Οι νεοδιόριστοι του 2021 υπηρέτησαν για περισσότερα από 10 χρόνια ως αναπληρωτές (τελευταίοι διορισμοί έγιναν το 2009), χρόνος που από τον νόμο αναγνωρίζεται ως προϋπηρεσία για διορισμό, μισθολογική – βαθμολογική εξέλιξη και ως συντάξιμα έτη, αλλά κατά παράλογο τρόπο δεν καταλογίζεται ως χρόνος για το δικαίωμα μετάθεσης.
Ανοικτή επιστολή
Προς τη Βουλή των Ελλήνων
Αξιότιμε κ. πρόεδρε της Βουλής,
Το 2021 η κυβέρνηση προχώρησε σε μόνιμους διορισμούς 11.700 εκπαιδευτικών. Η σημαντική αυτή πρωτοβουλία ήρθε μετά από 12 ολόκληρα χρόνια, προκειμένου να καλυφθούν οι τεράστιες ανάγκες σε κενές θέσεις, που για αρκετά χρόνια καλύπτονταν με διορισμούς αναπληρωτών.
Το 2022 η κυβέρνηση προγραμματίζει νέους μόνιμους διορισμούς εκπαιδευτικών. Η απόφαση του ΥΠΑΙΘ είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, με την προϋπόθεση –φυσικά- να μην θίγονται τα εργασιακά δικαιώματα των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών.
Η αναιτιολόγητη διάταξη του ν. 4722/20, άρθρο 42 και ν. 4589/19 άρθρο 62, παρ. 5, υποχρεώνει τους νεοδιόριστους εκπαιδευτικούς να παραμείνουν στη θέση τοποθέτησής τους για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δύο (2) σχολικών ετών.
Η στέρηση του δικαιώματος υποβολής αίτησης μετάθεσης κατά το τρέχον σχολικό έτος προκαλεί σε βάρους των νεοδιόριστων κατάφωρη αδικία. Τα οργανικά κενά που θα δημιουργηθούν σε κάθε ΠΥΣΔΕ ή ΠΥΣΠΕ, μετά από παραιτήσεις εκπαιδευτικών λόγω συνταξιοδότησης, εφόσον αυτά δεν καλυφθούν από τις τοποθετήσεις των υπεράριθμων, θα συμπληρωθούν από τους διορισμούς που προγραμματίζει το Υπουργείο Παιδείας για το 2022.
Η μεταχείριση αυτή, προκαλεί δικαιολογημένη αναστάτωση στην εκπαιδευτική κοινότητα και εγείρει μια σειρά από σοβαρά ζητήματα. Πρώτα απ’ όλα, παραβιάζεται η σειρά στον πίνακα κατάταξης, αφού νεότεροι συνάδελφοι και με λιγότερα μόρια υπηρεσίας θα διοριστούν σε θέσεις που δεν τοποθετήθηκαν οι νεοδιόριστοι που είναι και αρχαιότεροι. Επίσης, καταστρατηγείται η ισονομία, αφού οι προ του 2019 εκπαιδευτικοί υπηρέτησαν στην οργανική τους θέση ένα έτος.
Επίσης, δημιουργείται η αίσθηση της άδικης μεταχείρισης, αφού οι νεοδιόριστοι του 2021 υπηρέτησαν για περισσότερα από 10 χρόνια ως αναπληρωτές (τελευταίοι διορισμοί έγιναν το 2009), χρόνος που από τον νόμο αναγνωρίζεται ως προϋπηρεσία για διορισμό, μισθολογική – βαθμολογική εξέλιξη και ως συντάξιμα έτη, αλλά κατά παράλογο τρόπο δεν καταλογίζεται ως χρόνος για το δικαίωμα μετάθεσης.
Παρ’ όλ’ αυτά, υπάρχει και πρόβλημα ηθικής τάξης. Σε καιρούς χαλεπούς και με την ανεξέλικτη ακρίβεια που σαρώνει στην κυριολεξία το εισόδημα των νοικοκυριών, η ελληνική οικογένεια χρειάζεται όσο ποτέ τη στήριξή της από την πολιτεία. Υπάρχει, όμως, αυτή;
Ποιος θα ‘πρεπε να νοιάζεται για τους συναδέλφους, που χώρισαν από τις οικογένειές τους και προσπαθούν με τον πενιχρό μισθό του νεοδιόριστου να συντηρήσουν δύο σπίτια, ακόμη και τρία, στην περίπτωση που έχουν παιδί που σπουδάζει; Ποια αξιοπρεπή αντιμετώπιση πρέπει να έχει ένας δάσκαλος, στα 40 και πλέον χρόνια της ζωής του, που όργωσε όλη την Ελλάδα ως αναπληρωτής; Πως μπορεί να προσδοκεί ότι θα ενωθεί με την οικογένειά του που έχει την ευθύνη της προστασίας και της συντήρησης όταν προβάλλονται νομικά εμπόδια γραφειοκρατικής φύσης; Αλήθεια, ποιο νόημα και ποια επιστημονικά δεδομένα επικαλείται το υπουργείο παιδείας με αυτή τη συμπεριφορά απέναντι στον νεοδιόριστο; Τελικά, ποιο είναι το όφελος για το ΥΠΑΙΘ, τι στιγμή που δεν βλάπτεται οικονομικά το κράτος και δεν θίγεται το δημόσιο συμφέρον; Αντιθέτως, μόνο θετικό αντίκρισμα θα υπάρχει με την άσκηση του δικαιώματος μετάθεσης.
