η απόφαση του δικαστηρίου να εκδοθεί εντός της ημέρας.
«Έβρισκε διαθέσιμο χρόνο και χώρο. Στα αποδυτήρια, στις τουαλέτες, στη θάλασσα, σε σκάφη…» είπε για τον βιασμό της αθλήτριας ο εισαγγελέας
O εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου προτείνει την ενοχή για βιασμό και κατάχρηση σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση της αθλήτριας του ενώ ήταν 12 ετών.
Σύμφωνα με τον εισαγγελέα Χαράλαμπο Μαστραντωνάκης, ο κατηγορούμενος εφάρμοσε ένα «εγκληματικό σχέδιο» καταχρώμενος την ιδιότητα του ως προπονητής αλλά και την εμπιστοσύνη των γονιών της ανήλικης.
Ο εισαγγελέας μίλησε για μελετημένες ενέργειες του κατηγορούμενου, τονίζοντας το γεγονός ότι όλα ξεκίνησαν όταν το κορίτσι ήταν μόλις 10 ετών. «Τελείωνε την Δ’ Δημοτικού» είπε και πρόσθεσε:
«Επιδιώκοντας να συνδεθεί μαζί της συναισθηματικά, απευθύνοντας της φτάσεις όπως «τι ωραίο κορμάκι έχεις», «μωρό μου» ο κατηγορούμενος φρόντισε να θεμελιώσει γερές σχέσεις με όλους του γονείς των παιδιών του ομίλου. Ειδικώς έχτισε σχέσεις με τους γονείς της καταγγέλλουσας. «Ξημεροβραδιάζονταν στο κατάστημα των γονιών της», «έτρωγε μαζί τους», «κοιμήθηκε πολλές φορές στο κρεβάτι πίσω από το κατάστημα». Αυτά είναι φράσεις που ακούστηκαν. Η σχέση που ανέπτυξε με τους γονείς ήταν κάτι περισσότερο. Ήταν ο «πατέρας» που αποκάλεσε τον πατέρα της καταγγέλλουσας και η «αδελφή» όπως αποκαλούσε τη μητέρα της».
«Έβρισκε χρόνο και χώρο για να τη βιάζει»
Στην πρόταση του ο εισαγγελέας αναφέρθηκε στον τρόπο που , το οποίο αντιστάθηκε χωρίς αποτέλεσμα καθώς, όπως είπε, διακατεχόταν από φόβο. «Έβρισκε διαθέσιμο χρόνο και χώρο. Στα αποδυτήρια, στις τουαλέτες, στη θάλασσα, σε σκάφη…» περιέγραψε σημειώνοντας παράλληλα ότι ο 39χρονος «αντιλαμβανόταν τον παράνομο χαρακτήρα των πράξεων του, γνώριζε την ηλικία της».
Ο εισαγγελέας αναφερόμενος στην κατάθεση διαπίστωσε πως δεν υπήρξαν αντιφάσεις. «Όσες φορές και να επανέλαβε, μίλησε ακριβώς για τα ίδια πραγματικά περιστατικά χωρίς να πέσει σε καμία αντίφαση. Γεγονός που δείχνει ότι όλα όσα βίωσε δεν είναι προϊόν φαντασίας ή μυθοπλασίας αλλά πραγματικά περιστατικά που η ένταση τους σε αυτή τη τρυφερή ηλικία προκάλεσαν τραύματα στη ψυχή της που κανείς δε ξέρει αν θα ξεπεράσει». Σύμφωνα με τον εισαγγελέα, η κοπέλα δεν αντέδρασε αμέσως και δεν αποκάλυψε όλα όσα βίωνε στους γονείς της με τους οποίους είχε πολύ καλές σχέσεις «λόγω της ψυχολογικής βίας που την έκανε να νιώθει πολύ άβολα. Ένιωθε φόβο, ντροπή και ενοχή. Είχε μπει όπως είπε σε κατάσταση υπακοής».
