Αν και από τον περασμένο αιώνα τα στερεότυπα των φύλων άλλαξαν πολύ, συχνά ακόμα και σήμερα υπάρχει κάποια διαφορά όσον αφορά τις σιωπηρές πεποιθήσεις σχετικά με το φύλο και τη διάνοια
Είναι αλήθεια πως όταν μας ζητηθεί να εκτιμήσουμε τη δική μας νοημοσύνη, οι περισσότεροι θα πούμε ότι είναι πάνω από το μέσο όρο, παρόλο που αυτό είναι στατιστικά αδύνατο. Αυτή είναι μια φυσιολογική και υγιής γνωστική προκατάληψη και επεκτείνεται σε οποιοδήποτε κοινωνικά επιθυμητό χαρακτηριστικό, όπως η ειλικρίνεια, η ικανότητα οδήγησης κ.ο.κ. Το μοτίβο αυτό είναι τόσο κοινό που είναι γνωστό ως «το φαινόμενο άνω του μέσου όρου».
Παρόλα αυτά πριν λίγες μέρες δημοσιεύθηκε μια μελέτη στην οποία ερευνήθηκε το κατά πόσο άντρες και γυναίκες εκτιμούν τη δική τους νοημοσύνη σε σχέση με την πραγματικότητα.
Στη συγκεκριμένη έρευνα αξιολογήθηκαν συγχρόνως μέτρα γενικής αυτοεκτίμησης και αρσενικών και γυναικείων χαρακτηριστικών προσωπικότητας. Παρά τη γενική τάση των ανθρώπων να υπερεκτιμούν τη δική τους νοημοσύνη, τα άτομα ποικίλλουν. Κάποιοι αμφιβάλλουν για τις διανοητικές τους ικανότητες, ενώ άλλοι υπερεκτιμούν πολύ τα ταλέντα τους. Σε γενικές όμως γραμμές, από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι: όταν ζητείται να υπολογίσουν το IQ τους, οι άνδρες πιστεύουν ότι είναι πολύ πιο ευφυείς από ότι είναι, έχοντας μια διογκωμένη πνευματική εικόνα του εαυτού τους, ενώ οι εκτιμήσεις των γυναικών είναι πολύ πιο μέτριες.
Ο ψυχολόγος Adrian Furnham έχει ονομάσει το φαινόμενο αυτό ως “πρόβλημα ανδρικής ύβρεως και γυναικείας ταπεινότητας” (σε ελεύθερη μετάφραση) κάτι που είναι γεγονός σε πολλούς πολιτισμούς σήμερα.
Αρχικά πρέπει να πούμε ότι όλοι οι ερευνητές ψυχολογίας και νοημοσύνης είναι ξεκάθαροι, άνδρες και γυναίκες δε διαφέρουν στο πραγματικό IQ. Ιστορικά, οι γυναίκες πίστευαν ότι ήταν διανοητικά κατώτερες καθώς είχαν ελαφρώς μικρότερο κρανίο, αλλά με την ίδια λογική η ευφυΐα ενός ελέφαντα θα έπρεπε να είναι πολλές φορές πολλαπλάσια από τη δική μας.
Αν και από τον περασμένο αιώνα τα στερεότυπα των φύλων άλλαξαν πολύ, συχνά ακόμα και σήμερα υπάρχει κάποια διαφορά όσον αφορά τις σιωπηρές πεποιθήσεις σχετικά με το φύλο και τη διάνοια. Για παράδειγμα, σε μια κλασική μελέτη κοινωνικής ψυχολογίας, ερευνητές ζήτησαν από γονείς να εκτιμήσουν την ευφυΐα των παιδιών τους. Οι γιοι βαθμολογήθηκαν ως πολύ πιο έξυπνοι από τις κόρες, ένα εύρημα που έχει επαναληφθεί σε όλο τον κόσμο.
Οι προσδοκίες όμως των γονέων μπορεί να είναι ιδιαίτερα σημαντικές για τον επηρεασμό της πνευματικής αυτοεικόνας των παιδιών τους, ενώ είναι και προγνωστικές για τα μεταγενέστερα ακαδημαϊκά επιτεύγματά τους. Οι διαφορές μεταξύ των φύλων στην αυτοεκτίμηση μπορεί επίσης να είναι ένας σημαντικός παράγοντας, καθώς τα άτομα με υψηλότερη αυτοεκτίμηση τείνουν να βλέπουν όλες τις πτυχές της ζωής τους (συμπεριλαμβανομένης της πνευματικής ικανότητας) πιο θετικά. Τα κορίτσια και οι γυναίκες βαθμολογούν τη γενική αυτοεκτίμησή τους σημαντικά χαμηλότερα από τα αγόρια και τους άνδρες και αυτή η διαφορά εμφανίζεται νωρίς στην εφηβεία.