Ο υπάλληλος είναι άνθρωπος, και θα αντιληφθεί ότι η υπηρεσία δεν είναι χώρος απαξίωσης, αλλά κατανόησης, εκτίμησης και σεβασμού. Κι αυτά τα κριτήρια είναι ουσιαστικά για να βελτιώσουν τη διάθεση προσφοράς στην υπηρεσία. Το θετικό κλίμα στο χώρο της εκπαίδευσης δεν πρέπει να διαταράσσεται από αλόγιστους χειρισμούς που μόνο δεινά μπορούν να επιφέρουν.
Οι νεοδιόριστοι εκπαιδευτικοί στον επίμονο και επίπονο αγώνα για δικαίωση, ισονομία, σεβασμό και αξιοπρέπεια δεν είναι μόνοι. Μαζί τους συμπορεύεται όλη η ελληνική κοινωνία.
Η προσπάθεια τους στηρίζεται από την εκπαιδευτική κοινότητα, τα συνδικαλιστικά όργανα της ΟΛΜΕ και της ΔΟΕ που πρωτοστατούν στον αγώνα. Στο πλευρό τους βρίσκονται οι οικογένειες, οι συγγενείς, οι φίλοι, οι μαθητικές κοινότητες, οι γονείς και οι κηδεμόνες. Άλλωστε, γι’ αυτό η κινητοποίηση των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών έχει πάρει τη μορφή πανελλαδικού κινήματος, που φουντώνει από τον Έβρο μέχρι και την Κρήτη.
Το Υπουργείο παιδείας, οφείλει να τους συμπαρασταθεί, να τους εμψυχώσει και να τους δικαιώσει. Σ΄ αυτή την εξαιρετικά δύσκολη οικονομική συγκυρία, απαιτείται στήριξη και ομοψυχία.
Βασίλης Πανάγος
συνταξιούχος εκπαιδευτικός, πρώην Γυμνασιάρχης, συγγραφέας
Οι νεοδιόριστοι του 2021 υπηρέτησαν για περισσότερα από 10 χρόνια ως αναπληρωτές (τελευταίοι διορισμοί έγιναν το 2009), χρόνος που από τον νόμο αναγνωρίζεται ως προϋπηρεσία για διορισμό, μισθολογική – βαθμολογική εξέλιξη και ως συντάξιμα έτη, αλλά κατά παράλογο τρόπο δεν καταλογίζεται ως χρόνος για το δικαίωμα μετάθεσης.
Ανοικτή επιστολή
Προς τη Βουλή των Ελλήνων
Αξιότιμε κ. πρόεδρε της Βουλής,
Το 2021 η κυβέρνηση προχώρησε σε μόνιμους διορισμούς 11.700 εκπαιδευτικών. Η σημαντική αυτή πρωτοβουλία ήρθε μετά από 12 ολόκληρα χρόνια, προκειμένου να καλυφθούν οι τεράστιες ανάγκες σε κενές θέσεις, που για αρκετά χρόνια καλύπτονταν με διορισμούς αναπληρωτών.
Το 2022 η κυβέρνηση προγραμματίζει νέους μόνιμους διορισμούς εκπαιδευτικών. Η απόφαση του ΥΠΑΙΘ είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, με την προϋπόθεση –φυσικά- να μην θίγονται τα εργασιακά δικαιώματα των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών.
Η αναιτιολόγητη διάταξη του ν. 4722/20, άρθρο 42 και ν. 4589/19 άρθρο 62, παρ. 5, υποχρεώνει τους νεοδιόριστους εκπαιδευτικούς να παραμείνουν στη θέση τοποθέτησής τους για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δύο (2) σχολικών ετών.
Η στέρηση του δικαιώματος υποβολής αίτησης μετάθεσης κατά το τρέχον σχολικό έτος προκαλεί σε βάρους των νεοδιόριστων κατάφωρη αδικία. Τα οργανικά κενά που θα δημιουργηθούν σε κάθε ΠΥΣΔΕ ή ΠΥΣΠΕ, μετά από παραιτήσεις εκπαιδευτικών λόγω συνταξιοδότησης, εφόσον αυτά δεν καλυφθούν από τις τοποθετήσεις των υπεράριθμων, θα συμπληρωθούν από τους διορισμούς που προγραμματίζει το Υπουργείο Παιδείας για το 2022.