Αναφερόμενος στους ισχυρισμούς του 39χρονου, έκανε λόγο για «σωρεία αντιφάσεων» τονίζοντας πως «είχε χειραγωγήσει» του η οποία «δεν μπορούσε να ξεφύγει από την πίεση που της ασκούσε».
«Όταν η κοπέλα βίωνε τα γεγονότα ήταν ένα παιδί, ο κατηγορούμενος τη θαύμαζε και τη αγαπούσε εκδηλώνοντας αυτά τα συναισθήματα του χωρίς τη συναίνεση της παθούσας» είπε και ζήτησε να κριθεί ένοχος για βιασμό και κατάχρηση σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση.
Η συγκεκριμένη υπόθεση είναι η πρώτη ποινική δίκη στο πλαίσιο του κινήματος του #metoo, μετά τις αποκαλύψεις από την ολυμπιονίκη , η οποία ήταν παρούσα στο δικαστήριο.
Η δίκη συνεχίζεται με τις αγορεύσεις συνηγόρων πολιτικής αγωγής και υπεράσπισης ενώ δεν αποκλείεται η απόφαση του δικαστηρίου να εκδοθεί εντός της ημέρας.
«Έβρισκε διαθέσιμο χρόνο και χώρο. Στα αποδυτήρια, στις τουαλέτες, στη θάλασσα, σε σκάφη…» είπε για τον βιασμό της αθλήτριας ο εισαγγελέας
O εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου προτείνει την ενοχή για βιασμό και κατάχρηση σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση της αθλήτριας του ενώ ήταν 12 ετών.
Σύμφωνα με τον εισαγγελέα Χαράλαμπο Μαστραντωνάκης, ο κατηγορούμενος εφάρμοσε ένα «εγκληματικό σχέδιο» καταχρώμενος την ιδιότητα του ως προπονητής αλλά και την εμπιστοσύνη των γονιών της ανήλικης.
Ο εισαγγελέας μίλησε για μελετημένες ενέργειες του κατηγορούμενου, τονίζοντας το γεγονός ότι όλα ξεκίνησαν όταν το κορίτσι ήταν μόλις 10 ετών. «Τελείωνε την Δ’ Δημοτικού» είπε και πρόσθεσε:
«Επιδιώκοντας να συνδεθεί μαζί της συναισθηματικά, απευθύνοντας της φτάσεις όπως «τι ωραίο κορμάκι έχεις», «μωρό μου» ο κατηγορούμενος φρόντισε να θεμελιώσει γερές σχέσεις με όλους του γονείς των παιδιών του ομίλου. Ειδικώς έχτισε σχέσεις με τους γονείς της καταγγέλλουσας. «Ξημεροβραδιάζονταν στο κατάστημα των γονιών της», «έτρωγε μαζί τους», «κοιμήθηκε πολλές φορές στο κρεβάτι πίσω από το κατάστημα». Αυτά είναι φράσεις που ακούστηκαν. Η σχέση που ανέπτυξε με τους γονείς ήταν κάτι περισσότερο. Ήταν ο «πατέρας» που αποκάλεσε τον πατέρα της καταγγέλλουσας και η «αδελφή» όπως αποκαλούσε τη μητέρα της».
«Έβρισκε χρόνο και χώρο για να τη βιάζει»
Στην πρόταση του ο εισαγγελέας αναφέρθηκε στον τρόπο που , το οποίο αντιστάθηκε χωρίς αποτέλεσμα καθώς, όπως είπε, διακατεχόταν από φόβο. «Έβρισκε διαθέσιμο χρόνο και χώρο. Στα αποδυτήρια, στις τουαλέτες, στη θάλασσα, σε σκάφη…» περιέγραψε σημειώνοντας παράλληλα ότι ο 39χρονος «αντιλαμβανόταν τον παράνομο χαρακτήρα των πράξεων του, γνώριζε την ηλικία της».