Ας δούμε πως ακριβώς λειτούργησε η συγκεκριμένη μελέτη. Από τους συμμετέχοντες ζητήθηκε να υπολογίσουν το IQ τους, αφού πρώτα ενημερώθηκαν για το πως βαθμολογείται η νοημοσύνη. Έγινε λοιπόν γνωστό ότι η μέση βαθμολογία είναι 100 βαθμοί και ότι τα δύο τρίτα (66%) των ατόμων βαθμολογούνται μεταξύ 85 και 115 μονάδων, ώστε να υπάρχει ένα πλαίσιο αναφοράς για εκτιμήσεις.
Η σημαντική όμως διάφορα αυτής της μελέτης σε σχέση με άλλες ήταν ότι οι συμμετέχοντες θα έπρεπε πρώτα να εκτιμήσουν το δικό τους IQ και ύστερα να συμπληρώσουν το τέστ. Οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν επίσης ένα μέτρο γενικής αυτοεκτίμησης το οποίο μετρά κυρίως τα αρσενικά και γυναικεία χαρακτηριστικά προσωπικότητας. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν πως το δείγμα εκτίμησε μια μέση βαθμολογία IQ 107,55 μονάδων, κάτι ελαφρώς πάνω από το μέσο όρο, όπως αναμενόταν.
Μετά το στατιστικό έλεγχο του πραγματικού μετρημένου IQ με το εκτιμώμενο και αφού εξετάστηκαν ποιοι ήταν οι σημαντικότεροι παράγοντες της αυτοεκτιμώμενης νοημοσύνης, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το βιολογικό φύλο παραμένει ο ισχυρότερος παράγοντας.
Οι άντρες βαθμολόγησαν τη νοημοσύνη τους ως υψηλότερη από τις γυναίκες, με το ψυχολογικό φύλο να είναι επίσης ένας πολύ ισχυρός προγνωστικός παράγοντας, αφού οι άνδρες με υψηλή αρρενωπότητα για παράδειγμα βαθμολόγησαν τη νοημοσύνη τους ακόμα πιο υψηλά. Υπήρξε επίσης μια ισχυρή συμβολή της γενικής αυτοεκτίμησης στην πνευματική αυτοεικόνα των συμμετεχόντων με τους άνδρες να αναφέρουν υψηλότερη αυτοεκτίμηση από τις γυναίκες.
Γιατί έχουν σημασία όλα αυτά;
Οι εκπαιδευτικοί ψυχολόγοι δίνουν προσοχή στη διανοητική αυτοεικόνα γιατί είναι συχνά μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία: αν νομίζεις ότι δε μπορείς, τότε δε θα το κάνεις!
Όταν τα κορίτσια υποτιμούν τη νοημοσύνη τους στο σχολείο, τείνουν να επιλέγουν μαθήματα με λιγότερο απαιτητικό περιεχόμενο, ειδικά στις επιστήμες, τη τεχνολογία, τη μηχανική και τα μαθηματικά (τα θέματα STEM). Αυτές οι αποφάσεις περιορίζουν τις επιλογές εκπαίδευσης και καριέρας μετά το σχολείο.
Οι συγκεκριμένες διαφορές μεταξύ των φύλων μπορεί, κατά ένα μέρος, να εξηγούν το χάσμα των φύλων στους μισθούς και τη διαπραγματευτική δύναμη με τους εργοδότες. Οφείλουμε λοιπόν να ενισχύσουμε τις φιλοδοξίες των κοριτσιών, αν θέλουν να συνεχίσουν να λύνουν τα περίπλοκα προβλήματα που αντιμετωπίζει η κοινωνία μας, επιτυγχάνοντας παράλληλα ίσες αμοιβές. Ξεκινά από νωρίς με τις προσδοκίες των γονέων σχετικά με το φύλο για τη νοημοσύνη και τις διαφορές στην αυτοεκτίμηση μεταξύ αγοριών και κοριτσιών.
Θα ήταν σίγουρα ωραίο εάν, ως γονείς, εκπαιδευτικοί και ως κοινωνία, μπορούσαμε να οικοδομήσουμε την εμπιστοσύνη των κοριτσιών και των νεαρών γυναικών σε ένα επίπεδο που να πιστεύουν στον εαυτό τους και να είναι απαλλαγμένες από αυτές τις αμφιβολίες.