Η μεταχείριση αυτή, προκαλεί δικαιολογημένη αναστάτωση στην εκπαιδευτική κοινότητα και εγείρει μια σειρά από σοβαρά ζητήματα. Πρώτα απ’ όλα, παραβιάζεται η σειρά στον πίνακα κατάταξης, αφού νεότεροι συνάδελφοι και με λιγότερα μόρια υπηρεσίας θα διοριστούν σε θέσεις που δεν τοποθετήθηκαν οι νεοδιόριστοι που είναι και αρχαιότεροι. Επίσης, καταστρατηγείται η ισονομία, αφού οι προ του 2019 εκπαιδευτικοί υπηρέτησαν στην οργανική τους θέση ένα έτος.
Επίσης, δημιουργείται η αίσθηση της άδικης μεταχείρισης, αφού οι νεοδιόριστοι του 2021 υπηρέτησαν για περισσότερα από 10 χρόνια ως αναπληρωτές (τελευταίοι διορισμοί έγιναν το 2009), χρόνος που από τον νόμο αναγνωρίζεται ως προϋπηρεσία για διορισμό, μισθολογική – βαθμολογική εξέλιξη και ως συντάξιμα έτη, αλλά κατά παράλογο τρόπο δεν καταλογίζεται ως χρόνος για το δικαίωμα μετάθεσης.
Παρ’ όλ’ αυτά, υπάρχει και πρόβλημα ηθικής τάξης. Σε καιρούς χαλεπούς και με την ανεξέλικτη ακρίβεια που σαρώνει στην κυριολεξία το εισόδημα των νοικοκυριών, η ελληνική οικογένεια χρειάζεται όσο ποτέ τη στήριξή της από την πολιτεία. Υπάρχει, όμως, αυτή;
Ποιος θα ‘πρεπε να νοιάζεται για τους συναδέλφους, που χώρισαν από τις οικογένειές τους και προσπαθούν με τον πενιχρό μισθό του νεοδιόριστου να συντηρήσουν δύο σπίτια, ακόμη και τρία, στην περίπτωση που έχουν παιδί που σπουδάζει; Ποια αξιοπρεπή αντιμετώπιση πρέπει να έχει ένας δάσκαλος, στα 40 και πλέον χρόνια της ζωής του, που όργωσε όλη την Ελλάδα ως αναπληρωτής; Πως μπορεί να προσδοκεί ότι θα ενωθεί με την οικογένειά του που έχει την ευθύνη της προστασίας και της συντήρησης όταν προβάλλονται νομικά εμπόδια γραφειοκρατικής φύσης; Αλήθεια, ποιο νόημα και ποια επιστημονικά δεδομένα επικαλείται το υπουργείο παιδείας με αυτή τη συμπεριφορά απέναντι στον νεοδιόριστο; Τελικά, ποιο είναι το όφελος για το ΥΠΑΙΘ, τι στιγμή που δεν βλάπτεται οικονομικά το κράτος και δεν θίγεται το δημόσιο συμφέρον; Αντιθέτως, μόνο θετικό αντίκρισμα θα υπάρχει με την άσκηση του δικαιώματος μετάθεσης.
Ο υπάλληλος είναι άνθρωπος, και θα αντιληφθεί ότι η υπηρεσία δεν είναι χώρος απαξίωσης, αλλά κατανόησης, εκτίμησης και σεβασμού. Κι αυτά τα κριτήρια είναι ουσιαστικά για να βελτιώσουν τη διάθεση προσφοράς στην υπηρεσία. Το θετικό κλίμα στο χώρο της εκπαίδευσης δεν πρέπει να διαταράσσεται από αλόγιστους χειρισμούς που μόνο δεινά μπορούν να επιφέρουν.
Οι νεοδιόριστοι εκπαιδευτικοί στον επίμονο και επίπονο αγώνα για δικαίωση, ισονομία, σεβασμό και αξιοπρέπεια δεν είναι μόνοι. Μαζί τους συμπορεύεται όλη η ελληνική κοινωνία.
Η προσπάθεια τους στηρίζεται από την εκπαιδευτική κοινότητα, τα συνδικαλιστικά όργανα της ΟΛΜΕ και της ΔΟΕ που πρωτοστατούν στον αγώνα. Στο πλευρό τους βρίσκονται οι οικογένειες, οι συγγενείς, οι φίλοι, οι μαθητικές κοινότητες, οι γονείς και οι κηδεμόνες. Άλλωστε, γι’ αυτό η κινητοποίηση των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών έχει πάρει τη μορφή πανελλαδικού κινήματος, που φουντώνει από τον Έβρο μέχρι και την Κρήτη.
Το Υπουργείο παιδείας, οφείλει να τους συμπαρασταθεί, να τους εμψυχώσει και να τους δικαιώσει. Σ΄ αυτή την εξαιρετικά δύσκολη οικονομική συγκυρία, απαιτείται στήριξη και ομοψυχία.
Βασίλης Πανάγος
συνταξιούχος εκπαιδευτικός, πρώην Γυμνασιάρχης, συγγραφέας