Ο εισαγγελέας αναφερόμενος στην κατάθεση διαπίστωσε πως δεν υπήρξαν αντιφάσεις. «Όσες φορές και να επανέλαβε, μίλησε ακριβώς για τα ίδια πραγματικά περιστατικά χωρίς να πέσει σε καμία αντίφαση. Γεγονός που δείχνει ότι όλα όσα βίωσε δεν είναι προϊόν φαντασίας ή μυθοπλασίας αλλά πραγματικά περιστατικά που η ένταση τους σε αυτή τη τρυφερή ηλικία προκάλεσαν τραύματα στη ψυχή της που κανείς δε ξέρει αν θα ξεπεράσει». Σύμφωνα με τον εισαγγελέα, η κοπέλα δεν αντέδρασε αμέσως και δεν αποκάλυψε όλα όσα βίωνε στους γονείς της με τους οποίους είχε πολύ καλές σχέσεις «λόγω της ψυχολογικής βίας που την έκανε να νιώθει πολύ άβολα. Ένιωθε φόβο, ντροπή και ενοχή. Είχε μπει όπως είπε σε κατάσταση υπακοής».
Αναφερόμενος στους ισχυρισμούς του 39χρονου, έκανε λόγο για «σωρεία αντιφάσεων» τονίζοντας πως «είχε χειραγωγήσει» του η οποία «δεν μπορούσε να ξεφύγει από την πίεση που της ασκούσε».
«Όταν η κοπέλα βίωνε τα γεγονότα ήταν ένα παιδί, ο κατηγορούμενος τη θαύμαζε και τη αγαπούσε εκδηλώνοντας αυτά τα συναισθήματα του χωρίς τη συναίνεση της παθούσας» είπε και ζήτησε να κριθεί ένοχος για βιασμό και κατάχρηση σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση.
Η συγκεκριμένη υπόθεση είναι η πρώτη ποινική δίκη στο πλαίσιο του κινήματος του #metoo, μετά τις αποκαλύψεις από την ολυμπιονίκη , η οποία ήταν παρούσα στο δικαστήριο.
Η δίκη συνεχίζεται με τις αγορεύσεις συνηγόρων πολιτικής αγωγής και υπεράσπισης ενώ δεν αποκλείεται η απόφαση του δικαστηρίου να εκδοθεί εντός της ημέρας.
«Έβρισκε διαθέσιμο χρόνο και χώρο. Στα αποδυτήρια, στις τουαλέτες, στη θάλασσα, σε σκάφη…» είπε για τον βιασμό της αθλήτριας ο εισαγγελέας
O εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου προτείνει την ενοχή για βιασμό και κατάχρηση σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση της αθλήτριας του ενώ ήταν 12 ετών.
Σύμφωνα με τον εισαγγελέα Χαράλαμπο Μαστραντωνάκης, ο κατηγορούμενος εφάρμοσε ένα «εγκληματικό σχέδιο» καταχρώμενος την ιδιότητα του ως προπονητής αλλά και την εμπιστοσύνη των γονιών της ανήλικης.
Ο εισαγγελέας μίλησε για μελετημένες ενέργειες του κατηγορούμενου, τονίζοντας το γεγονός ότι όλα ξεκίνησαν όταν το κορίτσι ήταν μόλις 10 ετών. «Τελείωνε την Δ’ Δημοτικού» είπε και πρόσθεσε:
«Επιδιώκοντας να συνδεθεί μαζί της συναισθηματικά, απευθύνοντας της φτάσεις όπως «τι ωραίο κορμάκι έχεις», «μωρό μου» ο κατηγορούμενος φρόντισε να θεμελιώσει γερές σχέσεις με όλους του γονείς των παιδιών του ομίλου. Ειδικώς έχτισε σχέσεις με τους γονείς της καταγγέλλουσας. «Ξημεροβραδιάζονταν στο κατάστημα των γονιών της», «έτρωγε μαζί τους», «κοιμήθηκε πολλές φορές στο κρεβάτι πίσω από το κατάστημα». Αυτά είναι φράσεις που ακούστηκαν. Η σχέση που ανέπτυξε με τους γονείς ήταν κάτι περισσότερο. Ήταν ο «πατέρας» που αποκάλεσε τον πατέρα της καταγγέλλουσας και η «αδελφή» όπως αποκαλούσε τη μητέρα της».
