
Του προέδρου του ΕΑΠ, Καθηγητή Οδυσσέα -Ιωάννη Ζώρα
Ολοκληρώθηκε τις προηγούμενες ημέρες η διαβούλευση του σχεδίου νόμου του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, που αφορά την αλλαγή του οργανωτικού πλαισίου της λειτουργίας των πανεπιστημίων με σκοπό την περαιτέρω ανάπτυξή τους, την εξωστρέφεια, τη διεθνοποίηση και τον εκσυγχρονισμό τους.
Η κριτική και τα σχόλια που υπήρξαν στο πλαίσιο αυτής της διαβούλευσης ήταν ποικίλα και διαφορετικά. Είναι ωστόσο γνωστό ότι η άσκηση της κριτικής σε ένα τέτοιο σχέδιο νόμου, για να είναι ουσιαστική και αποτελεσματική, θα πρέπει να γίνεται με αίσθημα ευθύνης. Για τον λόγο αυτόν αισθανόμαστε την υποχρέωση να επισημάνουμε, έχοντας από τη θέση μας αυτή την ευθύνη και σε μια κρίσιμη στιγμή για την ανώτατη εκπαίδευση στην Ελλάδα, με πνεύμα νηφαλιότητας και όχι οξύτητας, ότι πριν από κάθε συζήτηση για το νέο σχέδιο νόμου θα πρέπει να συνομολογήσουμε και να συμφωνήσουμε με εντιμότητα και ειλικρίνεια ότι στα πανεπιστήμια υπάρχει η ανάγκη επανεκκίνησης.
Η άγονη και στείρα κριτική, η ελλιπής πληροφόρηση, οι ατέρμονες συζητήσεις και οι συνήθεις «κορόνες» προφανώς δεν ευνοούν οποιονδήποτε διάλογο και αδικούν όσους συμμετέχουν με αυτόν τον τρόπο σε αυτόν.
Τέτοιες δε παραδοχές υπήρξαν πρόσφατα από ανθρώπους που υπηρέτησαν και υπηρετούν το πανεπιστήμιο.
Oφείλουμε, λοιπόν, να επισημάνουμε ότι με το νέο μοντέλο διοίκησης εκσυγχρονίζεται η διοικητική λειτουργία των Ιδρυμάτων χωρίς να υποβαθμίζεται ο θεσμός του πρύτανη, τον οποίο ενισχύει και αναβαθμίζει. Και για αυτό το θέμα θα πρέπει να είμαστε έντιμοι μεταξύ μας. Το προηγούμενο μοντέλο διοίκησης (του νόμου Διαμαντοπούλου) δεν δοκιμάστηκε ποτέ στην πράξη. Από την πρώτη στιγμή υπονομεύθηκε και φαλκιδεύτηκε όχι μόνο από τα πανεπιστήμια αλλά και από την ίδια την πολιτεία. Αρα το ότι απέτυχε είναι εντελώς ανακριβές, αφού τελικά ουδέποτε λειτούργησε και σίγουρα δεν λειτούργησε σε όλες του τις προβλέψεις. Αλλά και το έτος 2022 (ύστερα από μια εξαιρετικά δύσκολη διαδρομή για τη χώρα) δεν μπορούμε να συζητούμε για όρους και μοντέλα διοίκησης του 2011.
Αφού λοιπόν ξεπεράσουμε αγκυλώσεις και ιδεοληψίες, θα πρέπει πρώτα μεταξύ μας και έπειτα απέναντι ή δίπλα στην υπουργό (ο καθένας διαλέγει τη θέση του) Παιδείας και Θρησκευμάτων να προσπαθήσουμε να διορθώσουμε ενδεχόμενες αβλεψίες ή νομοτεχνικές παραλείψεις του σχεδίου νόμου και να ενδυναμώσουμε τα σημεία του σχεδίου νόμου που όλοι συμφωνούμε ότι έχουν θετικό πρόσημο για τα πανεπιστήμια.
Ενδεικτικά και επιγραμματικά παραθέτουμε ορισμένα από τα εργαλεία που θεσμοθετούνται και συνδράμουν στην ανάπτυξη των Ιδρυμάτων, πολλά δε από αυτά αποτελούσαν και αποτελούν πάγιο αίτημα της Συνόδου των Πρυτάνεων.
α. Ερευνητικά κέντρα εντός των Ιδρυμάτων οργανωμένα με ορθολογικό τρόπο.
β. Εταιρείες Αξιοποίησης και Διαχείρισης της Περιουσίας των ΑΕΙ με ευέλικτη οικονομική διαχείριση, πάγιο αίτημα των ΑΕΙ για πάνω από δέκα (10) χρόνια.
γ. Φορολογικά κίνητρα για απαλλαγή καθηγητών που εκπονούν ερευνητικά προγράμματα στα ΑΕΙ κ.λπ.
δ. Χορήγηση της δυνατότητας αύξησης των μεταπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών σε κάθε ΑΕΙ χωρίς περιττές εγκρίσεις.
ε. Σύντμηση προθεσμιών και ευελιξία στην εκλογή καθηγητών.
στ. Σύσταση νέων μονάδων (διασφάλιση ποιότητας, ψηφιακός μετασχηματισμός, μεταφορά έρευνας και τεχνολογίας κ.λπ.).
ζ. Η οργάνωση κοινών προγραμμάτων σπουδών με άλλα τμήματα και πανεπιστημίων του εξωτερικού, που θα οδηγούν σε διπλό πτυχίο.
η. Η θεσμοθέτηση των επαγγελματικών μεταπτυχιακών και των βιομηχανικών διδακτορικών.
θ. Το «ελληνικό Erasmus», που δίνει τη δυνατότητα σε φοιτητές να παρακολουθούν ένα εξάμηνο σε άλλη σχολή κ.ά.
Είναι γνωστό ότι το πανεπιστήμιο παντού στον κόσμο συνιστά ένα σύνολο από θεσμούς, κανόνες και πρακτικές. Για τον λόγο αυτόν οι προτεινόμενες ρυθμίσεις εντάσσονται στις απαιτούμενες θεσμικές αλλαγές για την αναβάθμιση του ρόλου του πανεπιστημίου και την αναμόρφωση των σχέσεων μεταξύ των πανεπιστημιακών ομάδων προς όφελος όλων. Αποτελούν μια γενναία μεταρρύθμιση των όρων της λειτουργίας των πανεπιστημίων, που θα τους επιτρέψει όχι μόνο να παραμείνουν ανταγωνιστικά αλλά και να καταξιωθούν ακόμα περισσότερο διεθνώς. Μακριά από στερεότυπα και ιδεοληψίες του παρελθόντος, διαχειριστικές λογικές και φοβικά σύνδρομα. Με το βλέμμα στραμμένο στην κοινωνία που μαθαίνει. Στην κοινωνία που μαθαίνει και μας παρακολουθεί. Και στηρίζει τις προσδοκίες της στο δυναμικό των ελληνικών πανεπιστημίων που προσπαθεί καθημερινά να λειτουργεί σε κοντινή απόσταση από το ύψος της αποστολής του. Με εντιμότητα, παρρησία και ευθύτητα και με συνεχή άλματα προς τα εμπρός. Ολα «πιο γρήγορα από τη φθορά». Ετσι τα της παιδείας διλήμματα, όπως αυτά του τίτλου του άρθρου, ουσιαστικά ή ρητορικά, θα έχουν απαντηθεί.
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Το Βήμα της Κυριακής”