Πηγή: neuroscience news
Ο Θανάσης Κοπάδης είναι μαθηματικός-συγγραφέας
Αν και από τον περασμένο αιώνα τα στερεότυπα των φύλων άλλαξαν πολύ, συχνά ακόμα και σήμερα υπάρχει κάποια διαφορά όσον αφορά τις σιωπηρές πεποιθήσεις σχετικά με το φύλο και τη διάνοια
Είναι αλήθεια πως όταν μας ζητηθεί να εκτιμήσουμε τη δική μας νοημοσύνη, οι περισσότεροι θα πούμε ότι είναι πάνω από το μέσο όρο, παρόλο που αυτό είναι στατιστικά αδύνατο. Αυτή είναι μια φυσιολογική και υγιής γνωστική προκατάληψη και επεκτείνεται σε οποιοδήποτε κοινωνικά επιθυμητό χαρακτηριστικό, όπως η ειλικρίνεια, η ικανότητα οδήγησης κ.ο.κ. Το μοτίβο αυτό είναι τόσο κοινό που είναι γνωστό ως «το φαινόμενο άνω του μέσου όρου».
Παρόλα αυτά πριν λίγες μέρες δημοσιεύθηκε μια μελέτη στην οποία ερευνήθηκε το κατά πόσο άντρες και γυναίκες εκτιμούν τη δική τους νοημοσύνη σε σχέση με την πραγματικότητα.
Στη συγκεκριμένη έρευνα αξιολογήθηκαν συγχρόνως μέτρα γενικής αυτοεκτίμησης και αρσενικών και γυναικείων χαρακτηριστικών προσωπικότητας. Παρά τη γενική τάση των ανθρώπων να υπερεκτιμούν τη δική τους νοημοσύνη, τα άτομα ποικίλλουν. Κάποιοι αμφιβάλλουν για τις διανοητικές τους ικανότητες, ενώ άλλοι υπερεκτιμούν πολύ τα ταλέντα τους. Σε γενικές όμως γραμμές, από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι: όταν ζητείται να υπολογίσουν το IQ τους, οι άνδρες πιστεύουν ότι είναι πολύ πιο ευφυείς από ότι είναι, έχοντας μια διογκωμένη πνευματική εικόνα του εαυτού τους, ενώ οι εκτιμήσεις των γυναικών είναι πολύ πιο μέτριες.
Ο ψυχολόγος Adrian Furnham έχει ονομάσει το φαινόμενο αυτό ως “πρόβλημα ανδρικής ύβρεως και γυναικείας ταπεινότητας” (σε ελεύθερη μετάφραση) κάτι που είναι γεγονός σε πολλούς πολιτισμούς σήμερα.
Αρχικά πρέπει να πούμε ότι όλοι οι ερευνητές ψυχολογίας και νοημοσύνης είναι ξεκάθαροι, άνδρες και γυναίκες δε διαφέρουν στο πραγματικό IQ. Ιστορικά, οι γυναίκες πίστευαν ότι ήταν διανοητικά κατώτερες καθώς είχαν ελαφρώς μικρότερο κρανίο, αλλά με την ίδια λογική η ευφυΐα ενός ελέφαντα θα έπρεπε να είναι πολλές φορές πολλαπλάσια από τη δική μας.
Αν και από τον περασμένο αιώνα τα στερεότυπα των φύλων άλλαξαν πολύ, συχνά ακόμα και σήμερα υπάρχει κάποια διαφορά όσον αφορά τις σιωπηρές πεποιθήσεις σχετικά με το φύλο και τη διάνοια. Για παράδειγμα, σε μια κλασική μελέτη κοινωνικής ψυχολογίας, ερευνητές ζήτησαν από γονείς να εκτιμήσουν την ευφυΐα των παιδιών τους. Οι γιοι βαθμολογήθηκαν ως πολύ πιο έξυπνοι από τις κόρες, ένα εύρημα που έχει επαναληφθεί σε όλο τον κόσμο.
Οι προσδοκίες όμως των γονέων μπορεί να είναι ιδιαίτερα σημαντικές για τον επηρεασμό της πνευματικής αυτοεικόνας των παιδιών τους, ενώ είναι και προγνωστικές για τα μεταγενέστερα ακαδημαϊκά επιτεύγματά τους. Οι διαφορές μεταξύ των φύλων στην αυτοεκτίμηση μπορεί επίσης να είναι ένας σημαντικός παράγοντας, καθώς τα άτομα με υψηλότερη αυτοεκτίμηση τείνουν να βλέπουν όλες τις πτυχές της ζωής τους (συμπεριλαμβανομένης της πνευματικής ικανότητας) πιο θετικά. Τα κορίτσια και οι γυναίκες βαθμολογούν τη γενική αυτοεκτίμησή τους σημαντικά χαμηλότερα από τα αγόρια και τους άνδρες και αυτή η διαφορά εμφανίζεται νωρίς στην εφηβεία.