«Έβρισκε χρόνο και χώρο για να τη βιάζει»
Στην πρόταση του ο εισαγγελέας αναφέρθηκε στον τρόπο που , το οποίο αντιστάθηκε χωρίς αποτέλεσμα καθώς, όπως είπε, διακατεχόταν από φόβο. «Έβρισκε διαθέσιμο χρόνο και χώρο. Στα αποδυτήρια, στις τουαλέτες, στη θάλασσα, σε σκάφη…» περιέγραψε σημειώνοντας παράλληλα ότι ο 39χρονος «αντιλαμβανόταν τον παράνομο χαρακτήρα των πράξεων του, γνώριζε την ηλικία της».
Ο εισαγγελέας αναφερόμενος στην κατάθεση διαπίστωσε πως δεν υπήρξαν αντιφάσεις. «Όσες φορές και να επανέλαβε, μίλησε ακριβώς για τα ίδια πραγματικά περιστατικά χωρίς να πέσει σε καμία αντίφαση. Γεγονός που δείχνει ότι όλα όσα βίωσε δεν είναι προϊόν φαντασίας ή μυθοπλασίας αλλά πραγματικά περιστατικά που η ένταση τους σε αυτή τη τρυφερή ηλικία προκάλεσαν τραύματα στη ψυχή της που κανείς δε ξέρει αν θα ξεπεράσει». Σύμφωνα με τον εισαγγελέα, η κοπέλα δεν αντέδρασε αμέσως και δεν αποκάλυψε όλα όσα βίωνε στους γονείς της με τους οποίους είχε πολύ καλές σχέσεις «λόγω της ψυχολογικής βίας που την έκανε να νιώθει πολύ άβολα. Ένιωθε φόβο, ντροπή και ενοχή. Είχε μπει όπως είπε σε κατάσταση υπακοής».
Αναφερόμενος στους ισχυρισμούς του 39χρονου, έκανε λόγο για «σωρεία αντιφάσεων» τονίζοντας πως «είχε χειραγωγήσει» του η οποία «δεν μπορούσε να ξεφύγει από την πίεση που της ασκούσε».
«Όταν η κοπέλα βίωνε τα γεγονότα ήταν ένα παιδί, ο κατηγορούμενος τη θαύμαζε και τη αγαπούσε εκδηλώνοντας αυτά τα συναισθήματα του χωρίς τη συναίνεση της παθούσας» είπε και ζήτησε να κριθεί ένοχος για βιασμό και κατάχρηση σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση.
Η συγκεκριμένη υπόθεση είναι η πρώτη ποινική δίκη στο πλαίσιο του κινήματος του #metoo, μετά τις αποκαλύψεις από την ολυμπιονίκη , η οποία ήταν παρούσα στο δικαστήριο.
Η δίκη συνεχίζεται με τις αγορεύσεις συνηγόρων πολιτικής αγωγής και υπεράσπισης ενώ δεν αποκλείεται η απόφαση του δικαστηρίου να εκδοθεί εντός της ημέρας.
«Έβρισκε διαθέσιμο χρόνο και χώρο. Στα αποδυτήρια, στις τουαλέτες, στη θάλασσα, σε σκάφη…» είπε για τον βιασμό της αθλήτριας ο εισαγγελέας
O εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου προτείνει την ενοχή για βιασμό και κατάχρηση σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση της αθλήτριας του ενώ ήταν 12 ετών.
Σύμφωνα με τον εισαγγελέα Χαράλαμπο Μαστραντωνάκης, ο κατηγορούμενος εφάρμοσε ένα «εγκληματικό σχέδιο» καταχρώμενος την ιδιότητα του ως προπονητής αλλά και την εμπιστοσύνη των γονιών της ανήλικης.
Ο εισαγγελέας μίλησε για μελετημένες ενέργειες του κατηγορούμενου, τονίζοντας το γεγονός ότι όλα ξεκίνησαν όταν το κορίτσι ήταν μόλις 10 ετών. «Τελείωνε την Δ’ Δημοτικού» είπε και πρόσθεσε:
«Επιδιώκοντας να συνδεθεί μαζί της συναισθηματικά, απευθύνοντας της φτάσεις όπως «τι ωραίο κορμάκι έχεις», «μωρό μου» ο κατηγορούμενος φρόντισε να θεμελιώσει γερές σχέσεις με όλους του γονείς των παιδιών του ομίλου. Ειδικώς έχτισε σχέσεις με τους γονείς της καταγγέλλουσας. «Ξημεροβραδιάζονταν στο κατάστημα των γονιών της», «έτρωγε μαζί τους», «κοιμήθηκε πολλές φορές στο κρεβάτι πίσω από το κατάστημα». Αυτά είναι φράσεις που ακούστηκαν. Η σχέση που ανέπτυξε με τους γονείς ήταν κάτι περισσότερο. Ήταν ο «πατέρας» που αποκάλεσε τον πατέρα της καταγγέλλουσας και η «αδελφή» όπως αποκαλούσε τη μητέρα της».
«Έβρισκε χρόνο και χώρο για να τη βιάζει»
Στην πρόταση του ο εισαγγελέας αναφέρθηκε στον τρόπο που , το οποίο αντιστάθηκε χωρίς αποτέλεσμα καθώς, όπως είπε, διακατεχόταν από φόβο. «Έβρισκε διαθέσιμο χρόνο και χώρο. Στα αποδυτήρια, στις τουαλέτες, στη θάλασσα, σε σκάφη…» περιέγραψε σημειώνοντας παράλληλα ότι ο 39χρονος «αντιλαμβανόταν τον παράνομο χαρακτήρα των πράξεων του, γνώριζε την ηλικία της».
Ο εισαγγελέας αναφερόμενος στην κατάθεση διαπίστωσε πως δεν υπήρξαν αντιφάσεις. «Όσες φορές και να επανέλαβε, μίλησε ακριβώς για τα ίδια πραγματικά περιστατικά χωρίς να πέσει σε καμία αντίφαση. Γεγονός που δείχνει ότι όλα όσα βίωσε δεν είναι προϊόν φαντασίας ή μυθοπλασίας αλλά πραγματικά περιστατικά που η ένταση τους σε αυτή τη τρυφερή ηλικία προκάλεσαν τραύματα στη ψυχή της που κανείς δε ξέρει αν θα ξεπεράσει». Σύμφωνα με τον εισαγγελέα, η κοπέλα δεν αντέδρασε αμέσως και δεν αποκάλυψε όλα όσα βίωνε στους γονείς της με τους οποίους είχε πολύ καλές σχέσεις «λόγω της ψυχολογικής βίας που την έκανε να νιώθει πολύ άβολα. Ένιωθε φόβο, ντροπή και ενοχή. Είχε μπει όπως είπε σε κατάσταση υπακοής».
Αναφερόμενος στους ισχυρισμούς του 39χρονου, έκανε λόγο για «σωρεία αντιφάσεων» τονίζοντας πως «είχε χειραγωγήσει» του η οποία «δεν μπορούσε να ξεφύγει από την πίεση που της ασκούσε».
«Όταν η κοπέλα βίωνε τα γεγονότα ήταν ένα παιδί, ο κατηγορούμενος τη θαύμαζε και τη αγαπούσε εκδηλώνοντας αυτά τα συναισθήματα του χωρίς τη συναίνεση της παθούσας» είπε και ζήτησε να κριθεί ένοχος για βιασμό και κατάχρηση σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση.
Η συγκεκριμένη υπόθεση είναι η πρώτη ποινική δίκη στο πλαίσιο του κινήματος του #metoo, μετά τις αποκαλύψεις από την ολυμπιονίκη , η οποία ήταν παρούσα στο δικαστήριο.
Η δίκη συνεχίζεται με τις αγορεύσεις συνηγόρων πολιτικής αγωγής και υπεράσπισης ενώ δεν αποκλείεται η απόφαση του δικαστηρίου να εκδοθεί εντός της ημέρας.