Ας δούμε πως ακριβώς λειτούργησε η συγκεκριμένη μελέτη. Από τους συμμετέχοντες ζητήθηκε να υπολογίσουν το IQ τους, αφού πρώτα ενημερώθηκαν για το πως βαθμολογείται η νοημοσύνη. Έγινε λοιπόν γνωστό ότι η μέση βαθμολογία είναι 100 βαθμοί και ότι τα δύο τρίτα (66%) των ατόμων βαθμολογούνται μεταξύ 85 και 115 μονάδων, ώστε να υπάρχει ένα πλαίσιο αναφοράς για εκτιμήσεις.
Η σημαντική όμως διάφορα αυτής της μελέτης σε σχέση με άλλες ήταν ότι οι συμμετέχοντες θα έπρεπε πρώτα να εκτιμήσουν το δικό τους IQ και ύστερα να συμπληρώσουν το τέστ. Οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν επίσης ένα μέτρο γενικής αυτοεκτίμησης το οποίο μετρά κυρίως τα αρσενικά και γυναικεία χαρακτηριστικά προσωπικότητας. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν πως το δείγμα εκτίμησε μια μέση βαθμολογία IQ 107,55 μονάδων, κάτι ελαφρώς πάνω από το μέσο όρο, όπως αναμενόταν.
Μετά το στατιστικό έλεγχο του πραγματικού μετρημένου IQ με το εκτιμώμενο και αφού εξετάστηκαν ποιοι ήταν οι σημαντικότεροι παράγοντες της αυτοεκτιμώμενης νοημοσύνης, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το βιολογικό φύλο παραμένει ο ισχυρότερος παράγοντας.
Οι άντρες βαθμολόγησαν τη νοημοσύνη τους ως υψηλότερη από τις γυναίκες, με το ψυχολογικό φύλο να είναι επίσης ένας πολύ ισχυρός προγνωστικός παράγοντας, αφού οι άνδρες με υψηλή αρρενωπότητα για παράδειγμα βαθμολόγησαν τη νοημοσύνη τους ακόμα πιο υψηλά. Υπήρξε επίσης μια ισχυρή συμβολή της γενικής αυτοεκτίμησης στην πνευματική αυτοεικόνα των συμμετεχόντων με τους άνδρες να αναφέρουν υψηλότερη αυτοεκτίμηση από τις γυναίκες.
Γιατί έχουν σημασία όλα αυτά;
Οι εκπαιδευτικοί ψυχολόγοι δίνουν προσοχή στη διανοητική αυτοεικόνα γιατί είναι συχνά μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία: αν νομίζεις ότι δε μπορείς, τότε δε θα το κάνεις!
Όταν τα κορίτσια υποτιμούν τη νοημοσύνη τους στο σχολείο, τείνουν να επιλέγουν μαθήματα με λιγότερο απαιτητικό περιεχόμενο, ειδικά στις επιστήμες, τη τεχνολογία, τη μηχανική και τα μαθηματικά (τα θέματα STEM). Αυτές οι αποφάσεις περιορίζουν τις επιλογές εκπαίδευσης και καριέρας μετά το σχολείο.
Οι συγκεκριμένες διαφορές μεταξύ των φύλων μπορεί, κατά ένα μέρος, να εξηγούν το χάσμα των φύλων στους μισθούς και τη διαπραγματευτική δύναμη με τους εργοδότες. Οφείλουμε λοιπόν να ενισχύσουμε τις φιλοδοξίες των κοριτσιών, αν θέλουν να συνεχίσουν να λύνουν τα περίπλοκα προβλήματα που αντιμετωπίζει η κοινωνία μας, επιτυγχάνοντας παράλληλα ίσες αμοιβές. Ξεκινά από νωρίς με τις προσδοκίες των γονέων σχετικά με το φύλο για τη νοημοσύνη και τις διαφορές στην αυτοεκτίμηση μεταξύ αγοριών και κοριτσιών.
Θα ήταν σίγουρα ωραίο εάν, ως γονείς, εκπαιδευτικοί και ως κοινωνία, μπορούσαμε να οικοδομήσουμε την εμπιστοσύνη των κοριτσιών και των νεαρών γυναικών σε ένα επίπεδο που να πιστεύουν στον εαυτό τους και να είναι απαλλαγμένες από αυτές τις αμφιβολίες.
Πηγή: neuroscience news
Ο Θανάσης Κοπάδης είναι μαθηματικός-συγγραφέας